Τα «συστατικά» της Κεντροαριστεράς είναι σαν τα συστατικά
του καντηλιού. Δεν σμίγουν, δεν συγχωνεύονται,
δεν ενοποιούνται
04.09.2017, 15:28 | εφσυν
Τάσος Τρίκκας
Θυμάστε το καντήλι της γιαγιάς; Λάδι και νερό στο ποτηράκι. Δεν έχει σημασία με ποια σειρά τα έβαζε. Μαζί το γέμιζαν το καντήλι, αλλά αυτά μαζί δεν έκαναν. Ξεχώριζαν αμέσως, το νερό και το λάδι, το ένα από το άλλο. Δεν γινόταν «πρόσμιξη».
Το καντήλι μάς φέρνει στον νου η ιστορία της Κεντροαριστεράς. Που δεν είναι η γιαγιά, αλλά σαράντα πέντε -και βάλε- μάστοροι που προσπαθούν τόσο καιρό να κάνουν την «πρόσμιξη» -την ενοποίησή της-, αλλά δεν το καταφέρνουν. Τα «συστατικά» της Κεντροαριστεράς είναι σαν τα συστατικά του καντηλιού. Δεν σμίγουν, δεν συγχωνεύονται, δεν ενοποιούνται. Τι γίνεται όμως όταν λείπει το ένα από τα δύο βασικά συστατικά; Ποια είναι εκείνα που θα ενοποιηθούν;
Μήπως αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχει Κεντροαριστερά; Πως είναι πλαίσιο φαντασίας, επιθυμιών, σχεδιασμοί επί χάρτου; Δύσκολο να το πιστέψει κανείς, όταν υπάρχουν τα οργανωμένα σχήματα στην πολιτική ζωή, «ηγέτες», οπαδοί που «πίνουν νερό στ’ όνομά της». Και όμως… Τότε πώς αυτή δεν στεριώνει, σαν το γεφύρι της Αρτας;
Τα πρώτα χρόνια μετά την πτώση της χούντας -Μεταπολίτευση το είπαν στην αρχή, ύστερα ο όρος τεντώθηκε σαν λάστιχο, ώστε να φτάνει μέχρι σήμερα- επικρατούσε ο λόγος για αριστερό ριζοσπαστισμό. Με όλες τις αντιφάσεις του, όπως «η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή», η ΕΑΔΕ, που τόσο ζημίωσε το κίνημα της ανανέωσης της Αριστεράς.
Και δεν ήταν μόνο λόγος, ήταν αριστερή διάθεση και πράξη. Σ’ αυτήν στηρίχτηκε ο μέγας σφετεριστής, ο Ανδρέας για να φτιάξει το ΠΑΣΟΚ, ο ηγέτης που τον χωρίζουν μίλια από τους θλιβερούς επιγόνους του, τον Γιωργάκη, τη Φώφη, τον Βενιζέλο, μέχρι του σημείου να τον νοσταλγούν ορισμένοι ειλικρινά, όχι αυτοί που ψάχνουν για «στερεότυπα», όπως ο Κωστάκης.
Χρειάζεται σοβαρή κοινωνιολογική και ιστορική μελέτη για να επιχειρηθεί να εξηγηθεί αυτή η «κεντρομόλος ροπή», που διαδέχτηκε τον αριστερό ριζοσπαστισμό. Δεν είναι αυτή η φιλοδοξία τούτου του σημειώματος. Σε τέσσερα σημεία θα περιοριστεί αυτό:
Πρώτον, το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, κακέκτυπο αριστερού κόμματος -ουδεμία η σχέση του με την παραδοσιακή Σοσιαλδημοκρατία της Δύσης ούτε με την κομμουνιστική Αριστερά-, γεγονός που δημιούργησε μεγάλη σύγχυση. Δανείστηκε από την Αριστερά τα πιο πολλά από τα χειρότερα στοιχεία της παράδοσής της -αντιδημοκρατικός συγκεντρωτισμός, επαναστατικός βερμπαλισμός, χειραγώγηση των μαζών, ένδεια θεωρητικής σκευής, τα οποία προσέμιξε με τα πιο καθυστερημένα χαρακτηριστικά της λεβαντίνικης παράδοσης -πελατειακές σχέσεις, ευνοιοκρατία, αυθαιρεσία, «μίζα» και «λούφα».
Το υβρίδιο που αποτέλεσε τη μεταβατική μορφή προς τη σύγχρονη Κεντροαριστερά, έτεινε να αποκρυσταλλωθεί επί Σημίτη με την ψιμυθίωση του «εκσυχρονισμού» και τον μιμητισμό της μεταμοντέρνας Σοσιαλδημοκρατίας του «Τρίτου Δρόμου» (α λα Giddens). «Κεντροαριστερά» δεν υπάρχει ακόμα, είναι το ψευδώνυμο της κερκόπορτας του νεοφιλελευθερισμού στον χώρο της Ανανεωτικής Αριστεράς.
Δεύτερον, η κοινωνική μετάλλαξη μέρους της Ανανεωτικής Αριστεράς. Ανεπαρκώς γειωμένη στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, δεν μπόρεσε να συγκρατήσει ορισμένα τμήματά της (κυρίως νέους διανοούμενους, αποφοίτους πανεπιστημίων αλλά και επιχειρηματίες start-up) από την αξιοποίηση των μορφωτικών προσόντων που διαθέτουν, τα οποία έσπευσαν να εκμεταλλευθούν τις νέες συνθήκες.
Οι ευκαιρίες της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της απαλλαγής από τους ώς τότε περιορισμούς (κατάργηση πιστοποιητικών κοινωνικών φρονημάτων κ.λπ.) υπήρξαν ισχυρά κίνητρα για να ενταχθούν σε υψηλές βαθμίδες της παραγωγικής διαδικασίας (ορισμένοι αναδείχτηκαν σε οργανικούς διανοούμενους της αστικής τάξης).
Τρίτον, το βάρος της Ιστορίας. Μετά το κίνημα του 1909 -τομή στη Νεοελληνική Ιστορία- κυριαρχούν στην πολιτική ζωή δύο μεγάλες παρατάξεις, η βενιζελική και η αντιβενιζελική, που αποτελούν ευρείες διαταξικές συμμαχίες. Ο Γ. Θ. Μαυροκορδάτος σημειώνει: «Ο αντιβενιζελισμός ουσιαστικά αντιπροσώπευε την επιβίωση της διαταξικής συμμαχίας που είχε σφραγίσει την Ελλάδα του 19ου αι. (γαιοκτήμονες, εισοδηματίες, χρηματιστές, βιοτέχνες, γεωργοί μικροκτηματίες).
Ο βενιζελισμός αντιπροσώπευε μια προσπάθεια ηγεμονίας της επιχειρηματικής αστικής τάξης γύρω από ένα πρόγραμμα αλυτρωτισμού σε συνδυασμό με κοινωνικές μεταρρυθμίσεις». Φυσικά δεν μπορούσε να γίνει λόγος για «Κεντροαριστερά», ούτε καν για το κύριο συστατικό της, το «Κέντρο». Δεν υπάρχουν ενδιάμεσες δυνάμεις.
Με τη συγκρότηση το 1918 του κόμματος της Αριστεράς (ΣΕΚΕ, μετέπειτα ΚΚΕ) δημιουργείται ένας τρίτος πολιτικός χώρος, με τις δικές του κοινωνικές και ιδεολογικές αναφορές. Αναδύεται η τριαδική δομή του ελληνικού πολιτικού συστήματος που υπάρχει ώς τις μέρες μας. Στην περίοδο της Κατοχής ο πολιτικός χάρτης αλλάζει. Μεγάλες μάζες βενιζελικών μετατίθενται προς την ΕΑΜική Αριστερά.
Η ληξιαρχική πράξη γεννήσεως του «Κέντρου» θα καταχωριστεί στα χρονικά μέσα στη δίνη του εμφυλίου πολέμου. Είχε προηγηθεί η Συμφωνία του Λιβάνου, που αποκατέστησε τα αδρανή -ή και συνεργαζόμενα με τον κατακτητή- βενιζελογενή και μοναρχικά κόμματα εντάσσοντάς τα μαζί με τα ΕΑΜικά κόμματα της Εθνικής Αντίστασης στην κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου. Μετά την ήττα της Αντίστασης, μέσα στις ωδίνες του εμφυλίου, υπό την αιγίδα των Αγγλων, της Αυλής και του ΙΔΕΑ συγκροτείται το πολιτικό μόρφωμα που θα αποκληθεί «Κέντρο», προκειμένου να εμφανιστεί με διαφορετικό πρόσωπο η πολιτική ελίτ που θα επωμιστεί τη διεξαγωγή του εμφυλίου πολέμου.
Στη μετεμφυλιακή εποχή, βενιζελογενή κόμματα προβάλλουν για πρώτη φορά με ιδιαίτερη έμφαση τον αυτοχαρακτηρισμό τους ως «Κέντρο» επιδιώκοντας τον διαχωρισμό τους από τη Δεξιά που διεκδικούσε τη μονοπώληση του κράτους των νικητών. Η ηγεσία του ενιαίου ακόμη ΚΚΕ επινοεί το ιδεολόγημα της «εθνικής αστικής τάξης» που «εκπροσωπεί» το «Κέντρο», προκειμένου να δώσει ιδεολογικό έρεισμα στο «άνοιγμά» της προς αυτό, στην προσπάθεια της σύμπραξης στον αγώνα για τον εκδημοκρατισμό. Η ηγεσία του Κέντρου αρνείται κάθε συνεργασία και εμφανίζεται έντονα αντικομμουνιστική.
Το βραχείας διάρκειας εγχείρημα της ΕΠΕΚ έδωσε στον βενιζελογενή αυτό σχηματισμό που πρόβαλλε προωθημένα δημοκρατικά αιτήματα (λήθη, αμνηστία) πρόσβαση στις προοδευτικές και αριστερές μάζες. Εκτοτε ακολουθούν παλινδρομικές κινήσεις ψηφοφόρων ανάμεσα στην ΕΠΕΚ αφ’ ενός και τη Δημοκρατική Παράταξη και ΕΔΑ αφ’ ετέρου, που έχουν δημιουργηθεί.
Είναι η έναρξη ενός φαινομένου που θα έχει μακρά διάρκεια: Οσον αφορά τα κόμματα που έχουν πια πολιτογραφηθεί ως «Κέντρο» (τα βενιζελογενή κόμματα με την ΕΠΕΚ στην αριστερή πτέρυγα) θα βρίσκονται πια σε μόνιμο ανταγωνισμό με το κόμμα της Αριστεράς για την προσέλκυση των αριστερών ψηφοφόρων στις κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις.
Οσον αφορά τους ψηφοφόρους με την αριστερή συνείδηση (λιγότερο τους «ξεκαθαρισμένους» κομμουνιστές) θα μοιράζουν τις ψήφους τους ανάμεσα στα ψηφοδέλτια της Αριστεράς και του Κέντρου, με κριτήριο την αποτελεσματικότερη συμβολή στη συγκεκριμένη μάχη κατά της Δεξιάς. («Σταυρικό πρόβλημα της Αριστεράς» θα το αποκαλέσει ο Ηλίας Ηλιού).
Η ανάδειξη της ΕΔΑ σε αξιωματική αντιπολίτευση το 1958, με τη μαζική παλιννόστηση αριστερών ψηφοφόρων, τεκμηριώνει την ιδιαιτερότητα του Κέντρου ως χώρου «πρόσκαιρης στέγασης» ψηφοφόρων με αριστερή συνείδηση, που επιλέγουν κατά περίσταση, ανάλογα με τη συγκυρία, την κάλπη που θα προτιμήσουν.
Χωλή, επομένως, στη μετεμφυλιακή της διαδρομή η «εν γενέσει Κεντροαριστερά» (νεόκοπος ακόμη όρος), αφού το ένα σκέλος της είναι καινούργιο, πρόσκαιρο και τεχνητό δημιούργημα συγκυριακών συνθηκών, που εξυπηρετεί ορισμένες ειδικού χαρακτήρα ανάγκες. Η έλευση του Ανδρέα Παπανδρέου και η δημιουργία του ΠΑΣΟΚ θα ξαναμοιράσουν την τράπουλα. Το Κέντρο περίπου εξαφανίζεται και οι ψήφοι της Αριστεράς διαμοιράζονται ανάμεσα σε τρία κόμματα -το ΠΑΣΟΚ (με τη μερίδα του λέοντος), το ΚΚΕ και το ΚΚΕ Εσωτ.
Τέταρτον. Η «Κεντροαριστερά» εκπλήρωσε τη λειτουργία της χοάνης του εργαστηρίου για το ελιξίριο της αφομοίωσης από μέρος των «ανανηψάντων» αριστερών της κυρίαρχης αστικής ιδεολογίας, την οποία προσέλαβαν με τη μορφή του νεοφιλελεύθερου «εκσυγχρονισμού». Στον χάρτη των πολιτικών δυνάμεων δεν άφησε ακόμη αποτύπωμα.
Οι επίμονες, με εναλλασσόμενα διαδοχικά σχήματα προσπάθειες να αποκρυσταλλωθεί ως μόνιμο και σταθερό κόμμα δεν κατορθώθηκε ακόμα να τελεσφορήσουν.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: