07:00 | 31 Ιαν. 2018 | tvxs
Με αυτές και άλλες τεχνικές, το Ισραήλ έχει πραγματοποιήσει τουλάχιστον 2.700 επιχειρήσεις δολοφονίας στα 70 χρόνια της ύπαρξής του, όπως περιγράφει στο βιβλίο του ο Ρόνεν Μπέργκμαν. Στόχοι ήταν κυρίως Παλαιστίνιοι, Αιγύπτιοι, Σύροι, Ιρανοί και άλλοι.
Παρόλο που πολλές απέτυχαν, οι στοχευμένες επιθέσεις δολοφονίας που εξαπέλυσε το Ισραήλ είναι πολύ περισσότερες από οποιαδήποτε άλλης δυτικής χώρας χρησιμοποιεί τέτοιες πρακτικές. Ο Μπέργκμαν ονομάζει το Ισραήλ «την πιο ισχυρή, σύγχρονη, δολοφονική μηχανή στην ιστορία».
2.700 απόπειρες δολοφονίας σε 600 σελίδες
Ο Ρόνεν Μπέργκμαν, είναι ανταποκριτής, ειδικός σε θέματα άμυνας και υπηρεσιών ασφαλείας, της μεγαλύτερης ημερήσιας εφημερίδας του Ισραήλ, Yediot Aharonot. Είναι και ο άνθρωπος που έπεισε πολλούς πράκτορες της Μοσάντ (υπηρεσία πληροφοριών του Ισραήλ), της Σιν Μπετ (υπηρεσία ασφαλείας του Ισραήλ) και του στρατού να πουν τις ιστορίες που γνωρίζουν από μέσα. Μερικοί μάλιστα μίλησαν με τα πραγματικά τους ονόματα.
Το αποτέλεσμα είναι το βιβλίο «Rise and Kill First» (πιθανή μτφ: «Εγέρσου και σκότωσε πρώτος»), η πρώτη ολοκληρωμένη ματιά στη χρήση των κρατικών δολοφονιών από το Ισραήλ. Το βιβλίο αριθμεί 600 σελίδες και είναι βασισμένο σε 1.000 συνεντεύξεις και πολύ περισσότερες χιλιάδες έγγραφα.
Σύμφωνα με αυτό το Ισραήλ χρησιμοποιούσε τις στοχευμένες δολοφονίες ως όπλο πολέμου, σκοτώνοντας, για παράδειγμα μισή ντουζίνα Ιρανούς πυρηνικούς επιστήμονες αντί να ξεκινήσει μια στρατιωτική επίθεση. «Οι μυστικές επιχειρήσεις πίσω από τις γραμμές του εχθρού, είναι ο πυρήνας του ισραηλινού δόγματος ασφαλείας», γράφει ο Μπέργκμαν.
«Οι εκτελέσεις με συνοπτικές διαδικασίες υπόπτων που δεν αποτελούσαν άμεση απειλή, οι παραβιάσεις των νόμων του Ισραήλ και των κανόνων του πολέμου δεν ήταν αποτρόπαιες πράξεις αδίστακτων πρακτόρων. Ήταν επίσημα επικυρωμένες εξωδικαστικές εκτελέσεις».
«Σκότωσε πρώτος»
Ο τίτλος του βιβλίου προέρχεται από την νουθεσία του αρχαίου εβραϊκού Ταλμούδ: «Αν κάποιος έρθει να σε σκοτώσει, σήκω και σκότωσέ τον πρώτος», όπως αναφέρει το Bloomberg. O Μπέργκμαν λέει ότι ένα τεράστιο ποσοστό των ανθρώπων από τους οποίους πήρε συνέντευξη ανέφερε το χωρίο αυτό, ως μια δικαιολογία για τις πράξεις τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τον δικηγόρο του στρατού, ο οποίος υποστηρίζει ότι τέτοιες πράξεις είναι νόμιμες πράξεις πολέμου.
Μέσα στη φονική μηχανή του Ισραήλ
Το βιβλίο δίνει μια γεύση της ιστορίας, των προσωπικοτήτων και των τακτικών των διαφόρων μυστικών υπηρεσιών του Ισραήλ. Σύμφωνα με τον Μπέργκμαν, οι Ισραηλινοί γίνονται ολοένα και πιο εξειδικευμένοι στο να χτυπήσουν τους στόχους τους. Βόμβες σε αυτοκίνητα, βόμβες με το ταχυδρομείο, αεροπορικές επιδρομές, εκρηκτικές συσκευές που συνδέονται σε αυτοκίνητα από μοτοσικλετιστές ακόμη και δηλητηριασμένος μπακλαβάς είναι τα όπλα τους. Η απόπειρα με τον μπακλαβά απέτυχε επειδή ο στόχος αποφάσισε ότι δεν θέλει γλυκό.
Για τους εκτελεστές όλων αυτών των επιχειρήσεων, ο Μπέργκμαν δίνει την εντύπωση ότι πρόκειται για έξυπνους, αφοσιωμένους, αυταρχικούς στρατιώτες που αναζητούν συνεχώς νέους τρόπους αναγνώρισης και εξολόθρευσης των εχθρών. Πείθουν τους εαυτούς τους ότι δεν είναι μόνο οι καλύτεροι σε αυτό που κάνουν αλλά και οι πιο ηθικοί. Δικαιώνουν τις πράξεις τους – παρά τη θανάτωση αθώων μαζί με τους εχθρούς – και καλύπτουν τις λανθασμένες κινήσεις τους.
Ο Μπέργκμαν γράφει ότι η κάθε προτεινόμενη δολοφονία αρχικά απαιτούσε μια «Κόκκινη Σελίδα» υπογεγραμμένη από τον πρωθυπουργό. Αλλά όταν η διαδικασία αποδείχτηκε πολύ χρονοβόρα, οι επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών αποφάσισαν να την παρακάμψουν. «Η δολοφονία ονομάστηκε κάπως αλλιώς, έτσι ώστε να εμπίπτει σε ένα διαφορετικό πρωτόκολλο λήψης αποφάσεων». Ο συγγραφέας λέει, ότι ουσιαστικά δημιουργήθηκε ένα Οργουελιανό Λεξικό: η δολοφονία αθώων πολιτών χαρακτηρίστηκε ως «τυχαία ζημία», ενώ οι δολοφονίες ονομάστηκαν «στοχευμένες προληπτικές πράξεις».
«Επιτυχίες και αποτυχίες»
Ο Μπέργκμαν αναφέρεται σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις που έστησε το Ισραήλ, σχολιάζοντας ότι πολλές ήταν αποτυχημένες ενώ σε άλλες υπήρξαν αθώα θύματα. Επίσης τονίζει ότι υπήρξαν επιτυχημένες επιχειρήσεις, οι οποίες, ωστόσο, έκαναν περισσότερη ζημιά, παρά καλό στους πολιτικούς στόχους του Ισραήλ.
Μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου του 1972, το Ισραήλ έστειλε πράκτορες για να σκοτώσουν τους δράστες της επίθεσης στους ισραηλινούς αθλητές. Οι πράκτορες εκτέλεσαν περισσότερους από έναν ανθρώπους των οποίων η σχέση με την επίθεση δεν είχε εξακριβωθεί.
Τη δεκαετία του 1950 και στις αρχές της δεκαετίας του 1960 το Ισραήλ εξαπέλυσε μυστικές εκστρατείες δολοφονιών εναντίον Γερμανών πυρηνικών επιστημόνων που εργάζονταν στην Αίγυπτο. Το ίδιο έκαναν και στο Ιράν κατά την τελευταία δεκαετία. Αυτές οι εκστρατείες πιθανότατα παρεμπόδισαν τα πυρηνικά προγράμματα των δυο χωρών.
Ο Μπέργκμαν αναφέρει επίσης την περίπτωση της πρώτης παλαιστινιακής εξέγερσης στην Δυτική Όχθη και τη Γάζα. Όπως γράφει τον Απρίλιο του 1988, οι Ισραηλινοί ηγέτες είχαν ως στόχο τον Χαλίλ αλ-Βάζιρ, γνωστό ως Αμπού Τζιχάντ. Ήταν ο επικεφαλής υποπλοίαρχος και στρατιωτικός ηγέτης της Φατάχ του Αραφάτ. Μια ομάδα ισραηλινών κομάντος προσγειώθηκε στην Τύνιδα και έφτασε στην κατοικία του Αμπού Τζιχάντ. Τον πυροβόλησε 52 φορές στην κρεβατοκάμαρά του μπροστά στη σύζυγό του.
Η αποστολή σχεδιάστηκε για να υπονομεύσει την Ιντιφάντα εξαλείφοντας έναν χαρισματικό αρχηγό της Οργάνωσης Απελευθέρωσης της Παλαιστίνης. Όμως, σύμφωνα με τον Μπέργκμαν είχε το αντίθετο αποτέλεσμα. Αποδυνάμωσε μεν την ηγεσία της ΟΑΠ στο εξωτερικό, αλλά παράλληλα ενίσχυσε τις λαϊκές επιτροπές στη Δυτική Όχθη που ήταν οι πραγματικοί ηγέτες της Ιντιφάντα. Ο συγγραφέας παραθέτει στο βιβλίο του εκτιμήσεις αξιωματούχων του Ισραήλ, οι οποίοι πιστεύουν ότι ο Αμπού Τζιχάντ θα μπορούσε να έχει συμβάλει σημαντικά στην ειρηνευτική διαδικασία.
Η δολοφονία αυτή κατέληξε, σύμφωνα με τον Μπέργκμαν, «σε μια σειρά από εντυπωσιακές τακτικές επιτυχίες, αλλά και καταστροφικές στρατηγικές αποτυχίες». Ο Μπέργκμαν γράφει επιπλέον ότι η δολοφονία του ηγέτη της Χαμάς Σέιχ Αχμέτ Γιασίν, το 2004, άνοιξε την πόρτα για μεγαλύτερη εμπλοκή του Ιράν με μουσουλμάνους εξτρεμιστές στα κατεχόμενα εδάφη. Εκτιμά επίσης ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον των μαχητών της Χεζμπολάχ στο Λίβανο το 2006 ενίσχυσαν το κύρος και τη δύναμη του ηγέτη της Χάσαν Νασραλάχ.
Δολοφονία του Αραφάτ με ακτινοβολία;
Ο Μπέργκμαν ισχυρίζεται επίσης ότι το Ισραήλ χρησιμοποίησε ακτινοβολία για να δηλητηριάσει και να σκοτώσει τον ιστορικό Παλαιστίνιο ηγέτη Γιασέρ Αραφάτ, μια πράξη που οι αρχές του Ισραήλ συνεχίζουν να διαψεύδουν. Ο Αραφάτ πέθανε το 2004 από μια «μυστηριώδη εντερική ασθένεια».
Ο Μπέργκμαν γράφει ότι ο θάνατος του Αραφάτ ταιριάζει σε ένα πρότυπο που χρησιμοποιούσαν οι Ισραηλινοί πράκτορες και υπογραμμίζει την πιθανότητα ο τότε πρωθυπουργός του Ισραήλ Αριέλ Σαρόν να ενέκρινε τη δολοφονία του Παλαιστίνιου ηγέτη.
Ο συγγραφέας υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι ακόμη κι αν ήξερε τι συνέβη, δεν θα μπορούσε να γράψει την αλήθεια επειδή «οι λογοκριτές του στρατού απαγορεύουν να συζητήσω αυτό το θέμα».
Διαβάστε επίσης: Πώς ο Αραφάτ διέφυγε από τις Ισραηλινές επιχειρήσεις δολοφονίας
ΗΠΑ όπως Ισραήλ
Οι ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες βρήκαν και μιμητές. Ο Μπέργκμαν υποστηρίζει ότι ενώ οι ΗΠΑ θέτουν μεγαλύτερους περιορισμούς στους πράκτορές τους από το Ισραήλ, ο Τζορτζ Μπους υιοθέτησε πολλές ισραηλινές τεχνικές μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Αυτές οι πρακτικές περιελάμβαναν στοχευμένες δολοφονίες, απαγωγές, βασανιστήρια, φυλακίσεις χωρίς δίκη και επιθέσεις. Επίσης, ο Μπαράκ Ομπάμα διέταξε 353 χτυπήματα με drone εναντίον συγκεκριμένων προσώπων στα οκτώ χρόνια που ήταν στην εξουσία.
«Τα συστήματα εντολών και ελέγχου, οι αίθουσες πολέμου, οι μέθοδοι συλλογής πληροφοριών και η τεχνολογία των drones και των μη επανδρωμένων αεροσκαφών που τώρα χρησιμοποιούν οι Αμερικάνοι και οι σύμμαχοί τους, αναπτύχθηκαν σε μεγάλο βαθμό στο Ισραήλ, γράφει Μπέργκμαν.
«Καμιά φορά είναι πιο αποτελεσματικό να σκοτώνεις τον οδηγό»
Ο συγγραφέας εγείρει ηθικές και νομικές ανησυχίες για τις κρατικές δολοφονίες. Υπογραμμίζει ιδιαίτερα την ύπαρξη ενός ξεχωριστού νομικού συστήματος για τους μυστικούς πράκτορες. Ωστόσο, παρουσιάζει τις ενέργειες των υπηρεσιών, ως επί το πλείστον, σαν έναν τρόπο για την επίτευξη των στόχων του κράτους.
Ενώ πολλοί στο Ισραήλ πιστεύουν ότι ο φράχτης που χτίστηκε κατά μήκος και εντός της Δυτικής Όχθης, σταμάτησε τις επιθέσεις εναντίον των ισραηλινών πολιτών στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ο Μπέργκμαν υποστηρίζει ότι αυτό που έκανε την διαφορά ήταν «ένας μεγάλος αριθμός στοχευμένων δολοφονιών τρομοκρατών». Αυτός ήταν εξάλλου ο τρόπος λειτουργίας των πρακτόρων.
Μια από τις σημαντικότερες πηγές του Μπέργκμαν ήταν ο Μέιρ Νταγκάν, που διετέλεσε πρόσφατα επικεφαλής της Μοσάντ για οκτώ χρόνια και πέθανε στις αρχές του 2016. Προς το τέλος της καριέρας του ο Νταγκάν εξέπεσε της χάρης του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Νετανιάχου κυρίως λόγω του ζητήματος μιας ενδεχόμενης στρατιωτικής επίθεσης στο Ιράν.
Ο Νετανιάχου είπε ότι οι τεχνικές των μυστικών υπηρεσιών, όπως η πώληση ελαττωματικών τμημάτων για τους πυρηνικούς αντιδραστήρες – κάτι που το Ισραήλ και οι ΗΠΑ κάνουν – δεν ήταν αρκετές. Ο Νταγκάν αντέτεινε ότι οι τεχνικές αυτές και ειδικά οι δολοφονίες, θα κάνουν τη δουλειά. «Σε ένα αυτοκίνητο, υπάρχουν 25.000 εξαρτήματα κατά μέσο όρο. Φανταστείτε να λείπουν 100 από αυτά. Θα ήταν πολύ δύσκολο να το κάνετε να λειτουργήσει. Αλλά μερικές φορές είναι πιο αποτελεσματικό να σκοτώσεις τον οδηγό. Περί αυτού πρόκειται», είπε ο Νταγκάν, σύμφωνα με τον Μπέργκμαν.
Παρεμπόδιση
Παρά τις πολλές συνεντεύξεις που κατάφερε να πάρει, μεταξύ άλλων με τους πρώην πρωθυπουργούς Εχούντ Μπαράκ και Εχούντ Ολμέρτ, ο Μπέργκμαν σημειώνει ότι οι ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες προσπάθησαν να παρέμβουν στο έργο του, κάνοντας μια ειδική σύσκεψη το 2010 για το πως να εμποδίσουν την έρευνά του και προειδοποιώντας τους πρώην υπαλλήλους της Μοσάντ να μην του μιλήσουν. Πως τα κατάφερε;
Ο Μπέργκμαν, σύμφωνα με την Washington Post, έχει τη φήμη ενός ακούραστου δημοσιογράφου με πολύ καλά ενημερωμένες πηγές στον τομέα της άμυνας τις δυο τελευταίες δεκαετίες. Θεωρείται προνομιούχος. Οι ρεπόρτερ άμυνας στο Ισραήλ λαμβάνουν τακτικές ενημερώσεις από ανώτερους αξιωματούχους, αλλά πρέπει να υποβάλλουν τα κείμενά τους στο γραφείο στρατιωτικής λογοκρισίας, το οποίο συχνά «κόβει» το μεγαλύτερο μέρος από τα ουσιώδη στοιχεία.
Όμως ο Μπέργκμαν είχε φαίνεται ένα μυστικό όπλο κι αυτός. Τις κατάλληλες πηγές και στους τρεις τομείς της μυστικής δολοφονικής μηχανής: τη Διεύθυνση Στρατιωτικών Πληροφοριών, την υπηρεσίας κατασκοπείας Μοσάντ και την υπηρεσία εσωτερικής ασφάλειας Σιν Μπετ. «Από τη μία πλευρά, σχεδόν όλα όσα σχετίζονται με τις μυστικές πληροφορίες και την εθνική ασφάλεια χαρακτηρίζοντας ‘άκρως απόρρητα’. Από την άλλη πλευρά, όμως όλοι θέλουν να μιλήσουν γι’ αυτά που έχουν κάνει», υποστηρίζει ο ίδιος.