Ο Ντενί Βιλνέβ, ο Ράιαν Γκόσλινγκ και ο μοναδικός Χάρισον Φορντ μιλούν στην «Εφ.Συν.» | Kata Vermes
Το πολυαναμενόμενο σίκουελ της θρυλικής ταινίας του 1982 έκανε παγκόσμια πρεμιέρα και οι βασικοί συντελεστές του μιλούν στην «Εφ.Συν.». Ο Ντενί Βιλνέβ ξαναζωντανεύει τον φουτουριστικό κόσμο του «Μπλέιντ Ράνερ» με εντυπωσιακές εικόνες και συναίσθημα, ο γοητευτικός Ράιαν Γκόσλινγκ κρατάει τον πρωταγωνιστικό ρόλο και ο μοναδικός Χάρισον Φορντ επιστρέφει ως Ρικ Ντέκαρντ
Nτενί Βιλνέβ:
Ο Ρίντλεϊ Σκοτ μου έδωσε απόλυτη ελευθερία
Ο γαλλόφωνος Καναδός Ντενί Βιλνέβ βρέθηκε στο προσκήνιο κάνοντας γρήγορα άλματα, ειδικά με τις ταινίες «Sicario: ο εκτελεστής» (2015) και «Η άφιξη» (2016), με τις οποίες απέδειξε την επιδεξιότητά του ως σκηνοθέτης παραγωγών με εικαστικές και τεχνικές απαιτήσεις. Το «Blade Runner 2049» σημειώνει ακόμα μια απότομη άνοδο στην καριέρα του, με την πιθανότητα μιας επικής επιτυχίας, αλλά και το ρίσκο μιας παταγώδους αποτυχίας.
Βασισμένο στο μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας του Φίλιπ Ντικ «Do Androids Dream of Electric Sleep?», το πρώτο «Μπλέιντ Ράνερ» έμεινε στην ιστορία του κινηματογράφου ως ένα από τα αριστουργήματα της δεκαετίας του ’80. Η επιτυχία του δεν οφειλόταν μόνο στην ασυναγώνιστη μαεστρία του Ρίντλεϊ Σκοτ και τη δημιουργία ενός μοναδικού φουτουριστικού κόσμου, αλλά και στην αμφισβήτηση της ταινίας σχετικά με την άσκηση εξουσίας από τον άνθρωπο προς άλλα όντα.Οι σεναριογράφοι του «Blade Runner 2049», Χάμπτον Φάντσερ και Μάικλ Γκριν, δεν τόλμησαν να διεκδικήσουν μια θέση στην πρωτότυπη δομή της ιστορίας. Επικεντρώθηκαν στις προσωπικές σχέσεις και διαπλοκές των χαρακτήρων που θα μπορούσαν να συμβούν τόσο στον εξωτικό κόσμο του 2049 όσο και σ’ ένα χαμόσπιτο του Λος Αντζελες του 2017. Για τον Βιλνέβ, αυτό θα πρέπει να αποτέλεσε τη μοναδική εγγύηση κάποιας διαχρονικότητας.
– Πείτε μας για τη συμφωνία σας με τον Ρίντλεϊ Σκοτ.
Δέχτηκα να σκηνοθετήσω την ταινία υπό τον όρο ότι ο Ρίντλεϊ θα συμφωνούσε, γιατί δυσκολευόμουν να δώσω στον εαυτό μου την άδεια έχοντας υπερβολικό θαυμασμό για την πρώτη ταινία. Ο Ρίντλεϊ στάθηκε όμως πολύ γενναιόδωρος μαζί μου. Αφού μίλησε για τις αναφορές του στην πρώτη ταινία, μου είπε: «Αυτή η ταινία είναι δική σου. Αν με χρειαστείς, μπορείς να με βρεις στο τηλέφωνο όποτε θέλεις, κατά τ’ άλλα η ευθύνη είναι όλη δική σου». Ενιωσα -και ακόμα νιώθω- ευγνωμοσύνη που μου έδωσε απόλυτη ελευθερία.
– Βλέπετε μια αναλογία στη σχέση μεταξύ ανθρωποειδών με ανθρώπους και ανθρώπων με τη θεϊκή παρουσία;
Ναι. Για μένα η πρώτη ταινία ήταν σαν ένα ποίημα του θυμού μας προς τον Θεό. Γιατί είμαστε εδώ; Γιατί δεν μας απαντά κανείς; Γιατί παλεύουμε σ’ αυτόν τον κόσμο χωρίς κανένα κλειδί;… Αυτή η σκέψη διαχεόταν στην πρώτη ταινία και ήθελα την παρουσία της και σε αυτήν.
– Σύμφωνα με την ταινία σας, μια βασική διαφορά μεταξύ των ανθρώπων και των ανθρωποειδών είναι ότι τα τελευταία δεν έχουν ψυχή – μήπως γιατί η ψυχή δεν μπορεί να αναπαραχθεί από την επιστήμη;
Τα ανθρωποειδή στην ταινία είναι προσχεδιασμένα και βιομηχανοποιημένα, αλλά σκέφτονται και έχουν αισθήματα, ίσως όχι σαν των ανθρώπων γιατί δεν έχουν τις αντίστοιχες εμπειρίες, αποτελούν όμως έναν αντικατοπτρισμό της ανθρώπινης κατάστασης. Μας κάνουν να διερωτηθούμε για τη δική μας σχέση με τη φύση όπως και τα θεμιτά όριά μας. Ποια είναι η φύση της ψυχής, της συνείδησης; Πρόκειται για ένα από τα πιο βαθιά ερωτήματα που μπορεί να έχει ο άνθρωπος.
– Είναι γνωστό ότι ο Ρίντλεϊ Σκοτ και ο Χάρισον Φορντ δεν συμφωνούν για τη φύση του Ρικ Ντέκαρντ, αν είναι ανθρωποειδές ή άνθρωπος. Εσείς τι πιστεύετε;
Αυτό που κατάλαβα από το μυθιστόρημα του Φίλιπ Ντικ είναι ότι όλοι οι χαρακτήρες του «Μπλέιντ Ράνερ» βρίσκονται σε μια κατάσταση αμφισβήτησης. Υπάρχει μια αίσθηση παράνοιας ακόμα και ανάμεσα στους ανθρώπους. Ο Ρίντλεϊ είπε ότι είναι λίγο όπως οι γιατροί που βρίσκονται σε συνεχή επαφή με τους ασθενείς τους και σιγά σιγά αρχίζουν να νιώθουν οι ίδιοι άρρωστοι. Το ίδιο και με τους Μπλέιντ Ράνερ: έχουν να κάνουν με βιομηχανοποιημένους ανθρώπους που διαφέρουν ελάχιστα από τους πραγματικούς. Η παράνοια είναι αυτό που με ενδιαφέρει. Τι είναι ο Ντέκαρντ; Μ’ αρέσει πολύ η ερώτηση. Η απάντηση όχι τόσο.
– Μπορείτε να μας πείτε δυο λόγια για το εικαστικό κομμάτι της ταινίας σας;
Μ’ αρέσει πολύ το γεγονός ότι δεν υπάρχει το διαδίκτυο στην ταινία. Η ιδέα ότι λίγα χρόνια μετά την πρώτη ταινία έγινε ένας ηλεκτρομαγνητικός παλμός που έσβησε όλες τις ηλεκτρονικές πληροφορίες για τον σκηνοθέτη σημαίνει ότι μπορεί να δείχνει τους ανθρώπους χωρίς να κρατάνε κινητά τηλέφωνα ή να κρύβονται πίσω από οθόνες υπολογιστών, επαναφέροντας έτσι μια παράξενη αίσθηση εγγύτητας. Το θεώρησα έξυπνο απ’ τη μεριά των σεναριογράφων γιατί μου έδινε τη δυνατότητα να δημιουργήσω μια πραγματική αστυνομική ιστορία όπου για να βρεις κάποιον, δεν πας στο Google αλλά στον δρόμο.
—————————————-
Χάρισον Φορντ:
Το ήθος είναι αυτό που διατηρεί τον ανθρωπισμό μας
Παρ’ όλο που θα ήθελε να τον θυμόμαστε ως δραματικό ηθοποιό, ο 75χρονος Χάρισον Φορντ έχει αποκτήσει ένα θρυλικό προσωπείο το οποίο δεν έχει τη δύναμη να αφαιρέσει ο ίδιος από τη δημόσια παρουσία του.
«Δεν παίζω μόνο σε ταινίες δράσης», επιμένει. «Με ενδιαφέρουν όλα τα είδη κινηματογράφου, όπως και το δράμα. Το “Blade Runner 2049” είναι μια δραματική ταινία». Οσο όμως κι αν αρνείται ότι το «Ιντιάνα Τζόουνς» είναι μια τριλογία δράσης-περιπέτειας, γενιές τον λατρεύουν και θα συνεχίσουν να τον λατρεύουν όχι ως Χάρισον Φορντ αλλά ως Ιντιάνα Τζόουνς, Χαν Σόλο («Star Wars»), και φυσικά Μπλέιντ Ράνερ στην ταινία του Ρίντλεϊ Σκοτ (1982) – ακριβώς γιατί μέσα από αυτές τις μορφές μπορούν να αισθανθούν τη ζωή σαν περιπέτεια.
Παράλληλα, τίποτα δεν μας σταματάει να τον απολαύσουμε στην πρόσφατη επανεμφάνισή του στο «Star Wars: η δύναμη ξυπνάει» (2015) και τώρα ως Ρικ Ντέκαρντ στην καινούργια έκδοση του «Μπλέιντ Ράνερ».
– Πώς βλέπετε τη δεύτερη ταινία έχοντας τη μνήμη της πρώτης;
Είμαι ευγνώμων για την ευκαιρία να συνοδεύσω τον χαρακτήρα σε άλλα μέρη. Είμαι ευγνώμων για τα 30 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει. Χαίρομαι που η ταινία συνδυάζει συναισθηματικό βάθος με την επική και θεαματική διάσταση. Για έναν ηθοποιό είναι χαρά να προσεγγίζει τον θεατή με μια τόσο περίπλοκη και πλούσια ταινία.
– Η ταινία λαμβάνει χώρα σε μια εποχή οικολογικής καταστροφής. Σήμερα, παρατηρείτε κάποια πρόοδο στην προστασία της φύσης και του περιβάλλοντος;
Στην ταινία υπάρχουν πολλά θέματα που μπορεί να διακρίνει κανείς όχι μέσα από τον διάλογο αλλά τις εικόνες. Ενα από αυτά είναι και το θέμα του περιβάλλοντος.
Με τον οργανισμό Conservation International όπου συμμετέχω στο διοικητικό συμβούλιο, πιστεύω ότι έχουμε καταφέρει να προστατεύσουμε κάποια κομμάτια της φύσης προς όφελος της ανθρωπότητας. Γιατί ενώ η φύση μπορεί να επιβιώσει χωρίς τον άνθρωπο, ο άνθρωπος δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς τη φύση. Στην ταινία μπορούμε να δούμε τις πιθανές συνέπειες αν αποτύχουμε στη διατήρηση του οικοσυστήματος.
– Πιστεύετε ότι είναι επικίνδυνο να δημιουργηθεί ανθρώπινη ζωή στο επιστημονικό εργαστήριο;
Ναι, η επιστήμη μπορεί να οδηγήσει στην εμπορευματοποίηση και την υποβάθμιση της ανθρώπινης ζωής. Το πρώτο «Μπλέιντ Ράνερ» ήταν πολύ εύστοχο ως προς τις επιστημονικές του υποθέσεις. Τώρα πια το ξέρουμε ότι με λίγο πιο ακριβείς τεχνολογίες και μεθόδους θα προχωρήσουμε ώστε να καλλιεργήσουμε ανθρώπινη ζωή σε βιολογικό εργαστήριο. Μόνο η ηθική μάς εμποδίζει να αποτελειώσουμε τη δουλειά.
Το ήθος είναι αυτό που διατηρεί τον ανθρωπισμό μας. Ο ανθρωπισμός μας δεν μπορεί να βασίζεται στις συνθήκες προέλευσής μας… Ενα από τα θέματα της ταινίας είναι η αναζήτηση της δικαιοσύνης και το ακατάβλητο πνεύμα του ανθρώπου.
– Τι θα συμβουλεύατε τη νέα γενιά των ηθοποιών;
Θα τους έλεγα να φανούν χρήσιμοι. Κάποτε ο σκηνοθέτης Μάικ Νίκολς –ένας υπέροχος άνθρωπος με χιούμορ και ευφυΐα– μου έδωσε μια πολύ καλή συμβουλή για τη δουλειά μας. Είπε να μην αφήσω τους άλλους να με μεταμορφώσουν σε αντικείμενο.
—————————————-
Ράιαν Γκόσλινγκ:
Aνεκτίμητη ευκαιρία να παρακολουθώ τον Χάρισον Φορντ σε δράση
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο 36χρονος Καναδός Ράιαν Γκόσλινγκ είναι ταλαντούχος και πολύπλευρος ηθοποιός, θεμιτός κληρονόμος της φήμης των αστέρων του παρελθόντος και ισάξιος των «μεγάλων» της γενιάς του, όπως ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο ή ο Κρίστιαν Μπέιλ.
Τον έχουμε δει σε κωμωδίες, θρίλερ και κυρίως σε ρομάντζα, όπου καίει τις καρδιές όχι μόνο των συμπρωταγωνιστριών του αλλά και όλης της θηλυκής υφηλίου («Το ημερολόγιο» του Νικ Κασσαβέτη, 2004, «Βlue Valentine» του Ντέρεκ Σιανφράνς, 2010, «Drive» του Νίκολας Γουίντινγκ Ρεφν, 2011), φτάνοντας τελικά στο απόγειο του καρδιοχτυπήματος με το μιούζικαλ «La La Land» (2016) του Ντάμιεν Σαζέλ.Ισως πάλι σοφά, σ’ αυτό το μεταίχμιο της ζωής του, ο ηθοποιός δέχτηκε τον ρόλο του «απογόνου» του Χάρισον Φορντ στο «Blade Runner 2049». Αν και δεν λείπει το ρομάντζο στη θρυλική ταινία επιστημονικής φαντασίας, σίγουρα αυτό που επιδιώκεται εδώ είναι η δημιουργία ενός φαντασμαγορικού και μυστήριου πολυπολιτισμικού κόσμου, ικανού να γοητεύσει άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Μέσα σ’ όλα αυτά ο Γκόσλινγκ καλείται να αποβάλει, μάλλον για πρώτη φορά, κάθε ίχνος παιδικότητας.
– Η ταινία μιλάει για την επιστήμη του μέλλοντος και τα ηθικά ζητήματα που προκύπτουν. Ποια είναι η γνώμη σας;
Η πρώτη ταινία αποδείχτηκε σωστή σε πολλά σημεία που αφορούν την επιστήμη και είναι φανερό ότι τώρα βρισκόμαστε στη στιγμή που πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις ηθικές συνέπειες της επιστημονικής προόδου. Αλλά αυτό που θεωρώ μοναδικό και ιδιαίτερο είναι ότι δεν μιλάει για ρομπότ, φανταστικά πλάσματα ή τεχνητή νοημοσύνη.
Δεν υπάρχει βιολογική διαφορά μεταξύ των ανθρωποειδών και των ανθρώπων, δεν υπάρχουν μέταλλα και καλώδια κάτω από το δέρμα τους. Η μόνη διαφορά είναι στον τρόπο που συντελέστηκε η σύλληψή τους. Ωστόσο, επειδή είναι φτιαγμένοι από τον άνθρωπο θεωρούνται χαμηλότερης αξίας, κάτι που στην ουσία δεν είναι παρά ένας χειρισμός για να μπορούν οι άνθρωποι να νιώθουν λίγο καλύτερα στις αποτρόπαιες συνθήκες της ζωής τους.
– Βλέπουμε στην ταινία πως ο ρόλος της μνήμης είναι σημαντικός στη ζωή μας και αφορά τόσο το παρελθόν όσο και το μέλλον. Μπορείτε να ξεχωρίσετε μια μνήμη που είναι μέρος της ταυτότητάς σας;
Θα αφήσω τις προσωπικές μου αναμνήσεις, αλλά μπορώ να σας πω για το πρώτο «Μπλέιντ Ράνερ» που είδα όταν ήμουν παιδί. Επηρέασε την κουλτούρα μου αγγίζοντας διάφορες πλευρές της ζωής μου. Οταν άρχισα να εργάζομαι στη βιομηχανία του κινηματογράφου, διαπίστωσα τον βαθμό στον οποίο η ταινία είχε εμπνεύσει σκηνοθέτες, μουσικούς και ηθοποιούς. Κι όταν πάλι συμμετείχα ο ίδιος στην ταινία, αισθάνθηκα την εμπειρία της να αναγεννάται μέσα μου σαν τις κούκλες ματριόσκα!
– Ο χαρακτήρας σας στην ταινία αναζητά την ταυτότητά του. Αυτό σας απασχολεί επίσης;
Αυτό που βρίσκω ενδιαφέρον στην ταινία είναι ότι είναι τεράστιας κλίμακας, τολμηρή στις ιδέες, αλλά έχει και την ανθρώπινη, πολύ συναισθηματική διάσταση. Προσεγγίζει θέματα που αφορούν τον καθένα μας. Το ίδιο ισχύει με την αναζήτηση του εαυτού μας – όλοι μοιραζόμαστε αυτή την επιθυμία. Και τα ερωτήματα –γύρω από τον άνθρωπο, τον υπερπληθυσμό, την τεχνολογία που μας αποξενώνει, το ήθος και την επιστήμη– περιλαμβάνονται στην ταινία, χωρίς όμως να καταντά διδακτική. Κατά βάθος πρόκειται για μια απλή συναισθηματική ιστορία.
– Πώς σας φάνηκε η συνάντησή σας με τον Χάρισον Φορντ;
Είναι ο καλύτερος συνάδελφος! Ως ηθοποιός, το να δημιουργήσεις έναν χαρακτήρα που το κοινό επιθυμεί να ξαναδεί είναι μια μεγάλη επιτυχία. Στην περίπτωση όμως του Χάρισον αυτό έχει επαναληφθεί πολλές φορές – δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλο τέτοιο προηγούμενο! Η ευκαιρία να τον παρακολουθήσω σε δράση ήταν ανεκτίμητη για μένα.