Μεγαλώνοντας με ραπανάκια, γηράσκοντας με μουρουνόλαδα
thegreekcloud | 27.04.2017 | 15:23
Εξ αντικειμένου και ειδικότητας αφιερώνω πολύ παραπάνω του μισού επαγγελματικού μου χρόνου σε ηλικιωμένους και υπερήλικες.
Από τις τσιρίδες και τις σαχλοπαρέες του πέντε χρόνια μικρότερου αδελφού μου, προτιμούσα τα κελαρυστά μουρμουρητά των σοφών φίλων του πατέρα μου. Από τότε ακόμη που ελάχιστα καταλάβαινα από τις θαλασσινές τους ιστορίες, τους πολιτικούς καυγάδες τους, τους άλλους πάνσοφους που κάθε τόσο μνημόνευαν λόγια και γραπτά τους.
Οι δύο βέρες στο δάχτυλο της κυρά Λένης απέναντι, μου κινούσαν την περιέργεια για το μάταιο το μυστήριο της ζωής παραπάνω απ΄όσο τα μανόν και οι λίμες της μάνας μου.
Πιστεύω πως οι “μεγάλοι” δεν είναι παρά οι χαρτορίχτρες, οι κρυστάλλινες σφαίρες της ζωής μας. Αν πρόκειται κάτι νέο να μάθεις για την διαδρομή, θα στο πει αυτός που σ΄έχει ήδη προσπεράσει. Από εκεί που ήδη πέρασες, τις χαρτογραφείς και μόνος σου τις λακκούβες.
Χρόνια ατέλειωτα κι “ατέλειωτα” μέσα σε δημόσια συστήματα υγείας, πάνω από 90% συναναστράφηκα από μη πλούσιους έως άπορους. Όποτε κι αν με ρωτήσουν “διάλεξε μια απ΄όλες τις εικόνες που δεν θα σταματήσει να σε κυνηγά”, όσοι αιώνες κι αν περάσουν, θα απαντήσω: “O παππούς από την επαρχία που μια βδομάδα κοιμόταν τα βράδια στο εκκλησάκι του νοσοκομείου, όσο νοσηλευόταν η γυναίκα του. Μ΄ένα τριμμένο σακάκι για κουβέρτα και την σακούλα, με βιβλιάρια, συνταγογραφήσεις κι εξετάσεις, ασφαλισμένη στο πόδι του σαν μπάλα φυλακισμένου”.
Εν ολίγοις, κάτι λόγω ιδιοσυγκρασίας κάτι λόγω συνθηκών, το θυμικό μου όφειλε όταν ακούει “ηλικιωμένος” “φτωχός” “ανήμπορος”, να πετάει φωτιές ψηλότερες από αυτές που κατάπιαν όλα τα “καλύτερη ζωή” της γενιάς μου. Να επικροτεί κάθε δράση, κίνηση, υπέρ των αδυνάτων χωρίς την παραμικρή ένσταση, εισαγωγικό, “αλλά”.
Ακόμη κι εγώ με εκπλήσσω που, καιρό τώρα, έχει αρχίσει και μου πυροδοτεί το αντίθετο σχεδόν συναίσθημα κάθε περηφάνια και κλαπ κλαπ επειδή θεσπίστηκε το τάδε ή ξεκίνησε το δείνα πρόγραμμα, για τους αδύναμους κοινωνικά. Όχι μόνο στην Ελλάδα. Παντού όλο και εξαπλώνεται επίμονα αυτός ο περίπου αντίστροφος ρατσισμός.
Σαν οι κοινωνίες που συστηματικά και προγραμματισμένα καθημερινά σφραγίζουν κι από έναν δρόμο στους υγιείς, στους πιτσιρικάδες, στους “δυνατούς”, σε όλους όσους δεν πληρούν τα κριτήρια ένταξης σε καμιά ευπαθή ομάδα, να εξαργυρώνουν ενοχές, να ρίχνουν στάχτη στα μάτια της Ζωής με ασπιρίνες, επιδόματα και συσσίτια. Περιμένοντας να τελειώσουν κάποτε όλοι οι μη έχοντες αντικειμενικά ανάγκη βοήθειας. Και θα τελειώσουν. Είναι ήδη τελειωμένοι.
Πιο τελειωμένοι κι από το 5χρονο που αγωνιά στην διαφήμιση του μουρουνέλαιου “θα ζήσω κι εγώ πολλά χρόνια παππού”?
Πιο τελειωμένο από όλους μας. Που στα ψιλά μας περνάει ότι μια μαλακισμένη διαφήμιση τρυπώνει στο μυαλό ενός 5χρονου κι όλων των 5χρονων που παρακολουθούν τέτοια ερωτηματικά. Δεν περισσεύει χρόνος, μυαλό, για τέτοιες πολυτέλειες. Για τους πιτσιρικάδες που έχουν και σπίτι και παππού. Ούτε για τους ενήλικες που έχουν ακόμη σπίτι, φαγητό, παιδιά. Όταν αποκτήσουν ταυτότητα μέλους στην κάστα “Τίποτα”. θα είμαστε εκεί.
Καμιά μάχη χειρότερου-χείριστου. Γονατισμένοι ανεπιστρεπτί από τα “μη χειρότερα” κι όλα τα άλλα, ενοχές κι αμηχανίες για κατανάλωση. Μιας παγκόσμιας κοινωνίας που μεθοδευμένα και συστηματικά βαδίζει εκεί που ο 1./10 θα δικαιούται πρόσβαση στα πάντα και οι υπόλοιποι αποκλειστικά στην βοήθεια των φιλεύσπλαχνου κράτους, μιας οργάνωσης αλληλεγγύης. Συχνά πυκνά, στις κορυφές της, συμφερόντων άρρηκτα δεμένων με αυτά του κράτους.
Αλλού ξεδιάντροπα, αλλού στα μουλωχτά, το μόνο που όλο κι ευκολότερο γίνεται για τα 5χρονα είναι η γεωγραφία. Με τους παρόντες ρυθμούς, δεν θα χρειαστούν πολλές δεκαετίες ως να πέσουν όλα τα σύνορα κι ο κόσμος να διαιρείται και τυπικά στα δύο μόνο. Aφρικές – Νήσοι Πλουσίων.