Νέλλα Γκόλαντα, Το σιντριβάνι στην κεντρική πλατεία της Καρδίτσας
thegreekcloud | 21.02.2017 | 16:26
Πολεοδομική φαντασία
Μια φορά κι έναν καιρό οι κάτοικοι μιας μικρής πόλης ένιωσαν μια παράξενη στενοχώρια. Πήγαν λοιπόν στο δήμαρχο και παραπονέθηκαν για ένα ανεξήγητο αίσθημα γενικής δυσφορίας. Εκείνος σκέφτηκε πως αφού η στενοχώρια ήταν κοινή, κοινό θα’ πρεπε να είναι και το φάρμακο. Κάτι έπρεπε να βρεθεί που να τους θεραπεύσει όλους.
— Το φάρμακο της στενοχώριας είναι η χαρά, είπε ένας κάτοικος. Μα υπάρχει χαρά για όλους; Χαίρονται οι άνθρωποι με τα ίδια πράγματα;
— Μα πώς , είπε ο δήμαρχος, δεν χαίρεστε όλοι σαν κάνετε τον περίπατό σας στην πλατεία; Την πλατεία την χαίρεται ο καθένας χωριστά και το ίδιο, μα έγινε για όλους μαζί.
— Οι πολίτες δεν είναι όλοι ίδιοι, είπε κάποιος.
— Οι πολίτες δεν είναι όλοι ίσοι, είπε ένας άλλος.
— Δεν γνωρίζω κανέναν «ολοιμαζί» είπε ένας τρίτος.
— Τα αισθήματά μου είναι μοναδικά, είπε ένας τέταρτος.
Σκέφτηκε λίγο ο δήμαρχος και είπε: Ακούστε, να φτιάξουμε κάτι στην πλατεία που να κάνει χαρούμενα τα παιδιά. Όταν χαίρονται τα παιδιά, θα χαιρόμαστε κι εμείς. Η χαρά των παιδιών είναι μεταδοτική, όπως γνωρίζετε.
— Καλή ιδέα, είπε ένας κάτοικος, εγώ άτεκνος είμαι μα συμφωνώ. Όμως ποιός θα μας πει με τι χαίρονται στα σίγουρα τα παιδιά; Θα ήταν φοβερό να έχουμε αντί για χαρά γκρίνια και κλάματα.
— Έχουμε παιδαγωγούς είπε ο δήμαρχος, ας τους ρωτήσουμε.
— Θα μας πουν για παιδικές χαρές και άλλες αηδίες, παρατήρησε ένας κάτοικος. Να μην σας πω πως μπορεί η στενοχώρια μας να οφείλεται σε κείνα τα κακάσχημα κουρδιστά πλαστικά τέρατα που καβαλούν τα παιδιά στην άκρη της πλατείας και κουνιούνται με τις ώρες και μάλιστα επί πληρωμή. Δεν θέλω αντί για πλατεία παιδική χαρά, παρατήρησε ένας άλλος. Μπροστά στο αδιέξοδο κάποιος θυμήθηκε πως κάποτε ένας επισκέπτης της πόλης είχε θαυμάσει τη ρυμοτομία της και το θαυμαστό κτίριο της αγοράς της, και είπε:
— Η πόλη μας είναι ένα παράξενο πλάσμα με τις ομορφιές του και τις ασκήμιες του, μα αυτό το πλάσμα δεν του έχουμε πει ποτέ ευχαριστώ γι’ αυτό που είναι, που στο κάτω κάτω αυτό που είναι είμαστε εμείς οι ίδιοι, το πνεύμα μας και η δουλειά μας και ο κόπος μας. Πώς ευχαριστεί κανείς την πόλη; Μα στολίζοντάς την. Και η πόλη μας έξω από λίγους φιλοπόλεμους ανδριάντες και προτομές, και κάποιους άλλους που μνημονεύουν δεσποτάδες, και που όλους σύμφωνους δεν μας βρίσκουν, και τους κοιτάμε και πλήττουμε και προσπερνάμε, δεν έχει ένα στολίδι ειρηνικό σαν περιδέραιο που θα την κάνει πιο όμορφη.
— Δύσκολο πράγμα η φαντασία, είπε ένας άλλος. Πολύ δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε τί είναι αυτό που λες. Εκτός και αν…εκτός και αν ρωτήσουμε τα παιδιά. Αυτά έχουν αχαλίνωτη φαντασία.
— Μα τα παιδιά δεν έχουν λογική, παραπονέθηκε ένας άλλος.
— Μα είσαι με τα καλά σου, χριστιανέ μου, έχει η χαρά λογική, του ξέφυγε ενός άλλου και ξεροκατάπιε.
— Μα ναι, επανήλθε ο προηγούμενος, αυτά είναι σε θέση να απαιτήσουν ένα άγαλμα που να παριστάνει χαμόγελο χωρίς γάτα.
— Ακούστε, παρενέβη ο δήμαρχος, θα στείλουμε μια παιδαγωγό να διαβουλευτεί με τα παιδιά – τώρα τίποτα δεν αποφασίζεται χωρίς διαβούλευση – και θα δούμε από τα ευρήματα τι θα αποφασίσουμε. Εδώ συμφώνησαν ομόφωνα και κάλεσαν την παιδαγωγό που ανέλαβε το λεπτό και ακριβό έργο.
Πέρασαν μέρες και μέρες, μήνες και μήνες, η στενοχώρια αύξαινε κι η παιδαγωγός αργούσε, και η θλίψη πλάκωνε πολίτες και πολιτεία. Άρχισαν τα παράπονα και για τα έξοδα της παιδαγωγού που ήταν από δημοτικό κονδύλι και πού λεφτά τώρα για τέτοιες πολυτέλειες. Ώσπου με το που μπήκε βιαστική η άνοιξη και γέμισε ο αέρας μυρωδιές και κλέφτες, που είναι , για όσους δεν νοιάστηκαν ποτέ να μάθουν, οι χνουδωτές μπαλίτσες των σπόρων του αγριοράδικου, της πικραλίδας, που λέμε, και χώνονται παντού και ταξιδεύουν παντού, και κάθονται παντού, μέχρι και στα μουστάκια του δήμαρχου, επανέκαμψε λάμποντας η παιδαγωγός με συντροφιά μια γλύπτρια και αρχιτεκτόνισσα κι ένα χοντρό φάκελο με προτάσεις των παιδιών και σχέδια της αρχιτεκτόνισσας. Κάλεσε ο δήμαρχος πανευτυχής ευρεία αντιπροσωπεία των κατοίκων ν’ ακούσουν τη μέθοδο εργασίας που ακολουθήθηκε και να δουν τα αποτελέσματα και τις προτάσεις. — Ήταν πολύ μεγάλη ευτυχία η συνεργασία με τα νήπια και τα παιδιά του δημοτικού, άρχισε η παιδαγωγός. Αποφασίσαμε να μην ασχοληθούμε με τους εφήβους γιατί αυτοί, όπως και μερικοί ενήλικοι, λένε όχι σε όλα. Αλλά με τα νήπια και τα άλλα μικρά όχι μόνο συνεννοηθήκαμε αμέσως αλλά επινοήσαμε μπορώ να πω κι ένα μοναδικό είδος συνεννόησης σε μια μοναδικής δύναμης σπάνια γλώσσα όπου όλο το δαιμόνιο της γλώσσας είναι παρόν και φωνάζει, και που κατέληξε σε αυτό το σχέδιο της γλύπτριας. Εννοείται πως κάναμε πολλές εκδρομές και περιπάτους, είπε η δασκάλα. Και μέσα και έξω από την πόλη. Πήγαμε και στο ωραίο κτίριο της αγοράς, και στο αρχαιολογικό και στο λαογραφικό μουσείο. Και πρόβαλε στην οθόνη επίδειξης το σχέδιο σε όλες τις φάσεις προεργασίας. Είδαν οι πολίτες πρώτα ένα ωραίο και ταπεινό μα υπερμέγεθες αγριοράδικο και πώς έγινε σπόρος και πέταξε στο βίντεο.
Μετά άκουσαν τη δασκάλα να διαβάζει είκοσι δύο αινίγματα που έφτιαξαν όλοι μαζί με τα παιδιά ψάχνοντας τη μέθοδο της αλήθειας για τον τόπο και τι θα τον έκανε να χαρεί. Τα αινίγματα είναι αυτά που ακολουθούν.
Το γλυπτό που έφτιαξε η γλύπτρια ξεκινώντας από τη μπαλίτσα του αγριοράδικου, το κτίριο της αγοράς, τον ουρανό, τον κάμπο που τον τρέφει το νερό, τα αυστηρά και πλούσια διακοσμητικά σύμβολα του τόπου, και τα αινίγματα των παιδιών, είναι ένα μοναδικό σιντριβάνι και στολίζει την πλατεία. Τα παιδιά χαίρονται και οι μεγάλοι εξακολουθούν να δυσφορούν.
Εικοσιδύο αινίγματα για το σιντριβάνι της πλατείας
Του λιονταριού το δόντι
έγινε ρολόι ̶ τί είναι;
Του λιονταριού το δόντι
έγινε νερό ̶ τί είναι;
Ο άνεμος το φέρνει
ο άνεμος το παίρνει
το χρόνο μετράει
στο νερό χορεύει
̶ τί είναι;
Αχινό θυμίζει
Μα τ’ αγκάθια του χαϊδεύουν
̶ τί είναι;
Φεύγει Φεύγει
μα όλο στον ίδιο τόπο μένει
̶ τί είναι;
Κλέφτης μπαίνει
κλέφτης βγαίνει
τίποτα δε λείπει
̶ τί είναι;
Λουλούδι μοιάζει
λουλούδι δεν είναι
από λουλούδι βγαίνει
ευωδιά δεν έχει
τη δροσιά μας φέρνει
για μας δε νοιάζεται
μα εμάς φροντίζει
δυνατό δεν είναι
μα δύναμη έχει
χαρά είναι των ματιών μας
μα εμείς δεν τ’ αγαπάμε
̶ τί είναι;
Τύχης τροχός δεν είναι
γρανίτη λουλούδι δεν είναι
χιονιού νυφούλα δεν είναι
μα παιχνίδι είναι
̶ τί είναι;
Στη στέγη φυτρώνει
αγριολούλουδο δεν είναι
σπαθί δεν κρατάει
το ατσάλι αγαπάει
βουβή γλώσσα μιλάει
το νερό τραγουδάει
̶ τί είναι;
Ποίημα δεν είναι
μα σε ποίημα φυτρώνει
μαγαζί δεν είναι
μα στην αγορά μεγαλώνει
̶ τί είναι;
Καθρέφτης δεν είναι
μα το φως καθρεφτίζει
το αγαπούν τα παιδιά
το φοβούνται οι μεγάλοι
̶ τί είναι;
Πυκνώνει Πυκνώνει
ωραίο σα χιόνι
̶ τί είναι;
Πετάει Πετάει
Μα φτερά δεν έχει
̶ τί είναι;
Μαδάει Μαδάει
μαργαρίτα δεν είναι
̶ τί είναι;
Φιλάρεσκο δεν είναι
η χάρη τού περσεύει
̶ τί είναι;
Χλωρό δεν είμαι
ξύλο δεν είμαι
δροσιά έχω
̶ τί είμαι;
Στην αγορά μεγαλώνω
κέρδος δεν είμαι
̶ τί είμαι;
Ουρανός δεν είμαι
Μα τ’ αστέρια με κεντούνε
̶ τί είμαι;
Σχολειό δεν πήγα
μα γράμματα γνωρίζω
ζωγράφος δεν είμαι
μα ζωγραφιές με στολίζουν
̶ τί είμαι;
Ρούχα δε φορώ
μα το χειμώνα δεν κρυώνω
νερό δεν πίνω
μα από νερό είμαι
̶ τί είμαι;
Σταματώ Τρέχω
Σταματώ Τρέχω
ποίημα δεν είμαι
ρυθμό έχω
̶ τί είμαι;
Αθάνατο δεν είμαι
και μορφή έχω
άσχημο δεν είμαι
μορφή έχω ̶
δεν θα πεθάνω
̶ τί είμαι;