Η Άγκυρα μειονεκτεί σε πολλά. Ακολουθούν τα πλέον σημαντικά:
Ο Ερντογάν εισέβαλλε μετά από την άδεια της Ρωσίας. Όμως έτσι ανέβηκε πάνω σε ένα αυτοκίνητο που οδηγεί τυφλά ο Πούτιν.
Το Γενικό Επιτελείο του τουρκικού στρατού, αποδυναμωμένο ύστερα από τις απολύσεις και τις δίκες μετά την απόπειρα του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου, είχε εξαρχής αρνηθεί να ξεκινήσει αυτή την επιχείρηση. Ο στρατός δεν έχει αρκετούς εκπαιδευμένους αξιωματικούς, δεν γνωρίζει την περιοχή και έχει έλλειψη σε οπλισμό και αναλώσιμα. Επιπλέον, η τουρκική οικονομία ακόμη σε κρίση, δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει μια μακροχρόνια επιχείρηση.
Ο τουρκικός στρατός είχε προηγουμένως συμμετάσχει σε πολλές επιχειρήσεις (Ιράκ, Σομαλία, Βοσνία) εκτός των συνόρων της χώρας υπό την αιγίδα του ΟΗΕ ή σύμφωνα με άλλες διμερείς συμβάσεις. Όμως αυτή την φορά, η επιχείρηση που βαπτίστηκε «Κλαδί Ελιάς» είναι παράνομη και παράτυπη από την σκοπιά του διεθνούς δικαίου.
Αυτή η επίθεση ενάντια στους Κούρδους της Συρίας δεν υποστηρίζεται διπλωματικά παρά μόνο από το Μπακού και την Ντόχα. Η πραγματική υποστήριξη από την Μόσχα και τον Απελευθερωτικό Στρατό της Συρίας, όμως δεν είναι μόνιμη και διαρκής.
Ο τουρκικός στρατός καθοδηγείται επί εδάφους από τον Απελευθερωτικό Στρατό της Συρίας, οργάνωση αποτελούμενη από πρώην και νέους ενόπλους του Ισλαμικού Κράτους και της Αλ Κάιντα ή άλλων μικρών ομάδων τζιχαντιστών, που πολεμούσαν εκεί. Ο Απελευθερωτικός Στρατός της Συρίας ούτε ήταν, ούτε είναι ενεργός στην περιοχή της Αφρίν. Το τουρκικό Γενικό Επιτελείο Στρατού, που δεν ήταν ικανοποιημένο από αυτούς τους οδηγούς, ήθελε να μισθώσει φιλοκυβερνητικούς ένοπλους Κούρδους, αλλά εκείνοι αρνήθηκαν.
Μόνο η Άγκυρα έχει χαρακτηρίσει το YPG τρομοκρατική οργάνωση, ενώ η Μόσχα και η Ουάσιγκτον το υποστηρίζουν πολιτικά και στρατιωτικά έναντι του Ισλαμικού Κράτους. Η οργάνωση δεν είναι στις λίστες των τρομοκρατικών οργανώσεων ούτε της ΕΕ, ούτε του ΟΗΕ. Είναι ο ένοπλος βραχίονας του μεγαλύτερου κουρδικού κόμματος της Συρίας, του PYD.
Ήδη από την έναρξή της, στις 20 Ιανουαρίου, σαν αντιτρομοκρατική επιχείρηση ενάντια στο YPG και στο Ισλαμικό Κράτος, η τουρκική εισβολή είχε ως στόχο τα χωριά και τις περιοχές κοντά στην Αφρίν, όπου δεν υπάρχει ούτε ένας ένοπλος του Ισλαμικού Κράτους. Ο σκοπός του Ερντογάν είναι να αποκουρδοποιήσει την περιοχή. «Θα εγκαταστήσουμε εκεί, 3,5 εκατομμύρια Σύριους που τώρα είναι στην χώρα μας», ανακοίνωσε.
Η Άγκυρα φαίνεται να μην λαμβάνει υπόψη την ένταση της κουρδικής αντίστασης. Ενώ ο Ερντογάν ήλπιζε ότι ο πληθυσμός της Αφρίν θα εγκατέλειπε την πόλη αμέσως μετά τους πρώτους βομβαρδισμούς, οι Κούρδοι από τέσσερις χώρες (Συρία, Ιράκ, Ιράν, Τουρκία) προσήλθαν μαζικά για να υποστηρίξουν τον πληθυσμό της Αφρίν. Βέβαια, ήδη το YPG είχε καθυστερήσει την πρόοδο των τουρκικών στρατευμάτων.
Κατά την έναρξη της επιχείρησης, ο κυβερνητικός Τύπος κυκλοφορούσε με τίτλους όπως «Θα είμαστε στην Αφρίν σε τρεις ώρες». Τριάντα μέρες μετά, ο τουρκικός στρατός έχει προχωρήσει μόνο δέκα χιλιόμετρα.
Αυτή η επιχείρηση δεν είχε ούτε προετοιμαστεί, ούτε σχεδιαστεί σωστά, σύμφωνα με όλους τους Ρώσους και Ευρωπαίους στρατιωτικούς αναλυτές.
Ο τουρκικός στρατός είχε αρχικά την υποστήριξη της πλειοψηφίας της κοινής γνώμης στην Τουρκία, όμως με το πέρασμα του χρόνου οι αμφισβητήσεις έρχονται ακόμη και από τους υποστηρικτές της επιχείρησης: Ο Στρατηγός Μπασμπουγκ, πρώην αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, όπως και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Κιλιτσντάρογλου, εξέφρασαν επιφυλάξεις από τις αρχές του Φεβρουαρίου.
Τα κυβερνητικά ΜΜΕ στην Τουρκία είναι 100% υποστηρικτικά προς τον τουρκικό στρατό, όμως το σύνολο των διεθνών ΜΜΕ, συμπεριλαμβανομένων και των ρωσικών, καταδικάζουν τις πρακτικές του Απελευθερωτικού Στρατού της Συρίας και του τουρκικού στρατού (θάνατοι αμάχων, καταστροφή αστικών δομών και ιστορικών μνημείων, βαρβαρότητες των τζιχαντιστών, κλπ)
Για να διεγείρει το εθνικό και το θρησκευτικό αίσθημα των Τούρκων, ο Ερντογάν, διαμέσου της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων, παρουσίασε την εισβολή ως Ιερό Πόλεμο (τζιχάντ). Όμως οι Κούρδοι είναι εξίσου μουσουλμάνοι.
Η τουρκική διπλωματία, που ακολουθούσε τις κεμαλικές αρχές από το 1923 έως το 2002, που σκοπίμως και πολύ προσεκτικά είχε αποφύγει τις επεμβάσεις στην Μέση Ανατολή, δέχθηκε τις επικρίσεις του Ερντογάν. «Ήταν οι ‘αγαπημένοι μου’ ειρηνιστές», είπε με περιφρονητικό τόνο. Οι ειδικοί τονίζουν ήδη από τις 20 Ιανουαρίου ότι εκείνη η κεμαλική διπλωματία ήταν η σωστή.
Υπάρχουν ελάχιστοι διπλωμάτες στο τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών, που γνωρίζουν αραβικά ή κουρδικά. Αυτούς, μάλιστα, ο Ερντογάν τους έχει περιθωριοποιήσει και κάνει τις συναντήσεις του μόνος του χωρίς διερμηνείς ή διπλωμάτες να καταγράφουν τις συνομιλίες. Ο υπουργός Εξωτερικών, που δεν γνωρίζει ούτε αγγλικά, κάνει τον διερμηνέα.
Τέλος, πολύ πρόσφατα, ακόμη και μετά τις φήμες και τις πληροφορίες κατά τις οποίες ο στρατός της Δαμασκού παίρνει θέσεις στην Αφρίν και στα συρο-τουρκικά σύνορα, οι Τούρκοι αξιωματούχοι προέβησαν σε δηλώσεις απίστευτες: «Θα είναι αδύνατο να σταματήσει ο τουρκικός στρατός ακόμη και αν έρθουν οι δυνάμεις του καθεστώτος να υπερασπιστούν το YPG», δήλωσε ένας εκπρόσωπος της κυβέρνησης.
Η Άγκυρα ξεχνάει ότι η Αφρίν είναι κομμάτι της Συρίας και πως οι Κούρδοι της Συρίας όπως και το καθεστώς της Δαμασκού συνυπάρχουν λίγο-πολύ ειρηνικά εδώ και δεκαετίες όντας πολίτες του ίδιου κράτους. Επίσης και οι δυο είναι κοσμικοί.
Ο Ερντογάν ξεκίνησε μια επιχείρηση όπου θέλει, σαν νικηφόρος στρατηλάτης, να κερδίσει την υποστήριξη περισσότερου από το 50% των εκλογέων, ώστε να εκλεγεί Πρόεδρος στις εκλογές του φθινοπώρου του 2019. Θέλει επίσης να καταστεί βασικός παίκτης στο συριακό, όμως παραμένει ένα πιόνι, ή έστω εξαρτημένος από την Μόσχα και από τις πρωτοβουλίες της Δαμασκού. Κανείς δεν είναι ευχαριστημένος, καθώς ενώ ο πόλεμος στην Συρία έδειχνε να παίρνει τέλος, η τουρκική εισβολή έριξε λάδι στην φωτιά.
* Ο Τούρκος δημοσιογράφος Ραγκίπ Ντουράν, με ρεπορτάζ και αναλύσεις, καταγράφει κάθε Σαββατοκύριακο στο Tvxs.gr, τις εξελίξεις στην Τουρκία. [Μετάφραση: Νίκος Μίχος]