21.03.2018, 15:16 | εφσυν
Στις συζητήσεις για τις ευθύνες πολιτικών στο σκάνδαλο της Novartis συναντούμε μια θέση που ασπάζονται οι περισσότεροι πολίτες, αλλά και μια μεγάλη απορία.
Με τη σειρά:
Σε σφυγμομέτρηση (εταιρεία PRORATA/12.3.2018, «Εφημερίδα των Συντακτών») αλλά και σε διάσπαρτες συζητήσεις επικρατεί η θέση ότι στην περίπτωση του σκανδάλου Novartis όλα πρέπει να έρθουν στο φως. Στα «όλα» φυσικά με έμφαση τοποθετούνται οι ευθύνες των πολιτικών. Αυτή είναι η θέση που ευρέως επικρατεί.
Στη συνέχεια όμως ακολουθούν οι απορίες και η αμηχανία. Ποιος θα ρίξει το φως; Η Βουλή; Η τακτική Δικαιοσύνη;
Η αντιπολίτευση και ο Τύπος που την εκφράζει υποστηρίζουν να προχωρήσουν άμεσα η διερεύνηση και η διαλεύκανση από την ίδια τη Βουλή. Οι κυβερνητικοί βουλευτές, αντίθετα, δεν θεωρούν δεδομένη την αρμοδιότητα της Βουλής, αλλά τη συζητούν.
Σημαίνει αυτό ότι δεν θέλουν τη διαλεύκανση; Η απάντηση παρατίθεται παρακάτω. Θα δείξει ελπίζω όσο γίνεται πιο καθαρά ότι η υποστήριξη της διερεύνησης και εκδίκασης της υπόθεσης από τη Βουλή αποτελεί μια «μεγάλη μπλόφα».
Ετσι σωστά τη χαρακτήρισε και ο βουλευτής Χ. Μαντάς κατά τη συζήτηση της πρότασης των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας στην Ολομέλεια της Βουλής να διωχθούν τρεις υπουργοί ή αν. υπουργοί Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ στον χώρο της υγείας.
Ας περάσουμε λοιπόν στην απάντηση:
Κατά το άρθρο 86 του Συντάγματος μόνο η Βουλή έχει αρμοδιότητα να διώκει κυβερνητικούς πολιτικούς για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Τι αλλάζει με την πρόβλεψη αυτής της αρμοδιότητας; Για τους πολιτικούς δεν παύουν να ισχύουν οι κοινοί ποινικοί νόμοι. Εξάλλου, παρά την πρόβλεψη διαφορετικής προδικασίας, η δίκη τους θα γίνει τελικά από δικαστές (Ειδικό Δικαστήριο).
Το κύριο στοιχείο που διαφοροποιεί τους πολιτικούς από τους κοινούς πολίτες είναι η σύντομη εξάλειψη της ποινικής τους ευθύνης, κατά τις προβλέψεις του άρθρου 86 παρ.3 του Συντάγματος.
Συγκεκριμένα η ποινική ευθύνη των πολιτικών εξαλείφεται, εξαφανίζεται, αν έχει περάσει η βουλευτική περίοδος κατά την οποία τελέστηκαν τα εγκλήματα και επιπλέον χρονικό διάστημα που αντιστοιχεί σε δύο συνόδους της επόμενης βουλευτικής περιόδου.
Πρακτικά και απλά: αφού τελειώσει η περίοδος της “φιλικής” Βουλής κατά τη διάρκεια της οποίας π.χ. ένας υπουργός διέπραξε έγκλημα, το πολύ η ευθύνη να μείνει ενεργή για ακόμη δύο χρόνια (συνόδους της επόμενης Βουλής).
Εφαρμογή στην υπόθεση Novartis: το σύνολο των πράξεων για τις οποίες διενεργείται προκαταρκτική εξέταση έχει τελεστεί προ του Ιανουαρίου 2015. Επομένως η ποινική ευθύνη, αν εμπίπτει στο Σύνταγμα, έχει παραγραφεί.
Με δυο λόγια, εάν η Βουλή θεωρήσει ότι όλα τα σχετικά εγκλήματα τελέστηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων των πολιτικών και επομένως ότι η ίδια είναι αρμόδια να τα ερευνήσει και να τα οδηγήσει σε δίκη από Ειδικό Δικαστήριο, τότε είναι υποχρεωμένη να τους αθωώσει όλους λόγω παραγραφής.
Αν, αντίθετα, ερευνήσει την αρμοδιότητά της και καταλήξει σε ένα συμπέρασμα ότι δεν είναι αρμόδια, οπότε αντί η ίδια να προχωρήσει σε ανάκριση και εκδίκαση πρέπει να στείλει τους εμπλεκόμενους στα τακτικά δικαστήρια, τότε θα ακολουθήσει η δίκαιη δίκη. Οι αθώοι θα αθωωθούν, οι ένοχοι θα καταδικαστούν.
Θα αναρωτηθεί κάποιος: μα επιτρέπεται η Βουλή, η αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή ή αργότερα η Ολομέλεια να αποφασίζουν με βάση τις πολιτικά αρεστές συνέπειες; Προφανώς όχι!
Η Βουλή οφείλει να προσέξει τι λένε το Σύνταγμα και οι νόμοι και να αποφανθεί ανάλογα.
Απλώς είναι αναγκαίο ο πολίτης να γνωρίζει ποιες είναι οι προβλεπόμενες κατά το Σύνταγμα συνέπειες των επιλογών. Να μην παραπλανιέται ότι αρμοδιότητα της Βουλής για παραγεγραμμένες υποθέσεις σημαίνει δήθεν «όλα στο φως». Και ότι παραπομπή στην τακτική Δικαιοσύνη για διερεύνηση και εκδίκαση σημαίνει «κουκούλωμα».
* Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ – ομ. καθηγητής ΑΠΘ