Ανεργία και εργασιακή ανασφάλεια αρρωσταίνουν συστηματικά τους ανθρώπους όπως προκύπτει από μεγάλη έρευνα, στοιχεία της οποίας προδημοσιεύει σήμερα η «Εφ.Συν.»
27.03.2017, 19:21 | efsyn
Καθημερινά ακούμε για «κανόνια» στην αγορά, «λουκέτα» σε επιχειρήσεις, μεγαλοοφειλέτες που φοροδιαφεύγουν. Αν κάτι κρύβεται πίσω από αυτές τις ειδήσεις είναι ο πόνος και η αγωνία των εργαζομένων σε αυτές τις επιχειρήσεις και αυτούς τους εργοδότες, το άχθος ενός αβέβαιου παρόντος και ο πόνος ενός μέλλοντος που προδιαγράφεται σκοτεινός και αδιέξοδος.
Στη ζούγκλα που έχει μετατραπεί ο εργασιακός χώρος υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής. Αυτές οι συνθήκες εργασίας -κι ακόμα χειρότερα η ανεργία που κόβει τη ζωή των ανθρώπων στην πριν και μετά τη δουλειά εποχή- μας αρρωσταίνουν.
«Είναι καιρός να έρθουμε σε ρήξη και να διαμαρτυρηθούμε δημόσια και αποτελεσματικά ενάντια σε αυτές τις ανυπόφορες συνθήκες ζωής, να βγούμε από το γραφείο του γιατρού και το εργαστήριο του ερευνητή για να κάνουμε ορατό και απτό ένα σκάνδαλο τόσο πολιτικό όσο και ηθικό, που για μεγάλο διάστημα αντιμετωπίστηκε σαν ιδιωτική υπόθεση των θιγόμενων ατόμων. (…) Να καταγγείλουμε τις δομές και τις δυναμικές ενός κόσμου της εργασίας που αρρωσταίνει συστηματικά τους ανθρώπους…».
Μας μιλά ο καθηγητής Κοινωνιολογίας στο τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ, Νίκος Παναγιωτόπουλος, με αφορμή τη νέα του έρευνα που επιχειρεί να αναδείξει την οδύνη αλλά και την παθολογία που έχει δημιουργήσει ο μετασχηματισμός των εργασιακών συνθηκών που πλήττουν τους εργαζόμενους.
Το βασικό εύρημα της μελέτης είναι ότι η ανεργία και η εργασιακή ανασφάλεια μας στέλνουν όλο και πιο συχνά στους γιατρούς.
Αυτό προκύπτει από τις απαντήσεις 526 γιατρών διαφόρων ειδικοτήτων σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε επί ενάμιση χρόνο και ολοκληρώθηκε το 2016 από ομάδα ερευνητών με τον ίδιο επικεφαλής, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο St. Gallen και την ελβετική κλινική Schützen Rheinfelden.
Τα δεδομένα συνέλεγαν οι γιατροί σημειώνοντας πόσοι από τους ασθενείς που τους επισκέφθηκαν αναφέρθηκαν στα προβλήματα του εργασιακού τους χώρου και κατά πόσο αυτά συνδέονταν με κάποιο σύμπτωμα για το οποίο τους επισκέπτονταν.
Από τις απαντήσεις τους προκύπτει αβίαστα ότι τα εργασιακά προβλήματα -από την ανεργία μέχρι το ελαστικό ωράριο, την επισφάλεια, τη μερική απασχόληση ή την απειλή απόλυσης- συσχετίζονται, όπως είναι αναμενόμενο, με την υγεία.
Αυτό που ξαφνιάζει είναι σε ποια έκταση συνδέονται, αφού περισσότεροι από τους μισούς γιατρούς όλων των ειδικοτήτων που έλαβαν μέρος στην έρευνα -σε ποσοστά που ξεπερνούν το 50%- δέχονται πολύ συχνά ασθενείς που είναι άνεργοι ή βρίσκονται σε επισφαλείς θέσεις εργασίας.
Οι παθολόγοι
Σύμφωνα με τις απαντήσεις τους στην έρευνα, οι παθολόγοι, που συγκροτούν τη μεγαλύτερη αριθμητικά ομάδα γιατρών του δείγματος (47,34%), στη συντριπτική τους πλειονότητα (87,15%) δέχονται πολύ συχνά (57,53%) και συχνά (29,72%) ανέργους, ενώ οι οκτώ στους δέκα αναφέρουν ότι πολύ συχνά (59,84%) και συχνά (22,09%) τους επισκέπτονται άνθρωποι που βιώνουν εργασιακή ανασφάλεια.
Οι καρδιολόγοι
Η δεύτερη μεγαλύτερη ειδικότητα που έλαβε μέρος στην έρευνα, οι καρδιολόγοι, το 28,33% του δείγματος, απάντησαν επίσης ότι στην πλειονότητά τους δέχονται είτε πολύ συχνά (57,05%), είτε συχνά (33,56%) ανέργους, που αθροιζόμενα (90,61%) δίνουν στους ανέργους τα ηνία επισκεψιμότητας σε καρδιολόγους, τους οποίους επισκέφθηκαν επίσης πολύ συχνά (57,05%) και συχνά (30,87%), ήτοι συνολικά σε ποσοστό 87,92% ασθενείς που ανέφεραν ανασφάλεια λόγω θέσης εργασίας.
Οι νευρολόγοι
Οι απαντήσεις των νευρολόγων-ψυχιάτρων -ειδικότητα που αποτελεί το 15,40% του συνόλου των γιατρών που συμμετείχαν στην έρευνα- είναι επίσης εξαιρετικά σημαντικές, αφού δεν εμφανίστηκε ποτέ, ούτε καν σπάνια, σε αυτές τις ειδικότητες ασθενής που να μην έχει εργασιακό πρόβλημα…
Αυτό που ξεχωρίζει σε αυτή την ειδικότητα είναι ότι κατέχουν την πρώτη θέση στη συχνότητα με την οποία δέχονται επισκέψεις ασθενών ανέργων ή εργασιακά επισφαλών, καθώς το άθροισμα των απαντήσεων «πολύ συχνά» και «συχνά» καταγράφει το μεγαλύτερο ποσοστό (93,83%) στις επισκέψεις ανέργων αλλά και όσων νιώθουν ανασφάλεια λόγω θέσης εργασίας (92,65%). Κοινωνικές κατηγορίες που σχετίζονται με ψυχικά νοσήματα.
Να σημειωθεί ότι στην έρευνα, κάποια πρώτα στοιχεία της οποίας παρουσιάζει η «Εφημερίδα των Συντακτών» προτού δημοσιευτεί ολόκληρη, συμμετείχε και η ειδικότητα των γιατρών εργασίας (8,93% του δείγματος) και υπήρχε η ποιοτική διάσταση που έδωσαν 80 σε βάθος συνεντεύξεις με γιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων, ενώ συμπληρώνεται από σχετική εθνογραφική έρευνα στα επείγοντα περιστατικά τριών νοσοκομείων τη χώρας.
«Κανείς δεν επισκεπτόταν τον γιατρό όταν ένιωθε μία ενόχληση ή προληπτικά, αλλά όταν η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο και νοσούσε και συνήθως ζητούσε κάτι για να ανακουφιστεί. Ενα ακόμη στοιχείο που προέκυψε από τη συζήτηση με τους γιατρούς είναι ότι οι εργαζόμενοι δεν ζητάνε πλέον εύκολα αναρρωτικές άδειες υπό τον φόβο της απόλυσης», μας λέει Αθηνά Καρατζά, μία εκ των 18 μελών της ερευνητικής ομάδας, που δεν κρύβει το γεγονός ότι ούτε η ίδια περίμενε να υπάρχει τόσο μεγάλη συσχέτιση των προβλημάτων υγείας με τις αλλαγές στον χώρο της εργασίας και μάλιστα με συγκεκριμένες παθήσεις, όπως είναι τα καρδιαγγειακά νοσήματα.
Νίκος Παναγιωτόπουλος, καθηγητής Κοινωνιολογίας
«Είναι καιρός να κάνουμε ορατό ένα σκάνδαλο τόσο πολιτικό όσο και ηθικό»
• Ποιος ήταν ο στόχος της έρευνας; ρωτήσαμε τον επικεφαλής της, καθηγητή Κοινωνιολογίας, Νίκο Παναγιωτόπουλο.
Ο σημερινός κόσμος της εργασίας αποτελεί πλέον, εδώ και καιρό, μια παράδοξη πηγή ολοένα μεγαλύτερης οδύνης. Από τη μία μεριά, έχουμε όλο και περισσότερους πολίτες που αποκλείονται από την εργασία – οι άνεργοι και οι άτυποι μισθωτοί αυξάνονται συνεχώς.
Από την άλλη, ολοένα περισσότεροι άνθρωποι υποφέρουν από «υπερβολικό» φόρτο εργασίας. Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει εργαζόμενους να ομολογούν πως στη δουλειά τούς ωθούν στα όρια, και πολύ συχνά πέρα από αυτά – όσους είναι σε θέση να αναλάβουν και να αντέξουν.
Ετσι οι μεν εξαντλούνται στην προσπάθειά τους να οργανώσουν μια ζωή υπό το κράτος της επισφάλειας, οι δε στενάζουν υπό το κράτος μιας εργασίας που κατακλύζει όλη τους την ύπαρξη, μέχρι τις σφαίρες της ιδιωτικής και προσωπικής τους ζωής.
Η ιδέα της ισορροπίας ζωής-εργασίας, το λεγόμενο «work-life balance», που τόσο αρέσει στον κυρίαρχο λόγο του μάνατζμεντ, φαντάζει πλέον άτοπη. Ηθελα, λοιπόν, να συμβάλω στην ανάδειξη των επιπτώσεων αυτής της παράδοξης εξέλιξης, επιπτώσεις με σημαντικό κόστος.
Η έρευνα στοχεύει επίσης να συμβάλει στη διαμόρφωση των πολιτικών πρόληψης των αρνητικών συνεπειών των νέων εργασιακών σχέσεων.
Στον βαθμό που τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής συμβάλλουν στην καταγραφή και ανάλυση των ευρύτερων οικονομικών μεταβολών και τις επιπτώσεις τους στην υγεία των πολιτών, η ανάγκη συνέχισης της έρευνας κρίνεται επιτακτική.
Η συνέχισή της θα μπορούσε να εστιάσει περισσότερο στην επεξεργασία των επιπτώσεων αυτών στη χώρα μας, με στόχο, μεταξύ άλλων, να προταθούν οι αρχές δημιουργίας και λειτουργίας ενός μόνιμου παρατηρητηρίου για τα φαινόμενα κοινωνικής παθολογίας στην Ελλάδα, που θα ελέγχει διαχρονικά την εξέλιξη της υγείας των εργαζομένων.
• Ποιες είναι αυτές οι επιπτώσεις;
Κατ’ αρχάς, για τα ίδια τα άτομα που υποφέρουν ψυχικά και σωματικά από έναν ανελέητο κόσμο της εργασίας, καθώς ενσωματώνουν και σωματοποιούν αυτούς τους παθολογικούς μηχανισμούς.
Σημαντικό, όμως, είναι το κόστος και για τις επιχειρήσεις, υπό τη μορφή ενός αυξανόμενου αριθμού χαμένων εργάσιμων ημερών λόγω αδειών ασθενείας και της απώλειας ενός απαραίτητου «ανθρώπινου κεφαλαίου» λόγω των ολοένα συχνότερων περιπτώσεων επαγγελματικής εξουθένωσης, του λεγόμενου «burn-out».
Εξίσου σοβαρό, βέβαια, είναι και το κόστος για την κοινωνική αλληλεγγύη που επιφορτίζεται με τη φροντίδα αυτών των θυμάτων, συλλογικοποιώντας τις ζημίες τις οποίες παράγουν οικονομικές στρατηγικές στην υπηρεσία μιας λογικής ταγμένης στη μεγιστοποίηση της κερδοφορίας της ανθρώπινης εργασίας.
• Εδώ και καιρό με την έρευνά σας καταδεικνύετε τις επιπτώσεις της κρίσης στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, όπως πέρσι με το έργο σας «Mirrors», αλλά αναδεικνύετε και τον ρόλο που οφείλουν να παίζουν οι επιστήμονες, όχι ως ουδέτεροι παρατηρητές αλλά ως παρεμβατικά υποκείμενα για τη μόχλευση αλλαγών προς όφελος της κοινωνίας στον δρόμο που χάραξε ο «δάσκαλός» σας Μπουρντιέ, τον οποία συχνά επικαλείστε. Με ποιον τρόπο θεωρείται ότι μπορείτε να υπηρετήσετε αυτόν το ρόλο;
Δεν είναι δυνατόν στις μέρες μας να τίθεται το ζήτημα της δημοκρατικής διακυβέρνησης χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα κεκτημένα των κοινωνικών επιστημών και πώς η Κοινωνιολογία, για παράδειγμα, μπορεί να συμβάλει σε μια πραγματική δημοκρατική πολιτική δράση ικανή να διασφαλίσει την ευημερία όλων των πολιτών.
Τη στιγμή που η ταξική δομή σκληραίνει και η υπερκινητικότητα του κεφαλαίου δίνει στη διεθνή κυρίαρχη τάξη μια χωρίς προηγούμενο δυνατότητα κυριαρχίας, τη στιγμή που οι ιθύνουσες ηγετικές ομάδες απορρυθμίζουν τα προστατευτικά δίκτυα της κοινωνικής ασφάλισης, που κατάφεραν να θέσουν σε εφαρμογή οι εργαζόμενοι μετά από αγώνες ενός αιώνα, τη στιγμή που οι μορφές φτώχειας που γνωρίσαμε τον 20ό αιώνα επανέρχονται στην επιφάνεια, δεν πρέπει να αφήνουμε αναπάντητη τη ρητορική αυτής της πολιτικής.
Πρέπει να απαντάμε με μια αυστηρή, χωρίς συμβιβασμούς οικονομία των ανθρώπινων πρακτικών, και όχι μόνο των οικονομικών.
Κοινωνιολόγοι και γιατροί έχουν καθημερινά εμπειρίες σχετικά με τα σημάδια οδύνης, εξάντλησης και απελπισίας που συνοδεύουν μια τέτοια παθολογική εξέλιξη του κόσμου της εργασίας, τις τελευταίες δεκαετίες.
Για μεγάλο διάστημα, κοινωνιολόγοι και γιατροί δέχονταν να παίζουν τον ρόλο ενός είδους «τείχους των δακρύων» απέναντι σε ατομικές μαρτυρίες.
Περιορίζονταν στη λειτουργία μιας υπηρεσίας επανόρθωσης των δεινών, ενώ τις πηγές και τις αιτίες των συμπτωμάτων που παρατηρούσαν τις θεωρούσαν ότι ήταν πέραν των αρμοδιοτήτων τους.
Εχω την εδραία πεποίθηση πως είναι καιρός να έρθουμε σε ρήξη με μια τέτοια λογική «ιδιωτικοποίησης» και να διαμαρτυρηθούμε δημόσια και αποτελεσματικά ενάντια σε αυτές τις ανυπόφορες συνθήκες ζωής, να βγούμε από το γραφείο του γιατρού και το εργαστήριο του ερευνητή, για να κάνουμε ορατό και απτό ένα σκάνδαλο τόσο πολιτικό όσο και ηθικό, που για μεγάλο διάστημα αντιμετωπίστηκε σαν ιδιωτική υπόθεση των θιγόμενων ατόμων.
Θέλησα να επιχειρήσω να ενώσω τις δυνάμεις των γιατρών και των κοινωνιολόγων στον δημόσιο χώρο για να καταγγείλουμε τις δομές και τις δυναμικές ενός κόσμου της εργασίας που αρρωσταίνει συστηματικά τους ανθρώπους και προκαλεί έναν ανυπόφορο κυκεώνα στο πεδίο της ανθρώπινης ζωής και των ανθρωπίνων πόρων.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Με απειλή την απόλυση εργοδότες εκβιάζουν για επιστροφή μισθού