Πιτσιρίκια ήμασταν, τελειώναμε το εξατάξιο τότε Γυμνάσιο, η χούντα μόλις είχε πέσει· πηγαίναμε στην Πλάκα, στο «Αντάρτικο Λημέρι» και τον ακούγαμε με τις ώρες -ξελαρυγγιαζόμασταν, δεν χορταίναμε να τον ακούμε και να τραγουδάμε μαζί του.
Ανάταση, μέθεξη, μεταρσίωση. Φουσκώναμε από υπερηφάνεια -και άλλα πολλά.
Συμπληρώθηκαν ήδη οχτώ χρόνια από τον θάνατο του Πάνου Τζαβέλλα, που ξανάφερε τα αντάρτικα στο προσκήνιο, μην ξεχνώντας ποτέ τον «κυρ Παντελή» του, τον «έντιμο» μα τόσο επικίνδυνο για τη δημοκρατία μικροαστό.
Κάπου στη μέση της συναυλίας μπερδευόμασταν, όταν ο τραγουδιστής έλεγε «ζήτω το κόμμα μας…» οι μισοί έλεγαν το ΚΚΕ και οι άλλοι μισοί το ΚΚΕεσ. Κόλαση.
Ε, αναγκάστηκε κάποια στιγμή, για να πετύχει την ομόνοια, να λέει ούτε το ένα ούτε το άλλο, παρά μόνο κόκκινο. Κάποια ηρεμία επερχόταν.
Μεταπολίτευση λοιπόν, μεγάλες στιγμές. Αλλά ας ακούσουμε τον ίδιο:
«Ηταν μια ιστορική στιγμή και μια ευκαιρία να ενώσουμε μέσα από τα τραγούδια τον λαό. Τι έκαναν οι ηγέτες του κόμματός μου; Κομμένοι στα δύο, ο ένας προσπαθούσε να βγάλει τα μάτια του άλλου. Ετσι, η ιστορική ευκαιρία χάθηκε. Ποιοι επωφελήθηκαν; Οι απόντες. Μικροαστοί λαοπλάνοι, γυμνοσάλιαγκες κι αδίστακτοι πολιτικάντηδες, μπόρεσαν να παρασύρουν τον “πάντα προδομένο και πάντα ευκολόπιστο” ελληνικό λαό, να ληστέψουν τα όνειρα και τις ελπίδες του, να θερίσουν τα αίμα, τους αγώνες και τις θυσίες των κομμουνιστών και να τα κάνουν γκόμενες, κονόμα και υπουργιλίκια. Κι όλα έγιναν συντρίμμια. Και φτου κι απ’ την αρχή. Μέχρι να βγάλει ο ήλιος κέρατα. Κουφάλες!».
Αλλη, όντως, εποχή, πιο ειλικρινής και άδολη, πιο ελπιδοφόρα, βαθιά ηθική και αξιακή (για λίγους, πάντα, εννοείται…).
Υπήρχε διάχυτη η πίστη και η πεποίθηση για κοινωνική, ριζοτομική αλλαγή, το αίμα των νέων έβραζε· επαναστατικοί κοχλασμοί κι ερωτική διάθεση· ποίηση και μουσική παντού.
Ολα τα απαγορευμένα (αντάρτικα, ρεμπέτικα) κατέλαβαν τον χώρο που πραγματικά τους αξίζει στην ελληνική κουλτούρα (πνευματική καλλιέργεια).
Αλλά, για να δούμε… τόσο μακριά και τόσο κοντά, αισθητικώς τε και ιδεολογικώς.
Κάπως «άγρια» η τότε αισθητική -και πώς νά ‘ταν διαφορετικά αφού η χούντα είχε αφαιρέσει οποιαδήποτε πρωτοπορία αναδείχτηκε την κρίσιμη παγκοσμίως δεκαετία του εξήντα;
Υπήρξε εντούτοις μια πολιτισμική έκρηξη με τα όποια αμφιλεγόμενα αποτελέσματα στο σινεμά, τη μουσική, το θέατρο, σε κάθε δημιουργία, θερμουργή ούτως ή άλλως. Δεν ξεχνάμε.
Αλλά ας τον ακούσουμε ξανά:
«Δεν αρνούμαστε τίποτα, δεν χαρίζουμε τίποτα. Κρατούμε το χαμόγελό μας και ξαναγεννημένοι και σοφότεροι απ’ τα λάθη μας, “τρελλοί”, αμετανόητοι, απροσκύνητοι, πάντα νέοι κι όμορφοι και διαρκώς ανανεούμενοι, προχωρούμε απτόητοι…».
Τόσα χρόνια περάσανε και σαν τίποτε να μην άλλαξε.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: