cogito ergo sum | 22 Μαρτίου 2017
Η περιπέτεια της Ισλανδίας (5)
“E.E. + Ισλανδία: Όχι ευχαριστώ!” (σύνθημα των συντηρητικών στις εκλογές τής 27/4/2013). |
Ένα άλλο χαρακτηριστικό τής Ισλανδίας είναι η άφθονη και πάμφθηνη ενέργεια που παράγεται από γεωθερμικές και υδροηλεκτρικές πηγές. Το σχεδόν τζάμπα ρεύμα αποτελεί πόλο ελξης για τις ηλεκτροβόρες βιομηχανίες. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Ισλανδία έχουν εγκατασταθεί τρεις μεγάλες βιομηχανίες επεξεργασίας αλουμίνας, με συνολική ετήσια παραγωγή πάνω από 800.000 τόννους, ποσότητα που κατατάσσει την χώρα στην 10η θέση παγκοσμίως. Υπολογίζεται ότι τα δι’ εντάσεως ηλεκτρικής ενέργειας παραγόμενα προϊόντα συνιστούν το 21% των ισλανδικών εξαγωγών.
Κοντά στα παραπάνω, πρέπει να προσθέσουμε ένα ακόμη στοιχείο που χαρακτηρίζει την οικονομία τής Ισλανδίας: οι αμυντικές της δαπάνες είναι ανύπαρκτες διότι δεν έχει τακτικό στρατό! Συνεπώς, δεν χρειάζεται να ξοδεύει χρήμα για αεροπλάνα και υποβρύχια ούτε είναι υποχρεωμένη να πληρώνει συνδρομές στο ΝΑΤΟ ή να φορτώνεται το κόστος στρατιωτικών αποστολών σε Αφγανιστάν, Λιβύη, Κόσσοβο κλπ.
Τα παραπάνω στοιχεία προσφέρουν μια πειστική απάντηση στην απορία πώς κατάφερε η Ισλανδία και ανέκαμψε τόσο σύντομα από την πτώχευση. Διότι όντως ανέκαμψε πολύ σύντομα, όπως δείχνει η εξέλιξη του ΑΕΠ (2006: 4,6% / 2007: 6% / 2008: 1,3% / 2009: -6,8% / 2010: -4,1% / 2011: 2,7% / 2012: 1,4% / 2013: 1,7%). Μόνο που εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε το ίδιο, διότι αφ’ ενός μεν δεν έχουμε ούτε τόσο ισχυρό πρωτογενή τομέα ούτε τόσο άφθονη και φτηνή ενέργεια, αφ’ ετέρου δε και μέλη του ΝΑΤΟ είμαστε και υψηλές αμυντικές δαπάνες έχουμε.
Πάμε παρακάτω. Λένε πολλοί ότι η Ισλανδία δεν ανακάτεψε το ΔΝΤ στο πρόβλημά της και δεν υπέγραψε μνημόνια αλλά στηρίχτηκε στις δικές της δυνάμεις για να ανακάμψει. Πρόκειται για ψέμα, για καραμπινάτο ψέμα! Όταν η Ισλανδία έπαιρνε δανεικά από το ΔΝΤ και αποδεχόταν σχέδιο διάσωσης, εμείς δεν ξέραμε καν τι είναι το ΔΝΤ! Ας ξαναπάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή, λοιπόν, μπας και καταφέρουμε να τα βάλουμε σε μια σειρά.
Είπαμε στα προηγούμενα ότι οι ισλανδικές τράπεζες κατέρρευσαν στις αρχές φθινοπώρου τού 2009. Όμως, οι επικίνδυνοι κλυδωνισμοί στην ισλανδική οικονομία είχαν αρχίσει έναν χρόνο πρωτύτερα. Καθώς ο άμετρος τραπεζικός δανεισμός είχε διογκώσει υπερβολικά την στεγαστική φούσκα, αμέσως μόλις σωριάστηκε η Lehman Brothers (15/9/2008) η φούσκα έσκασε και στην Ισλανδία.
Τον Οκτώβριο του 2008, η κυβέρνηση του Γκέιρ Χάαρντε πήρε τα πρώτα μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης και ταυτόχρονα ζήτησε βοήθεια από το ΔΝΤ (2,1 δισ. δολλ.), από τις Σκανδιναβικές χώρες (2,5 δισ. δολλ.) και από την Ρωσσία (στην αρχή αρνήθηκε αλλά, τελικά, έδωσε 200 εκατ. δολλ.). Το συνολικό πακέττο βοήθειας (Stand-by Arrangement) που έδωσε η “τρόικα” ανερχόταν στο 40% του ΑΕΠ, τον δε έλεγχο υλοποίησης της συμφωνίας ανέλαβε το ΔΝΤ, το οποίο είχε εκπονήσει και το σχετικό τριετές πρόγραμμα (εμείς θα το λέγαμε “μνημόνιο”) τριών αξόνων:
Ο πρώτος άξονας περιλάμβανε ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής σταθεροποίησης. Επειδή, ως έλληνες, γνωρίζουμε άριστα τι σημαίνει αυτό το πράγμα (δραστική μείωση των δημοσίων δαπανών, επιβολή νέων φόρων και αύξηση των ήδη υφισταμένων κλπ) δεν χρειάζεται να πούμε πολλά. Αρκεί μόνο να σημειώσουμε ότι ο ΦΠΑ έμεινε αμετάβλητος (πόσο να αυξηθεί, όταν ήδη ήταν 25,5%;) αλλά μέσα σε μια τριετία σχεδόν 100 διαφορετικοί φόροι είτε αυξήθηκαν είτε επιβλήθηκαν για πρώτη φορά.
Ο δεύτερος άξονας περιλάμβανε μια δέσμη μέτρων για την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος, όπως την περιγράψαμε στα προηγούμενα σημειώματα. Σημειωτέον ότι η επιλογή να μείνουν στις “κακές” τράπεζες οι καταθέσεις των αλλοδαπών ώστε να μην αποζημιωθούν, περιλαμβανόταν στα μέτρα που σχεδίασε το ΔΝΤ (!)
Ο τρίτος άξονας περιλάμβανε μέτρα περιορισμού στην κίνηση κεφαλαίων, ώστε να αποφευχθεί η πλήρης απαξίωση της κορώνας. Δηλαδή, η Ισλανδία επέβαλε αυτό που στα ελληνικά λέγεται capital control (!) πριν καν εμείς μάθουμε ότι υπάρχει τέτοιος όρος! Αν αναρωτιέστε πόσο διήρκεσε αυτός ο έλεγχος, τί θα λέγατε αν μαθαίνατε ότι η άρση του έγινε αφορμή για να γραφτούν αυτά τα κείμενα που διαβάζετε τώρα; Λοιπόν: τα capital control στην Ισλανδία επιβλήθηκαν το 2008 και, μετά από διαδοχικές χαλαρώσεις, ήρθησαν τελείως την περασμένη εβδομάδα, στις 14 Μαρτίου 2017.
Μαζί με όλα αυτά τα μέτρα και πάντοτε καθ’ υπόδειξη του ΔΝΤ, στις 16/7/2009 η Ισλανδία υπέβαλε στις Βρυξέλλες αίτημα ένταξης της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν, παρά την δεδομένη ισχυρή αντίθεση του ισλανδικού λαού (σύμφωνα με το σύνταγμα, η ένταξη πρέπει να επικυρωθεί με δημοψήφισμα). Τελικά, στις 12/3/2015 η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι “η Ισλανδία δεν είναι πλέον μια υποψήφια χώρα και ζητεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση να ενεργεί σύμφωνα με αυτό από τώρα και στο εξής”. Πάντως, όλο αυτό το σκηνικό ένταξης που στήθηκε, μάλλον βόηθησε την αξιοπιστία της χώρας και την επιστροφή της στις αγορές μετά την λήξη τού προγράμματος διάσωσης το καλοκαίρι τού 2011.
Ρέυκγιαβικ, 15/3/2015: Ισλανδοί “μενουμερώπηδες” διαμαρτύρονται για την απόσυρση του αιτήματος ένταξης. |
Λογάριαζα να ολοκληρώσω σήμερα αυτό το μικρό αφιέρωμα στην ισλανδική κρίση. Όμως, κάτι που έχω μερικές σημειώσεις ακόμη και κάτι που με “κουρδίζουν” τα σχόλιά σας και τα μηνύματά σας, φοβάμαι ότι θα χρειαστεί να με ανεχτείτε και αύριο.
——————————————-
(*) Το 2006, μετά από 20 χρόνια διακοπής, η Ισλανδία ξανάρχισε την φαλαινοθηρία, εκμεταλλευόμενη μια ύποπτη απόφαση που πήρε (με οριακή πλειοψηφία) η Διεθνής Επιτροπή Φαλαινοθηρίας, ότι η απαγόρευση δεν είναι πλέον απαραίτητη, παρ’ ότι η πτεροφάλαινα θεωρείται ακόμη απειλούμενο είδος.
21 Μαρτίου 2017
Η περιπέτεια της Ισλανδίας (4)
Πρώτα-πρώτα, στις 9 Οκτωβρίου 2008, ιδρύθηκε η Νέα Landsbanki, με κεφάλαιο 200 δισ. κορώνες σε ρευστό και 2,3 τρισ. σε λοιπά περιουσιακά στοιχεία, τα οποία προήλθαν από την παλιά τράπεζα. Κατόπιν, στις 15 Οκτωβρίου, ιδρύθηκε η Νέα Glitnir, με κεφάλαιο 110 δισ. κορώνες σε ρευστό και 1,2 τρισ. σε λοιπά περιουσιακά στοιχεία, ομοίως προερχόμενα από την παλιά Glitnir. Τέλος, στις 22 Οκτωβρίου, κατά τον ίδιο τρόπο ιδρύθηκε η Νέα Kaupthing, με κεφάλαιο 75 και 700 δισ. κορώνες αντίστοιχα. Το συνολικό ποσό των μετρητών 385 δισ. κορωνών (ουσιαστικά, δηλαδή, το ποσό που χρειάστηκε για να γίνει η ανακεφαλαιοποίηση, όπως θα λέγαμε στην γλώσσα μας) αντιστοιχούσε στο 30% του ισλανδικού ΑΕΠ και το κατέβαλε εξ ολοκλήρου το ισλανδικό δημόσιο.
Εδώ είναι η τρίτη μεγάλη διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Ισλανδίας. Η Ισλανδία (επαναλαμβάνω: επειδή μπορούσε) μετέφερε στις τρεις νέες “καλές” τράπεζες όλες τις εγχώριες δραστηριότητες των παλαιών, τις καταθέσεις των ισλανδών αποταμιευτών και τις απαιτήσεις των ντόπιων επενδυτών. Όλες οι εξωχώριες δραστηριότητες και υποχρεώσεις παρέμειναν στις παλιές, “κακές” τράπεζες. Ο όγκος αυτού του “καλού” κομματιού ανερχόταν μόλις στο 16% της περιουσίας των παλιών τραπεζών, και ανακεφαλαιοποιήθηκε πλήρως από το κράτος ενώ το υπόλοιπο 84% αφέθηκε στην τύχη του. Στην Ελλάδα φορτωνόμαστε τα “κακά” κομμάτια των τραπεζών επειδή η συντριπτική πλειοψηφία των υποχρεώσεων του χρηματοπιστωτικού τομέα αφορά εμάς, τους ντόπιους.
Και το παιχνίδι συνεχίζεται. Από τις τρεις νέες τράπεζες, οι οποίες στήθηκαν με κρατικό χρήμα, οι δύο επέστρεψαν γρήγορα σε ιδιωτικά χέρια, καθαρές και υγιείς. Στις 20/11/2009 η Νέα Kaupthing μετονομάζεται σε Arion Banki και πενήντα μέρες αργότερα το 87% της μεταβιβάζεται στην Kaupskil, μια θυγατρική τής Kaupthing. Το υπόλοιπο 13% παραμένει στο κράτος αλλά η Kaupskil διατηρεί το δικαίωμα να αποκτήσει και αυτό σε μεταγενέστερο χρόνο. Κατά τον ίδιο τρόπο, η Νέα Glitnir γίνεται Islandsbanki και το 95% της μεταβιβάζεται στην ISB Holding, ένα γκρουπ πιστωτών τής παλιάς τράπεζας. Μόνο η Νέα Landsbanki έμεινε υπό κρατικό έλεγχο, άλλαξε το όνομά της σε Landbankinn και περιόρισε τις δραστηριότητές της, μειώνοντας ταυτόχρονα και τους εργαζομένους της από 2.770 σε 1.233 μέχρι τέλους του 2012.
Έγκερτ Μάγκνουσσον (αριστερά) και Μάγκνους Γκούντμουνδσσον (*) |
Αφού είδαμε, λοιπόν, κατά πόσο αληθεύει ο ισχυρισμός ότι η Ισλανδία άφησε τις τράπεζές της να πτωχεύσουν, ας ρίξουμε μια ματιά σε ένα άλλο “σημαιάκι” που ανεμίζουν όσοι μας συστήνουν να μιμηθούμε τους ισλανδούς. Κι αυτό δεν είναι άλλο από το ότι εκείνοι έβαλαν στην φυλακή τους τραπεζίτες και τους πολιτικούς που ήσαν υπεύθυνοι για την καταστροφή.
Κατ’ αρχήν, να ξεκαθαρίσουμε ότι κανείς πολιτικός δεν πήγε φυλακή. Στο σκαμνί τού Ειδικού Δικαστηρίου κάθησε μόνο ο πρώην πρωθυπουργός Γκέιρ Χάαρντε, ο οποίος καταδικάστηκε για μία από τις τέσσερις κατηγορίες που τον βάραιναν. Το “έγκλημα” του Χάαρντε ήταν ότι έδειξε αμέλεια και δεν συγκάλεσε υπουργικά συμβούλια για να συζητήσουν την κρίση. Σημειωτέον ότι ουδεμία ποινή φυλάκισης επεβλήθη γι’ αυτό το “έγκλημα” πέραν της επιπλήξεως. Ακόμη και γι’ αυτήν, όμως, ο Χάαρντε έχει προσφύγει στο δικαστήριο του Στρασβούργου.
Πάμε τώρα να δούμε τι έγινε με τους τραπεζίτες. Κάπου στα δυτικά τής Ισλανδίας, στους πρόποδες του σβησμένου κρατήρα Σναεφέλλσγιοκουλ, μέσα στην μέση ενός παγωμένου πουθενά, βρίσκεται η φυλακή Κβιαμπρύγκγια. Πρόκειται, ίσως, για την μόνη φυλακή τού κόσμου που δεν έχει εξωτερικό τοίχο. Οι κρατούμενοι μπορούν ελεύθερα να κόβουν βόλτες στο απολύτως αφιλόξενο τοπίο, μιας και δεν μπορούν να πάνε πουθενά. Εκεί διαβιούν 24 κρατούμενοι για μη βίαια εγκλήματα, οι τέσσερις εξ αυτών πρώην τραπεζίτες τής Kaupthing: ο πρώην πρόεδρος Σίγουρδουρ Έιναρσσον (είδαμε χτες φωτογραφία από την βράβευσή του το 2007), ο πρώην διευθύνων σύμβουλος Χρέινταρ Μαρ Σίγουρδσσον, ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της θυγατρικής τής Kaupthing στο Λουξεμβούργο Μάγκνους Γκούντμουνδσσον και ο δεύτερος μεγαλύτερος μέτοχος της τράπεζας τον καιρό της κατάρρευσής της Όλαφουρ Όλαφσσον. Κανενός η ποινή δεν υπερβαίνει τα πέντε χρόνια και κανενός η περιουσία δεν δημεύτηκε.
Μαζί με τους παραπάνω, έχουν καταδικαστεί σε μικρότερες ποινές για ελαφρύτερα παραπτώματα (κυρίως για αμέλεια) 26 ακόμη χαμηλόβαθμα τραπεζικά στελέχη, ενώ ο ειδικός εισαγγελέας ‘Ολαφουρ Χάουκσσον συνεχίζει το ψάξιμο. Κανείς απ’ αυτούς τους 26 δεν βρίσκεται στην φυλακή.
Έχω την εντύπωση ότι τα παραπάνω γεγονότα δεν δικαιώνουν επ’ ουδενί μεγαλοστομίες όπως π.χ. “στην Ισλανδία την κρίση την πλήρωσαν οι τραπεζίτες”, “η Ισλανδία έβαλε στην φυλακή τούς διεφθαρμένους τραπεζίτες” κλπ. Η καταδίκη των τεσσάρων που προαναφέραμε, έγινε για παραβίαση τραπεζικής πίστης, υπεξαίρεση και χειραγώγηση, δηλαδή αφορά οικονομικά εγκλήματα που έχουν ελάχιστη σχέση με την κρίση. Δεν διαφωνώ, βεβαίως, ως προς το ότι όλοι αυτοί (και πολλοί άλλοι ακόμη) έπρεπε να τιμωρηθούν. Διαφωνώ ως προς το ότι αυτοί έχουν την ευθύνη για τα δεινά που βίωσε και εξακολουθεί να βιώνει ο ισλανδικός λαός.
Εν κατακλείδι, θα μπορούσα να πω ότι η καταδίκη μιας χούφτας μεγαλοτραπεζιτών συσκοτίζει την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα είναι ότι η ευθύνη τής καταστροφής βαραίνει ένα ολόκληρο σύστημα το οποίο λέγεται καπιταλισμός. Αυτό το σύστημα που επέτρεπε νομίμως στους τραπεζίτες να εμπορεύονται τοξικά ομόλογα, να τροφοδοτούν με δάνεια χαμηλής εξασφάλισης την στεγαστική φούσκα, να αποδίδουν βαρβάτα μπόνους στους εαυτούς τους και, γενικά, να προβαίνουν σε κάθε δυνατή ενέργεια ώστε να αυξάνουν βραχυπρόθεσμα τα κέρδη των τραπεζών τους. Στο κάτω-κάτω, αν δεχτούμε ότι ο Έιναρσσον ήταν εγκληματίας, ας μας εξηγήσουν τι είχαν κατά νου εκείνοι που τον βράβευσαν την πρωτοχρονιά τού 2007. Υπ’ αυτή την έννοια, οι κρατούμενοι της Κβιαμπρύγκγια χρησιμοποιήθηκαν ως αποδιοπομπαίοι τράγοι για να ξεθυμάνει η λαϊκή αγανάκτηση.
Ισλανδία: Η φυλακή Κβιαμπρύγκγια. Στο βάθος ο μονίμως παγωμένος κρατήρας Σναεφέλλσγιοκουλ |
Αύριο θα ολοκληρώσουμε την ματιά μας στην ισλανδική κρίση, με δυο λόγια για το πολυδιαφησμένο “οικονομικό θαύμα” μιας χώρας που “έφτυσε το ΔΝΤ” και σήμερα προκόβει. Στο μεταξύ, ας κλείσω για σήμερα με ένα ενδιαφέρον κερασάκι, που επίσης προβλήθηκε πολύ:
Την ώρα που οι μεγαλοτραπεζίτες πήγαιναν φυλακή, η ισλανδική κυβέρνηση εξήγγειλε ότι από την πώληση της Islandsbanki (της καθαρής και ανακεφαλαιοποιημένης με λεφτά τού ισλανδικού λαού Νέας Glitnir), θα απέδιδε σε κάθε ισλανδό μέρισμα 30.000 κορωνών (213 ευρώ). Σας θυμίζω ότι για να στηθεί η Νέα Glitnir το κράτος έβαλε σε ρευστό 110 δισ. κορώνες και σας αφήνω να κάνετε τις πράξεις για να βγάλετε μόνοι σας τα συμπεράσματά σας.
ΥΓ: Κάθε σύγκριση με την περίπτωση Λαυρεντιάδη και Proton Bank δεκτή. Κι εμείς βάλαμε τραπεζίτη στην φυλακή.
—————————————————–
(*) Η φωτογραφία είναι από τις εξέδρες τού λονδρέζικου γηπέδου Άπτον Παρκ και από τον αγώνα Γουέστ Χαμ – Γουίγκαν στις 6/12/2006. Ο Έγκερτ Μάγκνουσσον (πρόεδρος της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας τής Ισλανδίας), εκπροσωπώντας ένα κονσόρτσιουμ ισλανδών επενδυτών (μεταξύ αυτών και ο Μάγκνους Γκούντμουνδσσον, διευθύνων σύμβουλος της θυγατρικής τής Kaupthing στο Λουξεμβούργο) έχει μόλις αποκτήσει το πλειοψηφικό πακέττο τής Γουέστ Χαμ. Χάρη στα χρήματα που έβαλαν (νά ‘ναι καλά η Kaupthing), έγιναν μεταγραφές ποδοσφαιριστών μεγάλης αξίας (Τέβες, Μασεράνο). Με εφτά νίκες στους εννέα τελευταίους αγώνες, η καταδικασμένη ως τότε Γουεστ Χαμ απέφυγε εκείνη την χρονιά τον υποβιβασμό. Η αγγλική ποδοσφαιρική ομοσπονδία βρήκε παρατυπίες στις μεταγραφές των Τέβες-Μασεράνο και επέβαλε πρόστιμο-μαμμούθ 5,5 εκατ. στερλινών αλλά δεν αφαίρεσε βαθμούς από την ομάδα.
20 Μαρτίου 2017
Η περιπέτεια της Ισλανδίας (3)
Πρώτα-πρώτα, δεν καταλαβαίνω προς τι αυτός ο θαυμασμός προς τον “αδούλωτο ισλανδικό λαό” που σε δυο απανωτά δημοψηφίσματα απέρριψε τα κυβερνητικά σχέδια. Τους θαυμάζουμε επειδή είπαν ότι δεν θέλουν να πληρώσουν; Δηλαδή, ποιός λαός θα έλεγε ότι θέλει να πληρώσει; Μήπως κι εμείς δεν είπαμε Όχι, τότε που νομίζαμε πως μας ρώτησαν το ίδιο πράγμα; Σβάρνα τους πήραμε τους μενουμευρώπηδες, άσχετα αν ψηφίσαμε δίχως να καταλαβαίνουμε τι μας περίμενε. Υπ’ αυτή την έννοια, οι ισλανδοί δεν έκαναν και τίποτε μοναδικό.
Όσο για τους εραστές τής αποχώρησης από το ευρώ, θα συμφωνήσω ότι η στάση της Ισλανδίας οφείλεται εν πολλοίς στο ότι έχει το δικό της νόμισμα. Θα τους ρωτήσω, όμως, αν έχουν υπ’ όψη τους το παρακάτω δημοσίευμα της Süddeutsche Zeitung. Μήπως το έχουν αλλά δεν το προβάλλουν διότι δεν εξυπηρετεί τα πλάνα τους;
Καθώς ο Γκούλφι Άρνμπγιορνσσον μιλάει για το ευρώ, η φωνή του πάλλει από λαχτάρα. “Αυτό που χρειαζόμαστε εδώ στην Ισλανδία, είναι ένα ισχυρό νόμισμα”, λέει ο πρόεδρος του μεγαλύτερου εργατικού συνδικάτου τής χώρας. Και για να μην υπάρξει καμμιά παρανόηση για το ποιο θα μπορούσε να είναι αυτό το νόμισμα, προσθέτει: “Χρειαζόμαστε το ευρώ”.
Ο ισλανδός, όπως και οι περισσότεροι συμπατριώτες του, είναι υπερήφανος για το μικρό νησί του στην μέση τού Ατλαντικού. Παρά ταύτα, θα ήθελε να δει πολύ σύντομα την ισλανδική κορώνα να θάβεται κάτω από αρκετά μέτρα λάβας. “Η κορώνα είναι τόσο ασταθής ώστε κάθε χρόνο μειώνει το εισόδημά μας και μαζί μ’ αυτό και το βιοτικό μας επίπεδο, κατά 25%”, λέει. (*)
Όταν αυτά τα λέει ο επί κεφαλής τού μεγαλύτερου εργατικού συνδικάτου τής Ισλανδίας (το οποίο εκπροσωπεί σχεδόν 100.000 εργαζόμενους, ήτοι σχεδόν το 1/3 του πληθυσμού), όσο πουλημένος κι αν είναι, δεν μπορούμε να μη τα λάβουμε υπ’ όψη μας. Συνεπώς, ας δούμε τα γεγονότα με ψυχραιμία πριν καταλήξουμε σε συμπεράσματα.
“Aφήσαμε τις τράπεζες να χρεωκοπήσουν (…) συχνά ρωτάω γιατί ο κόσμος τις αντιμετωπίζει ως τους ιερούς ναούς τής σύγχρονης οικονομίας; (…) Γιατί δεν πρέπει να αφήνονται να καταρρεύσουν;” (**). Αυτή την δήλωση που έκανε ο ισλανδός πρόεδρος Όλαφουρ Γκρίμσσον στην Ντώυτσε Βέλλε, την έχουν πάρει όλοι οι άσχετοι και οι σπεκουλαδόροι και την έχουν κάνει σημαία. Δυστυχώς γι’ αυτούς, τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά απ’ αυτό που αφήνει ο Γκρίμσσον να εννοηθεί. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Ένα από τα πολλά στοιχεία που αποκρύπτονται σχετικά με την Ισλανδία είναι ότι η χώρα βρίσκεται σε καθεστώς νεοφιλελεύθερου μετασχηματισμού από τις αρχές τής δεκαετίας τού ’90. Από εκείνη την εποχή άρχισε η σταδιακή συρρίκνωση της απασχόλησης στην αλιεία, με το βάρος τής ανάπτυξης να μετατοπίζεται στον τουρισμό και στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Στις αρχές τής χιλιετίας ολοκληρώθηκε η μεταρρύθμιση του τελευταίου και όλες οι τράπεζες έγιναν ιδιωτικές. Σύντομα, άρχισε η κόντρα μεταξύ των τραπεζών για το ποια θα πρόσφερε τις υψηλότερες αποδόσεις ώστε να προσελκύσει και τα περισσότερα ξένα κεφάλαια. Έτσι, σε πολύ μικρό χρόνο, τα ξένα κεφάλαια κατέκλυσαν το νησί, επιτρέποντας τον χωρίς φειδώ και μέτρο δανεισμό του εγχώριου πληθυσμού, ο οποίος είδε ξαφνικά το βιοτικό του επίπεδο να απογειώνεται. Θα μπορούσε να πει κανείς, δηλαδή, ότι οι ισλανδοί άρχισαν να ζουν πάνω από τις δυνατότητες τους χάρη στα δανεικά. Ακριβώς ότι λένε και για μας.
Και όμως, εδώ εντοπίζεται η πρώτη μεγάλη διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Ισλανδίας. Εκεί, το επίπεδο ευημερίας ετροφοδοτείτο από τον εξωτερικό δανεισμό τού τραπεζικού τομέα. Εδώ, ο τραπεζικός τομέας τροφοδοτούσε το κράτος (έναντι υψηλών κερδών, φυσικά) με χρήματα που προέρχονταν κατά μείζονα λόγο από τις καταθέσεις τόσο των πολιτών της χώρας όσο και του ίδιου του ελληνικού δημοσίου, ενώ το κράτος έσπρωχνε το περισσότερο δανεικό χρήμα στον ιδιωτικό τομέα (μέσω επιδοτήσεων, συνεργασιών, δημοσίων έργων κλπ). Με άλλα λόγια, εκεί το ΑΕΠ διογκωνόταν μέσω τραπεζών με ξένο -κυρίως- χρήμα ενώ εδώ με εγχώριο. Η διαφορά έγκειται, λοιπόν, στο ότι η κατάρρευση των ισλανδικών τραπεζών ζημίωσε κυρίως τους ξένους δανειστές.
Όταν ξέσπασε η κρίση τού 2008, οι ισλανδικές τράπεζες βρέθηκαν να χρωστούν βραχυπρόθεσμα στο εξωτερικό περίπου 50 δισ. ευρώ. Παρ’ ότι το ΑΕΠ δεν ξεπερνούσε τα 9 δισ. ευρώ, το κράτος έκανε μια προσπάθεια να τις σώσει. Στις 29/9/2008, η κυβέρνηση εθνικοποίησε την τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα, την Glitnir, αποκτώντας τα στοιχεία τού ενεργητικού της αντί 600 εκατ. ευρώ. Το ίδιο επιχείρησε να κάνει και με τις δυο μεγαλύτερες, την Kaupthing και την Landsbanki, αλλά μάταια. Με τα ανοίγματα των τραπεζών να ξεπερνούν το 900% του ΑΕΠ, κάθε προσπάθεια εθνικοποίησης ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία (***). Έτσι, μόλις 10 ημέρες αργότερα, στις 9 Οκτωβρίου, η αρμόδια Αρχή Ελέγχου (Financial Supervisory Authority – FME) αποφάσισε να θέσει και τις τρεις τράπεζες σε εκκαθάριση.
Συνεπώς, η παραπάνω δήλωση του Γκρίμσσον στην Ντώυτσε Βέλλε είναι πέρα ως πέρα ανακριβής, σε σημείο ώστε να μπορούμε άνετα να την χαρακτηρίσουμε ως συγκαλυμμένο ψέμα. Πρώτον, το κράτος έκανε ό,τι μπορούσε για να σώσει τις -ιδιωτικές, μη το ξεχνάμε- τράπεζες, μέχρις ότου κατάλαβε ότι κάτι τέτοιο ήταν απολύτως αδύνατο. Και, δεύτερον, κάθε άλλο παρά τις άφησε να πτωχεύσουν. Αντίθετα, λειτούργησε εντελώς προστατευτικά ως προς τις ενδοϊσλανδικές υποχρεώσεις των τραπεζών, προκειμένου να διασώσει όσο γινόταν την εγχώρια οικονομία, εγκαταλείποντας στην τύχη τους τους αλλοδαπούς αποταμιευτές και επενδυτές.
Εδώ βρίσκεται μια δεύτερη ριζική διαφορά τής Ελλάδας με την Ισλανδία. Η Ισλανδία είχε την άνεση να κάνει ό,τι έκανε, διότι αφ’ ενός μεν δεν είχε εγγυηθεί ποτέ τα δάνεια των τραπεζών της, αφ’ ετέρου δε το συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι των υποχρεώσεων των τραπεζών αφορούσε το εξωτερικό. Αντίθετα, το ελληνικό κράτος, ακολουθώντας την πολιτική και τις οδηγίες τής Ε.Ε. και της ΕΚΤ, έχει δώσει εγγυήσεις για τα δάνεια των τραπεζών του, ενώ ένα τεράστιο τμήμα των υποχρεώσεων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων του αφορά το εσωτερικό τής χώρας (ιδιώτες ή νομικά πρόσωπα του στενού ή ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως ασφαλιστικά ταμεία, επιμελητήρια, πανεπιστήμια κλπ). Το αν αυτή η εμπλοκή τού ελληνικού δημοσίου με τις τράπεζες έπρεπε να αποφευχθεί ή όχι είναι αντικείμενο άλλης συζήτησης. Εδώ, το θέμα μας είναι ότι η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να κάνει αυτό που έκανε η Ισλανδία.
Όμως, τί ακριβώς ήταν αυτό που έκαναν οι ισλανδοί με τις τράπεζές τους; Αυτό θα το δούμε αναλυτικά αύριο.
————————————————-
(*) Süddeutsche Zeitung, “Island träumt vom Euro” (Η Ισλανδία ονειρεύεται το ευρώ), 22/9/2011.
(**) Deutche Welle, “Grimsson: IMF learned new lessons in Iceland“, 31/1/2013.
(***) Το ίδιο είχε κάνει και ο υπουργός οικονομικών των ΗΠΑ Χανκ Πώλσον. Προσπάθησε να σώσει τον κλυδωνιζόμενο χρηματοπιστωτικό τομέα σπρώχνοντας εκατοντάδες δισ. δολλαρίων (Fannie Mae, Freedie Mac, Goldman Sachs, AIG κλπ), ώσπου κατάλαβε ότι ήταν αδύνατο να βρεθεί αρκετό χρήμα για να σωθούν όλοι και άφησε την Lehman Brothers να καταρρεύσει.