05.12.2017, 23:34 | εφσυν
Δανείζομαι τον τίτλο από τον σπουδαίο φιλόσοφο, τον Σοπενχάουερ. Πολλοί τον έχουν χαρακτηρίσει ως κατ’ εξοχήν εκφραστή της απαισιοδοξίας ως συστατικού της κοινωνικής λειτουργίας.
Γνωστός ψυχίατρος επιχείρησε να κάνει δημόσια κλινική ψυχιατρική αναλύοντας τον πρωθυπουργό ως πρόσωπο που γελάει και στα ευχάριστα και στα δυσάρεστα. Δεν είναι στις προθέσεις μου να υπερασπιστώ τον πρωθυπουργό. Ούτε έχει ανάγκη από τη δική μου συνηγορία. Ακόμη, δεν είναι στις προθέσεις μου να αξιολογήσω την άποψη του γνωστού και πετυχημένου ψυχιάτρου.
Ωστόσο, το θέμα αυτό επαναφέρει στην επιφάνεια τη σχέση ανάμεσα στη μορφή και το περιεχόμενο. Ανάμεσα στην ψυχή και το πρόσωπο. Προφανώς, η προαναφερθείσα άποψη του ψυχιάτρου έχει ως αφετηρία το πολυπληθές σώμα των αποφθεγμάτων που αναφέρονται στο συγκεκριμένα θέμα. Γελά ο τρελός στ’ αγέλαστα.
Θα μπορούσε, υπό κάποιες προϋποθέσεις, αυτή η άποψη να συμπυκνώνει τη δυσαρμονία ανάμεσα στη μορφή και το περιεχόμενο, γεγονός που υπαινίσσεται μια γενικότερη διαταραχή της ισορροπίας στην προσωπικότητα. Ομως, αν επεκτείνουμε τη συζήτηση προς αυτή την κατεύθυνση φοβάμαι πως μας εισάγει σε άλλα επιστημονικά πεδία.
Στον λαϊκό πολιτισμό αυτό δεν συνιστά αντίφαση. Η χαρμολύπη ως λέξη αποτυπώνει σπερματικά την αντίφαση, κυρίως την εναλλαγή των συναισθημάτων που μπορεί να χαρακτηρίζονται από μεταπτώσεις. Πιο κοντά στην πολιτισμική αντίληψη του πολιτισμού αυτού είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζει τον θάνατο και τον νεκρό.
Στο ξενύχτι του νεκρού εκδηλώνεται με ένταση αυτή η σχέση. Δίπλα από το δωμάτιο που είναι τοποθετημένος ο νεκρός, την ώρα που κορυφώνεται το μοιρολόι, ομάδα συγγενών και φίλων συμμετέχει στην τελετουργία με την αφήγηση ακόμη και ανεκδότων. Επικρατεί σχεδόν μια χαρίεσσα ατμόσφαιρα.
Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ανισορροπία στη συγκρότηση της ατομικής και κοινωνικής ψυχολογίας των συμμετεχόντων στο ξεπροβόδισμα του νεκρού; Αναμφίβολα μια τέτοια οπτική θα αγνοούσε ή θα παρέβλεπε την αντιφατικότητα του πολιτισμού που δεν αναπτύσσεται ευθύγραμμα.
Οταν γελάει το πρόσωπο, δεν γελάει πάντα κι η καρδιά, σχολιάζει ένα άλλο λαϊκό απόφθεγμα. Αυτή η φράση αναδεικνύει την αντιφατικότητα αλλά και την αντίληψη των ανθρώπων για τη σχέση προσώπου και ψυχής. Συχνά, το χαμόγελο -και το γέλιο- είναι ένας τρόπος παραπλάνησης του θανάτου. Να μην πάρει κι άλλους. Η ευθύγραμμη αντιστοιχία είναι θεωρητική κατασκευή και δεν ανταποκρίνεται σ’ αυτό που συμβαίνει.
Στην εποχή της νεωτερικότητας το χαμόγελο, ιδίως στις δημόσιες εμφανίσεις, ταυτίζεται με την απουσία σοβαρότητας. Υπάρχει στην έκφραση του ανθρώπου μια επίπλαστη σοβαροφάνεια που επικυρώνεται με τα σκυθρωπά πρόσωπα. Τα αγέλαστα πρόσωπα. Είναι η μορφή του σύγχρονου πολιτισμού που κρύβει τον κυνισμό του. Ωστόσο, άνθρωπος που δεν μπορεί να χαμογελάσει δεν είναι σοβαρός.
* καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας