
του Δημήτρη Π. Κυριακαράκου*
Έχουν παρέλθει σχεδόν δύο εβδομάδες από το πέρας της επίσκεψης Ερντογάν στη χώρα μας, ίσως τώρα να είμαστε πιο νηφάλιοι για να επιδιώξουμε μια εκτίμηση του «ανατολικού ανέμου» που εμφιλοχώρησε στο επί της οδού Ηρώδου του Αττικού εδρεύον και ιδιαζούσης «δυτικής» τεχνοτροπίας Προεδρικό Μέγαρο.Ο κ. Ερντογάν ως πολιτικό ον δεν θα έπρεπε να μας προκαλεί έκπληξη. Ουδέποτε απέκρυψε από τη διεθνή κοινότητα τα νέο-ισλαμικά του φρονήματα. Ενώ ο «αστικός» Κεμαλισμός, προκρίνει, ως χωροταξικό και θεσμικό πλαίσιο διακυβέρνησης, το εθνικό κράτος των Τούρκων εντός των «φυσικών» του συνόρων, ο νέο-Ισλαμισμός δεν αποκλείει τον επεκτατισμό. Η ειδοποιός διαφορά από τον ιδεολογικό του πρόγονο έγκειται στο ότι ο τελευταίος χρησιδανείζεται τον φυλετικό εθνικισμό του Κεμαλισμού για να προσδιορίσει το συλλογικό του υποκείμενο. Το αλυτρωτικό στοιχείο του είναι διάχυτο και ανενδοίαστα διάφανο.
Οι επί Τανζιμάτ «μεταρρυθμιστές» σουλτάνοι επεδίωκαν τη σφυρηλάτηση πολυεθνικού «μωσαϊκού» με κατοχυρωμένα συνταγματικώς τα δικαιώματα των μειονοτήτων τους. Ως ηγεμόνες και θρησκευτικοί ηγέτες απογόνων νομάδων συνέχιζαν αέναα τη δομικά «παρασιτική» πολιτική υιοθέτησης αλλότριων πολιτισμικών στοιχείων προς γνωσιακή ενδυνάμωση του τουρκικού έθνους. Οι Έλληνες χορηγούσαν την τέχνη της διπλωματίας, του ναυτικού εμπορίου και της εξειδικευμένης γεωργοκτηνοτροφίας. Οι Αρμένιοι ήταν άριστοι μεταπράτες και τραπεζίτες. Οι Εβραίοι διακρίνονταν ως κολλυβιστές. Οι Γάλλοι χορηγούσαν την επιστημολογική πρόσβαση στην «αστικοποίηση» του οθωμανικού δικαίου και οι Ιταλοί την τεχνογνωσία της πολεοδομίας και της χωροταξίας. Άπαντες προσέδιδαν προστιθέμενη αξία στην οθωμανική κοινωνία και αρμονική διαιώνιση της σουλτανικής γαλήνης.
Ο κ. Ερντογάν δυστυχώς δεν φέρεται σαν «σουλτάνος», διότι δεν επιδεικνύει τη σύνεση ιδίως των ύστερων ηγητόρων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το «κράμα» του πολιτικού του λόγου δεν προδίδει άνθρωπο που επιδιώκει να συνθέσει, να συ-δημιουργήσει.
Η Τουρκία είναι προικισμένη από τη γεωπολιτική της θέση, όπως και η Ελλάδα. Η Τουρκία συνδέει την Ευρώπη με την Ασία όχι μόνο γεωγραφικά αλλά και πολιτισμικά. Είναι ο «αγωγός» του (ελληνογενούς) δυτικού πνεύματος στην εγγύς Ανατολή. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι ο γενάρχης του σουνιτικού δόγματος, από το ιστορικό εκείνο σημείο από το οποίο ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής ξεκινά μεθοδικά τον «απογαλακτισμό» της απονομής της Δικαιοσύνης από τη Σαρία. Είναι η ίδια προσωπικότητα η οποία όρισε μεγάλο βεζύρη (πρωθυπουργό) τον Έλληνα Ιμπραήμ τον Πάργαλη, καπουδάν πασά (αρχηγό στόλου) τον επίσης ελληνικής καταγωγής Χιζίρ Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα. Οι ξανθωποί και εύρωστοι Σλαύοι σύστησαν τα επίλεκτα τάγματα των Γενιτσάρων που ασκούσαν, μεταξύ άλλων, συμβουλευτικό ρόλο στον σουλτάνο για εκστρατευτικά ζητήματα και ζητήματα εν γένει δημοσίας τάξεως. Τριακόσιοι Γενίτσαροι επιφορτίστηκαν με το τιμητικό καθήκον της φρούρησης του Οικουμενικού Πατριάρχη, του εθνάρχη των Ρωμιών. Οι σουλτάνοι δεν ήταν τυχαίες προσωπικότητες. Ήταν στρατηλάτες, θεολόγοι, διανοούμενοι και πολιτισμολόγοι. Υιοθετούσαν τα πολιτισμικά στοιχεία των κατακτημένων ραγιάδων, που θεωρούσαν πως ενίσχυαν τη λειτουργική και αναπτυξιακή συνέχεια του δοβλετιού του Οσμάν. Αξιοποιούσαν ακόμα και τους ίδιους τους ραγιάδες για τα χαρίσματα και τα τάλαντά τους όπου το έκριναν απαραίτητο.
Ο κ. Ερντογάν δεν δείχνει να αξιοποιεί, στη διπλωματία του, το διαπραγματευτικό μεγαλείο των σουλτάνων για να συνδεθεί ιστορικά με την Ευρώπη και για να κατοχυρώσει τον πολυπόθητο ηγετικό ρόλο της χώρας του στην ειρήνευση και στη γαλήνη της περιοχής του κοινού μας ενδιαφέροντος, πολλώ δε με τον ISIS να πορεύεται ολοένα και πιο δυτικά.
Ποια λογική κυβέρνηση κράτους – μέλους της Ε.Ε. δεν θα επιθυμούσε την Τουρκία ισορροπιστή των κατά τόπον πολιτισμικών διαφορών και εγγυητή της σταθερότητας; Πρώτη η Ελλάς το επιθυμεί ήδη από την υπογραφή της περίφημης Συνθήκης της Λωζάννης. Πρώτη η Ελλάς επιθυμεί τη θεσμική μεταρρύθμιση και την ευημερία της Τουρκίας για να δυνηθεί η τελευταία να ασκήσει παραγωγικά τον γεωπολιτικό της ρόλο. Η Ελλάς και η Τουρκία είναι, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, «παλαιοί γνώριμοι». Γιατί να μην αξιοποιήσουν τη γνωριμία τους προς ποικίλο όφελος και της Ε.Ε. και της αναπτυσσόμενης εγγύς Ανατολής (βλ. Ιράν, Ιράκ, Αίγυπτος) και προς οικοδόμηση ενός βιώσιμου «περιφερειακού διεθνισμού»;
Ο κ. Ερντογάν προφανώς δεν λαμβάνει υπόψη του πως ο ελληνικός πολιτισμός αναπτύχθηκε στη μικρασιατική χερσόνησο. Οι ελληνικές πόλεις, γενέτειρες του Ομήρου, του Θαλή, τηρήθηκαν αυτόνομες ακόμα και υπό τας εγγυήσεις των Περσών κατακτητών διότι οι τελευταίοι μεθόδευαν την πολιτισμική ώσμωση με το ιωνικό στοιχείο. Οι διδαχές του Ιησού, που γεννάται εν ολίγω καιρώ, είχαν ως εστία και ορμητήριό τους την Ανατολία. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς ο εξ Αντιοχείας, ο Βασίλειος ο εκ Καισαρίας, οι τρεις ιεράρχες έδρασαν στον τόπο του κ. Ερντογάν τον διάσπαρτο με αρχαία και χριστιανικά μνημεία. Υπάρχει ισχυρό ιστορικό προηγούμενο πολιτισμικής ώσμωσης Ανατολής – Δύσης, με πρωταγωνιστές λαούς της Ασίας και τα ελληνικά φύλα.
Αυτό που αναμένουμε από τη φίλη Τουρκία είναι με σέβας στην κληρονομιά αυτή να διαχύσει έναν νέο «ανατολικό» άνεμο που θα μας ανανεώσει και ως Ελλάδα και ως Ε.Ε. Η επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα δεν το πέτυχε αυτό, δεν ανέδειξε το κύρος της Τουρκίας αλλά απέδειξε παρά χρήμα τη χρησιμότητα της Ελλάδας ως «λίκνου» σταθερότητας σε μια φλεγόμενη Μεσόγειο.
*Ο Δημήτρης Π. Κυριακαράκος είναι δικηγόρος, νομοδιεθνολόγος LLM Μητροπολιτικού Πανεπιστημίου Λονδίνου