«Οι στόχοι και τα ιδανικά που μας παρακινούν γεννιούνται από τη φαντασία μας. Δεν έχουν φτιαχτεί, όμως, από φανταστικά περιστατικά. Αποτελούνται από τα σκληρά συστατικά του κόσμου των εμπειριών, της φύσης και της κοινωνίας»
(Τζον Ντιούι)
Πάρα πολλοί άνθρωποι πιστεύουν πως η επίκληση θετικά φορτισμένων λέξεων σηματοδοτεί αυτόματα και κάποια όψιμη ενεργοποίηση τους. Σα να πρόκειται, να το πούμε λίγο σκωπτικά, για μία απλή διαδικασία όπως με ένα καινούριο κινητό τηλέφωνο που μόλις βγάλαμε από τη συσκευασία του.
Άλλοι πάλι, πατώντας πάνω στα γενικότερα φαινόμενα των καιρών, επιλέγουν να λανσάρουν ένα είδος «υπεράνω» κυνικότητας, θεωρώντας πως έτσι μπαίνουν πάνω από τις ίδιες τις περιστάσεις. Επειδή, όμως, αυτά τα δύο διαφορετικά είδη συμπεριφοράς κάνουν από ένα σημείο και μετά «μπαμ», ευδοκιμεί ένα καινούριο είδος ατόμου. Εκείνο που συνδυάζει τον κυνισμό με τη θετικά φορτισμένη αφηρημένη έννοια. Που πότε προωθεί τον πρώτο και πότε επικαλείται κάποια από τις άλλες, τις δεύτερες. Mέχρι να γίνει «μπαγιάτικο» κι αυτό, θα κρατάει τα ηνία.
Η ανιαρή τροπή του καθημερινού ανατρέπεται πολύ γρήγορα και παραχωρεί εξαναγκαστικά τη θέση της σε εκείνο που καλείται να λειτουργήσει υπερασπιστικά, είτε υπάρχει «παράβαση», είτε όχι. Kάποια πράγματα τα παίρνει ο άνεμος ευκολότερα, ενώ κάποια άλλα προλαβαίνουν σε πολύ σύντομο χρόνο να αφήσουν τη στάμπα τους στα μελλούμενα.
Κάποιοι άνθρωποι είναι αδιάφοροι, κάποιοι άλλοι αποδεικνύονται καθοριστικοί. Κάποιες επιλογές ανήκουν στη βάση της κοινωνικοποιημένης μηχανικότητας, κάποιες άλλες είναι τόσο κομβικές που δεν συνιστούν απλές επιλογές, αλλά γεγονότα που δεν σε αφήνουν να προλάβεις να χάσεις χρόνο.
Όλοι θέλουν να είναι -ή τέλος πάντων να εμφανίζονται- ως αποφασιστικοί. Το «έωλο» κυνηγιέται με σφοδρότητα, το «ήξεις αφήξεις» διαβάλλεται και εξορίζεται (με τη συγκατάβαση του «αγανακτισμένου»). Για λόγους ντομπροσύνης ή για λόγους σύγχυσης; Θέλουμε «καθαρές κουβέντες» γιατί μας αρέσει η καθαρότητα ή γιατί φοβόμαστε αυτό που δεν μπορούμε να ελέγξουμε; Είναι δύσκολο να έχεις προσωπικό αξιακό κώδικα και να ψάχνεις στην καθημερινότητα την εφαρμογή του ή τις δικαιώσεις του.
Είναι χρησιμότερο -αν τον έχεις- να φτιάχνεις τείχη για να τον περιφρουρήσεις από κάθε λογής επαπειλούμενες εισβολές. Πρέπει να μπορέσεις να μιλήσεις όταν σου κλείνουν χέρια «που φοράνε γάντια» το στόμα, πρέπει να μάθεις να σιωπάς όταν όλα τα μικρόφωνα μπροστά σου τα έχει τοποθετήσει το εγώ σου και ιδιαίτερα κάποιες άσχημες πτυχές του.
Σε μία πραγματικότητα που για πολλούς λόγους ο καθένας θέλει να βγάζει κάθε στιγμή αυτό που θεωρεί ως τον καλύτερο του εαυτό, δεν δικαιολογείται και πολύ μία συνειδητή τακτική «αργοπορίας». Οι ατομικές και συλλογικές «αφυδατώσεις» προτρέπουν -ύπουλα- σε ταχείες επεμβάσεις για όψιμες αποκαταστάσεις.
Όμως, η προ-ιστορία προχωράει από την ικανότητα που ξέρει να επιβάλλεται. Η ανθρωπότητα κινείται από τη βούληση των πιο αντιφατικών προθέσεων. Και η ανθρωπιά εδραιώνεται μονάχα από τις υπερβάσεις και τα συγχωροχάρτια που αφήνονται δίχως υπογραφή αποστολέα. Η ανθρωπιά είναι το προ-ιστορικό απωθημένο της ανθρωπότητας, γιατί έχει κουραστεί να εμφανίζεται ως λύση ανάγκης και όχι ως κυρίαρχη βάση και επιλογή.