Ο Μητροπολίτης Αμβρόσιος στην αγκαλιά του Λαγού και του Παναγιώταρου
«Εμπαινε Δέσποτα!!» ήταν το σχόλιο του χρυσαυγίτη Ηλία Παναγιώταρου στο twitter για την καταγγελία του μητροπολίτη Αμβρόσιου ότι ο Σταύρος Κοντονής παρεμβαίνει στη Δικαιοσύνη και θα τον παραπέμψει στην Επιτροπή Αναφορών της Ε.Ε.!
Ενθαρρυμένος, προφανώς, από την απόφαση του δικαστηρίου του Αιγίου που τον απάλλαξε για το κήρυγμα μίσους, ο κ. Αμβρόσιος αισθάνεται έτοιμος για την αντεπίθεσή του. Και οι πρώτοι –αν όχι οι μόνοι– που του συμπαρίστανται ανοιχτά είναι οι ναζιστές συναγωνιστές του, υπόδικοι για τη διεύθυνση εγκληματικής συμμορίας.
Δεν είναι μυστικό ότι εδώ και αρκετά χρόνια ο Αμβρόσιος συναγωνίζεται τη Χρυσή Αυγή σε αντιμεταναστευτικό οίστρο, σε αντικομμουνιστικές κορόνες, σε ακραίες εκφράσεις μίσους εναντίον της Αριστεράς.
Η ναζιστική οργάνωση αισθάνεται τόσο οικεία με την πολιτική ρητορεία του κ. Αμβρόσιου, ώστε δεν παύει να αναπαράγει αποσπάσματα από το ιστολόγιό του, εκφράζοντας την πλήρη ταύτισή της με τα «επιχειρήματά» του. Αλλά κι εκείνος δεν χάνει την ευκαιρία να δηλώνει ότι προτιμά να τον αποκαλούν «ναζιστή και χουντικό», παρά «κατσαπλιά», ενώ αγκαλιάζει την ηγεσία της Χρυσής Αυγής εν Χριστώ και εν Αδόλφω.
Είναι αλήθεια ότι ενώ το 2012 υπήρχαν αρκετοί μητροπολίτες που καλόβλεπαν το νέο «πατριωτικό» κόμμα που είχε πάρει τη θέση του ΛΑΟΣ στην καρδιά των ακροδεξιών ψηφοφόρων, ο κ. Αμβρόσιος είναι ο μόνος ιεράρχης που έχει παραμείνει πιστός στη Χρυσή Αυγή, ακόμα και μετά την άσκηση των διώξεων και τις συνταρακτικές αποκαλύψεις για την εγκληματική της δράση.
Αλλοι ιεράρχες, αντίθετα, οι οποίοι ξεχωρίζουν για τις ακραίες θέσεις τους, έχουν φροντίσει να διαχωρίσουν τη στάση τους από την οργάνωση του Μιχαλολιάκου. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Σεραφείμ Πειραιώς, τον οποίο είδαμε αρχικά να συμπορεύεται με τη Χρυσή Αυγή, να συνεργάζεται με την ηγεσία της σε κινητοποιήσεις, όπως οι συγκεντρώσεις φανατικών έξω από το θέατρο «Χυτήριο», αλλά πολύ γρήγορα να παίρνει τις αποστάσεις του και να ξεκινά πολεμική κατά των ναζιστών, με την κατηγορία ότι πρόκειται για παγανιστές.
Η ιδιαιτερότητα του κ. Αμβρόσιου έγκειται στο γεγονός ότι οι ακραίες, ρατσιστικές, ομοφοβικές και μισαλλόδοξες δηλώσεις του δεν προκύπτουν από κάποιου είδους υπερορθόδοξο φονταμενταλισμό. Ο κ. Αμβρόσιος δεν θεολογεί ως φανατικός. Πολιτεύεται ως φιλοχουντικός. Και το κάνει από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στη διοίκηση της Εκκλησίας.
Η πορεία του είναι καταγραμμένη από πολλούς ερευνητές (ενδεικτικά, Γιώργος Καρανικόλας, «Ρασοφόροι, συμφορά του έθνους», εκδ. Θουκυδίδης, Αθήνα 1985 και Μανώλης Βασιλάκης, «Η μάστιγα του Θεού», εκδ. Γνώσεις, Αθήνα 2006). Αλλά πάνω απ’ όλα αυτή η πορεία τεκμηριώνεται και στα επίσημα έντυπα της Εκκλησίας (περ. «Εκκλησία») και τα βιβλία των υμνητών του (ενδεικτικά, Ιωάννης Μπουγάτσος, «Αμβρόσιος Μητροπολίτης Καλαβρύτων και Αιγιαλείας, Είκοσι έτη Αρχιερατείας, 1978-1998», εκδ. Ι.Μ. Μεγάλου Σπηλαίου, Αθήνα 1999).
Ταγματάρχης της Χωροφυλακής
Το βιογραφικό του φιλοξενήθηκε στο περιοδικό «Εκκλησία» όταν το 1976 διορίστηκε αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου και προήχθη σε τιτουλάριο Μητροπολίτη Ταλαντίου. Από το βιογραφικό μαθαίνουμε ότι γεννήθηκε το 1938 ως Αθανάσιος Λενής και έλαβε το πτυχίο Θεολογίας το 1963.
«Από του έτους 1959 καθίσταται υποτακτικός της Μοναστικής Αδελφότητος Παναγία η Χρυσοπηγή και παραμένει έκτοτε ανελλιπώς εν υποταγή υπό τον Γέροντα αυτού Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Ρωγών κ. Καλλίνικον Καρούσον. Το γεγονός τούτο απετέλεσε μέγιστον κεφάλαιον διά την όλην ζωήν και πολιτείαν αυτού. […] Από του έτους 1968 διωρίσθη Ιεροκήρυξ του Σώματος της Χωροφυλακής, λαβών εξ απονομής τον βαθμόν του Μοιράρχου, όθεν και προήχθη αργότερον εις Ταγματάρχην.
Από της θέσεως ταύτης ανέπτυξε ποιμαντικήν δράσιν κηρύττων ανελλιπώς εν τω Ναώ, διδάσκων εν ταις Σχολαίς Οπλιτών και Αξιωματικών Χωροφυλακής. Διετέλεσε ωσαύτως Καθηγητής εις τας Σχολάς Μετεκπαιδεύσεως Μοιράρχων και Αστυνόμων, ως και εις τοιαύτας Στελεχών Ασφαλείας. […] Συνέγραψεν είκοσι περίπου μελέτας εποικοδομητικού, ιστορικού και αντιαιρετικού περιεχομένου. Αρθρογραφεί εις τον εκκλησιαστικόν Τύπον και εις το περιοδικόν “Επιθεώρησις της Χωροφυλακής”» (περ. «Εκκλησία», 1-15.9.1976).
Η πιο χαρακτηριστική σύνοψη των προσωπικών του πιστεύω περιλαμβάνεται ήδη στην πρώτη του ομιλία ως επισκόπου. Ο Αμβρόσιος δεν περιορίστηκε να απευθυνθεί στους «εκπροσώπους του ενδόξου και λίαν μοι αγαπητού Σώματος της Χωροφυλακής» ούτε στην έκφραση της αγάπης του («εις την καρδίαν μου τα Σώματα Ασφαλείας γενικώτερον και το ένδοξον Σώμα της Χωροφυλακής ειδικώτερον θα κατέχη πάντοτε κεντρικωτάτην θέσιν»), αλλά προχώρησε σε μια ανοιχτή πρόκληση, απευθύνοντας ασπασμό στους χουντικούς βασανιστές των Σωμάτων Ασφαλείας:
«Από της θέσεως ταύτης απευθύνω ιδιαιτέρως θερμόν εν Κυρίω ασπασμόν προς όλους εκείνους τους αγαπητούς μου Αξιωματικούς και Οπλίτας της Ελληνικής Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων, οι οποίοι την στιγμήν ταύτην, συνεπεία οιουδήποτε ατυχούς συμβάντος εν τη ενασκήσει του υπηρεσιακού των καθήκοντος, εστερήθησαν των αγαθών της υγείας και της ελευθερίας των».
Ο Τύπος της εποχής σχολίασε με ειρωνικά σχόλια την αναφορά αυτή. «Παραπονιόμαστε που δεν είμαστε στη χειροτονία να συνχειροτονίσωμεν τον νέον ιεράρχη» έγραφαν «Τα Νέα» (16.10.1976), ενώ η «Ελευθεροτυπία» επισήμαινε ότι ελάχιστοι βασανιστές είχαν υποστεί δικαστικό έλεγχο: «Δεδομένου ότι οι φυλακισμένοι βασανιστές είναι λίγοι, ο Αγιος Ταλαντίου δεν θα καταπονηθεί και πολύ, αλλά θα εξοφλήσει τις υποχρεώσεις του με ελάχιστα φιλήματα» (15.10.1976).
Μπορεί το Σώμα της Χωροφυλακής να καταργήθηκε, αλλά οι πεποιθήσεις και η συμπεριφορά του Αμβρόσιου παρέμειναν σταθερές. Ενα χρόνο μετά την εκλογή του στη Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας «ο Μητροπολίτης με εμπρηστική ομιλία του μίλησε ανοιχτά για τον Μεταξά και τον βασιλιά και παραγνώρισε σκόπιμα τον λαό» («Βήμα της Αιγιαλείας», 10.11.1979).
ΕΛΜΕ κατά Μητροπολίτη
Η τοπική ΕΛΜΕ συγκάλεσε έκτακτη Γενική Συνέλευση και με ψήφισμά της κατάγγειλε «την ενέργεια του Μητροπολίτη, ο οποίος στη γιορταστική εκδήλωση για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου στο 1ο Γυμνάσιο και Λύκειο Αιγίου έθιξε την αξιοπρέπεια και το κύρος των καθηγητών στην ψυχή των μαθητών, θεωρώντας δεδομένη τη διαστρέβλωση του ιστορικού γεγονότος της 28ης Οκτώβρη από τους ομιλητές και τα κρατικά μέσα ενημέρωσης».
Η αντίδραση του Αμβρόσιου ήταν να βρει από κάποια υπηρεσία τις διευθύνσεις των καθηγητών και να τους στείλει πανομοιότυπη επιστολή και μια πολυγραφημένη δήλωση μετανοίας προς συμπλήρωση! Η επιστολή του έλεγε μεταξύ άλλων: «Με την διατύπωσιν αυτήν του ψηφίσματος οι κ.κ. καθηγηταί πολιτικολογούν. Επιφυλάσσομαι δε διά τον λόγον αυτόν να διαμαρτυρηθώ όπου δει, διότι πολιτικολογούντες ανεπιτρέπτως θίγουν την ημετέραν αγιοπρέπειαν». Το κείμενο που είχε συντάξει προς υπογραφή από τους καθηγητές ξεκινούσε ως εξής: «Δεν συμμεριζόμεθα τας εις το ψήφισμα διατυπουμένας απόψεις» (εφημ. «Ριζοσπάστης», 13.12.1979).
Η δημόσια ομιλία του Αμβρόσιου κατά του νόμου για την εκκλησιαστική περιουσία που οργανώθηκε με απόφαση της Ιεράς Συνόδου στην Πάτρα στις 3.6.1987 είναι απολύτως ενδεικτική για την πολιτική του σκέψη. «Η κυβέρνησις της Αλλαγής έθεσε σαν στόχο της να μειώση την επιρροή της Εκκλησίας στον Ελληνικό Λαό […] Η σύζυγος του Πρωθυπουργού, η γνωστή και πολυπράγμων κυρία Μάργκαρετ, της οποίας και το όνομα και η λαλιά φανερώνουν ότι δεν είναι ελληνικής καταγωγής […] Ο κ. Αντώνης Τρίτσης έχει σπουδάσει στις ΗΠΑ και έχει δηλώσει ότι είναι άθεος. Πολλοί υποστηρίζουν ότι ήρθε το 1974 ντυμένος με άσπρο σεντόνι-χλαμύδα […] Εξω οι βέβηλοι από την Εκκλησία: Εξω οι άθεοι: Εξω οι αλειτούργητοι! Εξω οι αφωρισμένοι!» (περ. «Εκκλησία», 1.7.1987).
Ασφαλώς η συμμετοχή του με τον μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο Παρασκευαΐδη και τον μετέπειτα μητροπολίτη Πειραιώς Καλλίνικο Καρούσο στη γνωστή «τρόικα» της «Χρυσοπηγής» και οι καλές σχέσεις των τριών με άλλες παραεκκλησιαστικές οργανώσεις (ειδικά τη «Ζωή») εξασφάλισαν και στους τρεις πρώην μοναχούς μια αξιοπρόσεκτη εκκλησιαστική σταδιοδρομία. Και οι τρεις τους θα αναπτύξουν ειδικές σχέσεις και με την εξωεκκλησιαστική Ακροδεξιά, όπως λ.χ. την ομάδα του «Στόχου», με την οποία θα οργανώσουν «Συνέδριο» στο Λιδωρίκι (29.5.1997).
Ο Αμβρόσιος θα πρωτοστατήσει στην εκστρατεία κατά των αριστούχων μαθητών αλβανικής καταγωγής που παρήλασαν με την ελληνική σημαία, με σκληρή επίθεση εναντίον του πολιτικού κόσμου αλλά και του ίδιου του Προέδρου της Δημοκρατίας: «Εγινε και ο Πρόεδρός μας υπερασπιστής του αλβανικής καταγωγής αριστούχου μαθητού! Ολα αυτά τα καμώματα μας βάζουν σε σκέψη: Τελικά πού ζούμε; Μήπως γίναμε παράρτημα της Αλβανίας και δεν το γνωρίζουμε;» (εφημ. «Αυγή», 15.1.2001).
Με τη σιγουριά που τον διακρίνει, ο Αμβρόσιος θα ξεσπαθώσει κατά του «δικτάτορα» Κώστα Σημίτη για το ζήτημα της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες: «[Ο πρωθυπουργός] έχει έρθει σε συμφωνία με την Τεκτονική Στοά και το εβραϊκό λόμπι για το θέμα των ταυτοτήτων» (3.8.2000).
Στο ίδιο πνεύμα θα καταγγείλει ότι όλα αυτά γίνονται «σε εφαρμογή του σχεδίου Κίσινγκερ», επαναλαμβάνοντας δηλαδή το γνωστό πλαστογράφημα που διακινείται ανελλιπώς τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτός είχε εξάλλου την αμετροεπή ιδέα να υψωθεί το λάβαρο της Αγίας Λαύρας στις «λαοσυνάξεις» της Εκκλησίας.
Ενδιαφέρον και επίκαιρο είναι το μήνυμα που έστειλε εκείνη την περίοδο ο Αμβρόσιος σε συγκέντρωση ιερέων υφισταμένων του, σύμφωνα με το οποίο η Ιερά Σύνοδος «προηγείται όλων των άλλων θεσμικών οργάνων της Ελληνικής Δημοκρατίας, όπως είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, η Βουλή, η κυβέρνηση, η δικαστική εξουσία».
Και βέβαια από τότε η βία ήταν μεταξύ των αποδεκτών μέσων πάλης για τον ταγματάρχη-μητροπολίτη: «Οταν κάνεις μια μάχη δεν την κάνεις με λουκούμια και λουκουμόσκονη, παίρνεις πέτρες και ξύλα και τα πετάς για να υπερισχύσει το δίκιο σου» (9.8.2000). Ηταν τόσο ακραίες οι εκφράσεις του, που θεωρήθηκε τότε ότι ζημιώνει τον Αρχιεπίσκοπο.
Η αλήθεια είναι ότι δεν δίστασε να διαχωρίσει τη θέση του από την ήπια στάση του Χριστόδουλου και τον συμβιβασμό με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ηταν ο μόνος ιεράρχης που καταψήφισε τη σχετική απόφαση, δηλώνοντας ότι πρόκειται για «λεόντειο συμβιβασμό» και «παράδοση άνευ όρων» (28.5.2004).
Σύγκρουση με τον Ιερώνυμο
Και με τον σημερινό Αρχιεπίσκοπο ο Αμβρόσιος είχε έρθει σε σύγκρουση από το 1998, κατηγορώντας τον για οικονομικά σκάνδαλα. Μάλιστα, ο τότε μητροπολίτης Θηβών Ιερώνυμος είχε καταθέσει και μήνυση εναντίον του. Μετά την απαλλαγή του από τη Δικαιοσύνη, το 2004, ο Ιερώνυμος προσέφυγε στα εκκλησιαστικά δικαστήρια κατά του Αμβρόσιου με την κατηγορία ότι τον συκοφάντησε με σκοπό «την ηθική σπίλωσι και ατίμωσι του προσώπου μου ενώπιον των λοιπών Αγίων Αρχιερέων, ώστε, προ της επικειμένης τότε εκλογής Αρχιεπισκόπου να καταστή προκριτωτέρα η υποψηφιότης ετέρων Αρχιερέων».
Τελικά, κάτω από το βάρος των αποκαλύψεων για τα σκάνδαλα στον χώρο της Ιεραρχίας και της Δικαιοσύνης, στις αρχές του 2005 Χριστόδουλος και Ιερώνυμος ήρθαν σε συμβιβασμό και η υπόθεση δεν προχώρησε.
Ο Αμβρόσιος, βέβαια, δεν δίστασε να καρφώσει τον «αδελφό» του Χριστόδουλο, ισχυριζόμενος τότε ότι ο Αρχιεπίσκοπος γνώριζε τα πάντα για τα πρόσωπα που είχαν εμπλακεί εκείνη την εποχή στα σκάνδαλα: «Πείτε τα, Μακαριώτατε, λάβετε μέτρα, γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα τα πούμε εμείς» (εφημ. «Απογευματινή», 22.2.2005).
Την ίδια περίοδο είχαν διατυπωθεί σοβαρά ερωτήματα και για τον τρόπο με τον οποίο περιήλθε στην επενδυτική εταιρεία της Μητρόπολης Καλαβρύτων η περιουσία της χήρας του Θ. Μερτικόπουλου, στελέχους της οργάνωσης «Ζωή» και χρηματοδότη της «Χρυσοπηγής» (ρεπορτάζ Τάσου Τέλλογλου, Mega, 22.3.2005).
Σύμφωνα με τις αποκαλύψεις του Νίκου Παπαδημητρίου, ο Αμβρόσιος είχε προετοιμάσει ειδική «φόρμα» που απευθυνόταν σε «κάθε ώριμο στην ηλικία άνθρωπο» για τη διατύπωση της διαθήκης του, όπου σημειωνόταν η ανάγκη να διατίθεται ένα μέρος της περιουσίας καθενός όχι στο κράτος («το κράτος τα έχει όλα δικά του»), αλλά «διά την ενίσχυσιν της Ενορίας, της Μητροπόλεώς μας, των Μονών μας» (εφημ. «Απογευματινή», 7.4.2005).
Η οικονομική πλευρά της υπόθεσης δεν είναι οπωσδήποτε καθόλου αμελητέα. Ο πολυπράγμων ταγματάρχης-μητροπολίτης έχει αναπτύξει μεγάλο «επενδυτικό» έργο στην περιοχή του, μέσω της ξενοδοχειακής μονάδας «Σήμαντρον» και της εταιρείας «Μετόχι Α.Ε.». Αλλά και το ξεκίνημα της σταδιοδραμίας του είχε σχέση με οικονομικά ζητήματα.
Σύμφωνα με επιστολή του μητροπολίτη Διονυσίου, η τριανδρία της «Χρυσοπηγής» εκδιώχθηκε από τα Μετέωρα όπου μόναζαν το 1962, επειδή «διεσπάθησαν πάσας τας οικονομίας της Μονής ανερχομένας εις έν περίπου εκατομμύριον δραχμών» (εφημ. «Τα Νέα», 12.3.2005). Σύμφωνα με τον Καλλίνικο, ο Διονύσιος προτού πεθάνει ανακάλεσε τη θέση του αυτή και τους ζήτησε συγγνώμη (Καλλίνικου Καρούσου, «Η διακονία μου στα Μετέωρα», εκδ. Χρυσοπηγή). Δυστυχώς, αυτή η δήλωση δεν είναι πλέον δυνατόν να διασταυρωθεί.