thegreekcloud | 05.12.2016 | 13:10
Στη γειτονιά την φώναζαν «χηρίτσα».
«Χηρίτσα, χηρίτσα, έλα να μας φτιάξεις καφέ».
Και πώς να την έλεγαν; Γύρω στα εφτά, αδύνατο με κίτρινα δόντια πεταχτά από την αφαγία και γόνατα σαν σκληροτράχηλες πέτρες. Οι αφέλειες ήταν κομμένες αυστηρά και με φόρα προς τα δεξιά. Ψηλό κορίτσι για την ηλικία του. Μαύρο φόρεμα με βάτες και κάλτσες μάλλινες έως το μέσον της γάμπας. Πάνω-κάτω στη γειτονιά να ψήνει τούρκικο καφέ με καϊμάκι για μια δραχμούλα και να μυρίζει ο ζεστός σπόρος που είχε καβουρντιστεί την προηγούμενη μέρα, σε όλο το σπίτι να αυξάνει η μυρωδιά. Άνοιγε η νοικοκυρά το σπίτι να αναπνεύσουν και οι μπουκαμβίλιες της αυλής το πυκνό χαρμάνι, ζήλευε η γειτόνισα.
Και πώς να την έλεγαν; Γύρω στα εφτά, αδύνατο με κίτρινα δόντια πεταχτά από την αφαγία και γόνατα σαν σκληροτράχηλες πέτρες. Οι αφέλειες ήταν κομμένες αυστηρά και με φόρα προς τα δεξιά. Ψηλό κορίτσι για την ηλικία του. Μαύρο φόρεμα με βάτες και κάλτσες μάλλινες έως το μέσον της γάμπας. Πάνω-κάτω στη γειτονιά να ψήνει τούρκικο καφέ με καϊμάκι για μια δραχμούλα και να μυρίζει ο ζεστός σπόρος που είχε καβουρντιστεί την προηγούμενη μέρα, σε όλο το σπίτι να αυξάνει η μυρωδιά. Άνοιγε η νοικοκυρά το σπίτι να αναπνεύσουν και οι μπουκαμβίλιες της αυλής το πυκνό χαρμάνι, ζήλευε η γειτόνισα.
«Χηρίτσα, έλα να μας φτιάξεις καφέ! Από τα χεράκια σου μόνο τον πίνουμε!».
Έβγαζε το μεροκάματο αλλά πιο πολύ της άρεσαν τα ωραία λόγια που της έλεγαν για το φτιάξιμο του καφέ. Ήταν ασουλούπωτη και είχε δυο μεγάλα μάτια σαν θλιμμένες ζωγραφιές και αυτό το ξανθό μαλλάκι, αρρωστημένο και αχνό, την έκανε να μοιάζει σαν μικρή παναγίτσα.
Έβγαζε το μεροκάματο αλλά πιο πολύ της άρεσαν τα ωραία λόγια που της έλεγαν για το φτιάξιμο του καφέ. Ήταν ασουλούπωτη και είχε δυο μεγάλα μάτια σαν θλιμμένες ζωγραφιές και αυτό το ξανθό μαλλάκι, αρρωστημένο και αχνό, την έκανε να μοιάζει σαν μικρή παναγίτσα.
Της άρεσαν οι ευχές. Για αυτό το έκανε. Καμιά φορά έβαζε και την κλωστή μέσα στην τρύπα της καρφίτσας. Τη σάλιωνε και την έχωνε με την πρώτη στο κέντρο. Οι μισές στη γειτονιά είχαν αποκάμει με τα ραψίματα και ήταν μισότυφλες. Έβγαζε μεροκάματο, το έδινε στην μάνα της. Αλλά οι ευχές.
Χηρίτσα και μαύρα ρούχα, γιατί όλο και κάποιο παιδί πέθαινε στα 4 χρόνια του ή λίγους μήνες μετά τη γέννησή του. Και όλο είχε αδέρφια και όλo έμενε μοναχοπαίδι η χηρίτσα. Ευτυχώς, είχε τις ευχές της για την ενήλικη ζωή.
[ ανασημοσιεύεται από εδώ ]
Δειτε επίσης: