O Μέγας Ανατολικός
- Ἀναπνέουσα βαθειά, ἡ Ὑβόννη ἐκοίταζε ἀκόμη τὸν οὐρανόν. Αἴφνης μία ἄλλη σκέψις, εἰς ἀδιάπτωτον ἀλληλουχίαν μὲ τὰς προηγουμένας ἐρχόμενη, ἔλαμψε εἰς τὸν νοῦν της. Ἧτο μία σκέψις γοργή, θερμή, σὰν αἷμα σφύζοντος νεανικοῦ ὀργανισμού… Μήπως ἂν ἤλλασσε πεποιθήσεις καὶ ἰδίως τὴν συμπεριφορᾶν της εἰς τὴν ζωὴν ὡς πρὸς τὸν ἔρωτα, εἰς τὸν ὁποῖον ἕως σήμερον ὑπῆρξε τόσον πολὺ ἐλλειμματίας, θὰ ἤρχιζε δι αὐτὴν νέα ζωή, μία ζωὴ πανήδονη, γλυκύτατη -ἡ μόνη ὀρθή, ἀληθινὴ καὶ φυσική. Ἀλήθεια, μήπως τοῦτο ἧτο δυνατόν; Ἀκόμη ὀλίγα δευτερόλεπτα ἐκοίταξε τὸν οὐρανὸν ὡς ἐν ἐκστάσει ἡ Ὑβόννη, γοητευμένη, μαγευμένη καὶ ἀναπνεόυσα βαθειὰ τὴν θαλασσίαν αὔραν… Ὤ, ναί, αὐτὸ ποὺ ἐσκέφθη ἧτο ἀπολύτως δυνατόν. Ἀλλέως, δὲν θὰ ἔλαμπαν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο τὰ ἄστρα· ἀλλέως δὲν θὰ περιεστρέφοντο τόσον θριαμβευτικὰ καὶ μὲ τόσην εὐρυθμίαν οἱ τρόχοι τοῦ «Μεγάλου Ἀνατολικοῦ»· ἀλλέως δὲν θὰ ἐσκόρπιζε τόσον θωπευτικᾶ, τόσον ἠδονικᾶ, κατὰ διαστήματα, εἰς τὸ πρόσωπόν της, τὸ ὑγρὸν ψιμμύθιν τοῦ θαλασίου ἀφροῦ, ἡ ἁπαλὴ πνοὴ τοῦ ἀνέμου… Ὤ, ναί, αὐτὸ ποὺ ἐσκέφθη, ἧτο δυνατὸν νὰ γίνη κι ἡ ἀλλαγῆ αὐτή, ποὺ ἔπρεπε νὰ ἀρχίση ἀμέσως, θὰ ἧτο ὁ λυτρωμός της.
Ο Μέγας Ανατολικός, τόμος 1ος, σελ. 111-12
Ο Μέγας Ανατολικός, τόμος 1ος, Κεφάλαιο 6ο
- Τι συμβαίνει, διηρωτάτο με σπαραγμόν η νεανίς, και δεν ημπορεί κανείς να απολαμβάνη πάντοτε τον έρωτα σαν μίαν ωραίαν οπώραν {…}, σαν ένα ωραίο τοπείον, σαν ένα ωραίο ξένοιστο πρωί, πασίχαρο, αυροφίλητο, γιομάτο ευφροσύνη, σαν ένα μυροβόλο περιβόλι, ή σαν μια καθαρή αμμουδιά, λουσμένη από γαλάζιο πέλαγος ευδαιμονίας; Μήπως δεν φταίει καθόλου, μα καθόλου ο έρως – εξηκολούθησε να σκέπτεται μα αιμάσσουσαν καρδίαν η Υβόννη. Μήπως φταίει ο τρόπος με τον οποίον αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι τον έρωτα, τόσον εις το ατομικόν, όσον και εις το κοινωνικόν επίπεδον; Μήπως, αν δεν έμπαινε στη μέση το λεγόμενον «αίσθημα» και η λεγομένη «ηθική», θα ημπορούσε τότε μόνον να είναι ο έρως τέλειος και απλός και εύκολος, επ’ άπειρον πανήδονος και απολύτως παντοδύναμος – όλο χαρά (μόνο χαρά), όλο γλύκα (μόνο γλύκα), χωρίς απαγορεύσεις, στερήσεις, πικρίες, διάφορα «μούπες-σούπα» και άλλα αηδή και ακατανόητα, όπως η αποκλειστικότης, η εντός του γάμου αγνότης και όλη η σχετική με αυτόν απέραντη όσον και μάταια ηθικολογία και φιλολογία; Με τας τελευταίας σκέψεις, η Υβόννη έπαυσε να κλαίη. Της εφάνη ωσάν να είχε λάμψει αιφνιδίως εις το σκότος ένα φως λαμπρόν, μια δέσμη φωτεινή μεγάλου φάρου τηλαυγούς.
Ο Μέγας Ανατολικός, τόμος 1ος, Κεφάλαιο 6ο
καλάγεμου
One Comment
aris
Ωραίος ο Εμπειρίκος!!!
Είναι αυτό που λέμε στα παπέ μου όλα!
Να σου πω άμα οι άλλοι σου βρίσκουν φαί, άμα οι άλλοι σου φτιάνουν νοσοκομεία, άμα οι άλλοι σου φτιάνουν ρούχα να μη κρυώνεις άμα οι άλλοι σε προστατεύουν να μη σε απαυτώσουνε και σένα γιατί μπορεί να μη σου αρέσει ρε αδερφέ, άμα οι άλλοι τρέχουνε να μεγαλώσουνε τσι γκόμενες για να τσι έχεις εσύ μεγάλε και εμένα μου αρέσει το σκηνικό με χίλια!!!
Από το πρωί μέχρι το βράδυ μέχρι τελικής πτώσης. Χα χα χα χα.
Για σκέψου όμως πως άμα πιάσει τούτη η αμπελοφιλοσοφία στο τέλος θα ζούμε σα τα πιθήκια στη ζούγκλα?
Δε θα υπάρχει τίποτα από τα γνωστά εκτός από το «αυτό» στο πιάτο! Και με το ζόρι μάλιστα!!
Θα πααίνεις να ξερωγώ την πιθηκοκαλλονή και εκεί πάνου στο καλύτερο θα ακούς ένα λιοντάρι και πάει μετά από πέντε ώρες θα σου ξανακάνει «κούκου» και βλέπουμε. Εκείνα που είναι λεύτερα γιατί δε τη κάνουνε έτσι τη ζωή τους?
Άσε που μπορεί να σε πιάσουνε καμιά δεκαριά πιθηκοκαλλονές και να μη σε αφήνουνε ούτε για νερό να πηαίνεις.
Άσε ρε φίλε καλύτερα καλόηρος, τουλάχιστο θα ξέρεις πότα είναι η σειρά σου για το βαρέλι…
Χουά χα χα χα χα χα χα χα.