22.01.2018, 22:41 | εφσυν
«Το γούστο είναι ο καλύτερος σεισμογράφος της ιστορικής εμπειρίας», όπως έχει γραφτεί. Και το γούστο αναπόφευκτα θα συνδεθεί και με την κουβέντα γύρω από το τι είναι αισχρό στη ζωή και στην τέχνη. Από τα παιδικάτα μας μαθαίνουμε ως καλόγουστο ό,τι δεν μας προσβάλλει και ταυτίζουμε αυτήν την προσβολή κυρίως με λέξεις ή εικόνες που σχετίζονται με τη «χοντροκομμένη» δημόσια έκθεση ιδιωτικών σωματικών λειτουργιών. Κι είναι συχνά σωστό, κι ας είναι η δημόσια συναισθηματική έκθεση το ίδιο, κι ακόμη περισσότερο, επώδυνη και «ιδιωτική».
Ομως καθώς είναι το σώμα που χρησιμοποιείται ως γενέθλιος τόπος κάθε μετέπειτα χειραγώγησης και διαχείρισης ενός εαυτού που μας ανήκει αλλά μόνο εν μέρει (του εαυτού μας ως κοινωνικού υποκειμένου δηλαδή), η πρωτοκαθεδρία του κορμιού θεωρείται πια αυτονόητη. Δεν ήταν πάντοτε έτσι. Η αισθητική της ύπαρξης κατέγραψε πάνω στο δικό της «σώμα» κάθε μεταβολή που συνέβη στο πεδίο της «ηθικότητας», κάθε μεταβολή που συνδέεται με τους τρόπους πρόσληψης του εαυτού μας, του άλλου πλάσματος (κι όχι μόνο του άλλου ανθρώπου) και του μεταξύ μας κόσμου.
Αν (αναφορικά με τη Δυτική διαδρομή) στην κλασική εποχή η ηθική υπήρξε συνδεδεμένη κυρίως με την προσωπική επιλογή (που όμως δεν ήταν μεταφυσική μα αφορούσε τη στάση ενός «συγκροτημένου εγώ» απέναντι στο «σύνολο») κι όχι με την τήρηση συγκεκριμένων «κανόνων», η ιερατική εξουσία ήταν υπεύθυνη για τη «μετατόπιση της ευθύνης από τη φροντίδα του εαυτού στη φροντίδα των άλλων» (Βασιλική Τσώτσου, «Μια προσέγγιση της εξουσίας επί του σώματος»). Η ευθύνη έπρεπε να αντικατασταθεί από την ενοχή (με αποκορύφωμα τον Μεσαίωνα, καθώς κι η ίδια η ιερατική εξουσία μεταβάλλεται) και η αισθητική με τη σεμνοτυφία.
Ο «κανόνας» αντικατέστησε την ερώτηση και η «σημαντική φωνή» μέσα σου δεν ήταν η δική σου πια αλλά του (θρησκευτικού αρχικά, πολιτικού έπειτα) ηγεμόνα σου. Ο κανόνας επέβαλλε κάποιες λέξεις ως αισχρές, αποκομμένες από το πλαίσιο στο οποίο λέγονταν, και απέτρεψε να αμφισβητηθούν κάποιες άλλες, το ίδιο αποκομμένες από το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο ειπώθηκαν.
Χαρακτηριστικό είναι πως ο στίχος του Τζίμη Πανούση «από τον πρωκτό μέχρι το αιδοίο κάπου χαθήκαμε κι οι δύο» που έχει ως σκοπό να ταρακουνήσει τον εφησυχασμένο καταναλωτή (και) πλαστικών σεξουαλικών προϊόντων μέσα μας (και άρα τον κακό πολίτη) θεωρείται αυτονόητα πιο βρόμικος από την αισχρή φράση «ταΐστε τους παντεσπάνι» της Μαρίας Αντουανέτας, που ειρωνευόταν τον πόνο των ανθρώπων… Κι ας είναι «η ανάγκη εντιμότερη της τέχνης» για να θυμηθούμε (ελεύθερα μεταφρασμένο) τον Αισχύλο…