the greekcloud | 03.06.2017 | 01:30
Old Boy
Έψαξε κάποτε να βρει εκείνον που μεσολαβεί ανάμεσα σε αυτό που συμβαίνει μέσα στο κεφάλι μας και σε αυτό που εξωτερικεύουμε. Τον βρήκε, τον έπιασε απ’ τον γιακά, τον στρίμωξε σε μια γωνία και τον ρώτησε: «Ποιος νομίζεις ότι είσαι;». «Εκείνος που επέτρεψε να βγουν από μέσα σου οι εντελώς συγκεκριμένες λέξεις. Και μόνο αυτές. Και με αυτή τη σειρά. Και με αυτό το ύφος. Εκείνος που αποσιώπησε όλες τις υπόλοιπες. Εκείνος που επιτρέπει να υπάρχει ταυτόχρονα αυτό που συμβαίνει κάθε στιγμή στο κεφάλι σου κι αυτό που εξωτερικεύεις χωρίς να τρελαίνεσαι». «Και που δεν τα καταφέρνει πολύ καλά μάλλον, γιατί αν δεν είναι τρέλα ο διάλογός μας, τότε τι είναι;», του ανταπάντησε, αφήνοντας τα χέρια απ’ τον γιακά του. «Μα το γεγονός ότι δεν συζητάμε στα αλήθεια, παρά τελικά και πάλι μόνο στο κεφάλι σου, το γεγονός ότι δεν έχεις πιάσει στα αλήθεια κανέναν από κανέναν γιακά, το γεγονός ότι όλα αυτά δεν είναι παρά λέξεις που γράφονται και δη σε τρίτο ενικό, δεν σε πείθει ότι ακόμα τα καταφέρνω;». Η τελευταία παρατήρηση τον κλόνισε, κοίταξε τριγύρω του, ναι, κανείς άντρας απέναντί του, καμία γωνία, κανένας τσαλακωμένος γιακάς, μόνο μια οθόνη που ολοένα και λεύκαινε λιγότερο, μια οθόνη που ολοένα και γέμιζε περισσότερο με μαύρες μικρομορφές που μάλλον ήταν λέξεις και μάλλον αυτό το λευκό ανάμεσά τους εκείνο που μεσολαβούσε ανάμεσα σε αυτό που εξωτερικεύουμε και στην αναγκαία παύση από λέξη σε λέξη, μήπως και τελικά ό,τι εξωτερικεύθηκε καταφέρει να σχηματίσει κάτι που να θυμίζει περισσότερο νόημα και λιγότερο ασυναρτησία.