16.03.2018, 19:14 | εφσυν
Στο προηγούμενο άρθρο μου συμφωνούσα ότι, σε αντίθεση με τον καπιταλισμό, η Αριστερά διαθέτει πράγματι, καταστατικά, ένα ηθικό πλεονέκτημα και ότι, λόγω αυτού, η κριτική μας προς αυτήν δικαίως οφείλει να είναι αυστηρή. Στο σημερινό άρθρο αισθάνομαι την ανάγκη να γίνω πιο διευκρινιστικός και απολογητικός, χρησιμοποιώντας ένα πιο προσωπικό ύφος.
Λέω «απολογητικός», γιατί είναι ενδεχομένως ακατανόητο πώς μπορεί να υποστηρίζει κανείς συγχρόνως την ηθική διάσταση της πολιτικής και ένα ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς, για τη σημερινή κυβέρνηση, όταν αυτή έχει δώσει, ως αντιπολίτευση, τόσες υποσχέσεις που δεν μπόρεσε να κρατήσει και που όφειλε να γνωρίζει ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να κρατήσει, και όταν έχει επίσης αναγκαστεί να εφαρμόσει αντιλαϊκές πολιτικές, που έπληξαν τα μεσαία και χαμηλά κυρίως κοινωνικά στρώματα.
Και συνεχίζω να αισθάνομαι την ανάγκη αυτοκριτικά να απολογηθώ, όταν διαβάζω άρθρα, γραμμένα από έγκριτες αριστερές γραφίδες, όπως του Κοροβέση και του Σταματόπουλου, που σε προβληματίζουν με τον κριτικό, εποικοδομητικό τους λόγο και σε θέτουν ενώπιον των ευθυνών σου, ως πολίτη, δείχνοντάς σου το ύψος στο οποίο πρέπει να βάλεις τον πήχη της πολιτικής ηθικής αλλά και των δικών σου πολιτικών προσδοκιών.
Υπάρχει όμως και η άλλη κατεύθυνση μιας επίσης αριστερής σκέψης, που κι αυτή είναι βιβλιογραφικά τεκμηριωμένη, και διαχωρίζει τον πολύ απαιτητικό και αυστηρό προσωπικό ηθικό κώδικα από τον ηθικό κώδικα της πολιτικής, ο οποίος δεν μπορεί παρά να είναι αναγκαίος και υπαρκτός, αλλά λιγότερο απαιτητικός. Γνωρίζω την πολυσημία της τοποθέτησής μου αυτής, θα επιθυμούσα εκ βάθους καρδίας να μην είναι τόσο ρεαλιστική και η πολιτική να ανάγεται οπωσδήποτε στην ηθική, αλλά ας μου επιτραπεί να μην επεκταθώ τώρα σ’ αυτό.
Δεν θα αναφερθώ, επίσης εδώ, στη βαρβαρότητα του καπιταλισμού, που έχει στη φύση του την απληστία, την ανθρωποφαγία, τη διαφθορά και την πλανητική επικυριαρχία. Ούτε θα θέσω το ερώτημα, που συχνά θέτουμε (και για τον χώρο, π.χ., της παιδείας και της εκ-παίδευσης), για το κατά πόσον είναι δυνατόν για μια κυβέρνηση να ασκήσει σωστή, δημοκρατική και κοινωνικά δίκαιη πολιτική μέσα σ’ αυτήν την παγκοσμιοποιημένη όσο και καταστροφική, για ανθρώπους και πλανήτη, νεοφιλελεύθερη ζούγκλα. Βασική ερώτηση που θέτει ουσιαστικά και η Σαντάλ Μουφ στη συνέντευξή της στον Τ. Τσακίρογλου («Εφ.Συν.», 10-11/3/2018).
Θα ρωτήσω, όμως, ποιες επιλογές τελικά έχουμε και αν οι ενδεχόμενες μαξιμαλιστικές μας στοχεύσεις έχουν ποτέ τη δυνατότητα να ευοδωθούν, όταν μάλιστα η δυναμική τους είναι ανύπαρκτη, με τη σημερινή παγκοσμιοποιημένη και περίτεχνα δικτυωμένη επιτηρητική και ελεγκτική καπιταλιστική επικυριαρχία, αλλά και με τη διάσπαση και τον συνεχή κατακερματισμό των δυνάμεων των Αριστεράς, που θα μπορούσαν να συμφωνήσουν, αν ήθελαν, σε ένα μίνιμουμ πολιτικών θέσεων, πράγμα που θα αποτελούσε ένα μεγάλο, ωστόσο, βήμα για μια πιο δίκαιη, κοινωνικά και περιβαλλοντικά ευαίσθητη πολιτική.
Το να πιστεύουμε ότι οι σημερινές τεχνοκρατικά καθορισμένες κοινωνικο-πολιτικές και οικονομικές συνθήκες ομοιάζουν με τις αντίστοιχες συνθήκες του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα είναι επικίνδυνα δογματικό και καταστροφικό. Ποιοι είναι αυτοί, λοιπόν, που θα επαναστατήσουν μέσα στη φεϊσμπουκική και ινσταγκραμική αποχαύνωση των δύο και τριών κινητών τους ή μέσα στην απέλπιδα, άνιση και πανταχόθεν τεχνοκρατικά επιτηρούμενη σημερινή τους κατάσταση, που με καμία προηγούμενη δεν μπορεί να συγκριθεί;
Σ’ αυτό το σκοτεινό πολιτικό τοπίο, οι προσπάθειες να ασκηθεί μια δίκαιη κοινωνική πολιτική (υπέρ των εργαζομένων και ιδιαίτερα των νέων ανθρώπων αλλά και των χαμηλών και μεσαίων εισοδηματικά στρωμάτων), να αποκτήσει ο τόπος ένα πιο λειτουργικό πολιτικό σύστημα, χωρίς αδιαφάνειες και διαφθορά, και να βγει η χώρα από τον ασφυκτικό κλοιό των μνημονίων, με μαχητικότητα και δυναμική, είναι σίγουρα προς τη σωστή κατεύθυνση. Προς μια κατεύθυνση, προς την οποία, όπως δήλωσε ο αναπληρωτής υπουργός Αμυνας Φώτης Κουβέλης, στη συνέντευξή του στον Δ. Κουκλουμπέρη («Εφ.Συν.», 10-11/3/2018), πρέπει να συγκλίνουν, με πνεύμα πολιτικής συνεργασίας, όλες οι προοδευτικές δυνάμεις στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.
Η πολιτική μάχη δεν είναι πλέον μεταξύ κομματικών σχηματισμών, αλλά μεταξύ δύο παγκόσμιων ιδεολογιών, του νεοφιλελευθερισμού και του αριστερού βιοκεντρικού ανθρωπισμού. Είναι μια άνιση μάχη, λόγω της εγγενούς και απάνθρωπης επιθετικότητας του καπιταλισμού, της ανθεκτικότητας και της επιτηδειότητάς του, όπως και των τεχνοκρατικά προηγμένων μέσων που επιτηρητικά, ελεγκτικά και παρεμβατικά αυτός χρησιμοποιεί. Η πολιτική απαιτεί τη συνύπαρξη βασικών ηθικών αρχών και αξιών, και μακάρι να μπορούσε να αναχθεί στην ηθική.
Ωστόσο, η πολιτική δεν είναι πρωτίστως ένα ηθικό άθλημα, όπως αυτό απαιτείται σε προσωπικό επίπεδο, αλλά είναι μια τέχνη που κρίνεται με βάση τις προθέσεις, τα υπάρχοντα μέσα, το εφικτό των πραγμάτων, τους τρόπους διεκδίκησης και τα αποτελέσματα. Πιστεύω, λοιπόν, ότι στην άνιση αυτή μάχη η Αριστερά χρειάζεται την ουσιαστική εποικοδομητική μας κριτική και, παρ’ όλες τις αδυναμίες της, τη στήριξή μας.
* καθηγητής Φιλοσοφίας της Τεχνοεπιστήμης στο Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών του ΠΤΔΕ του ΑΠΘ