Η στάση των ισχυρών, των ΗΠΑ και της Ρωσίας, που παρέμειναν θεατές, παρά τις μεγαλοστομίες τους για υπεράσπιση των αδυνάμων, της δημοκρατίας κ.λπ., δεν θα πρέπει να εκπλήσσει.
Οι Αμερικανοί χρησιμοποίησαν τους Κούρδους ως τη μοναδική αποτελεσματική και πρόθυμη να αντιμετωπίσει τους τζιχαντιστές ένοπλη δύναμη στη βόρεια και ανατολική Συρία προκειμένου να εδραιώσουν την παρουσία τους στην περιοχή από τον ποταμό Ευφράτη μέχρι τα σύνορα με το Ιράκ -όπου υπάρχουν τα σημαντικότερα κοιτάσματα πετρελαίου της Συρίας-, αλλά και για να ανακόψουν την προέλαση των κυβερνητικών στρατευμάτων του Άσαντ προς το στρατηγικής σημασίας τρίγωνο στα σύνορα Συρίας – Ιράκ – Ιορδανίας.
Οι Ρώσοι και το καθεστώς Άσαντ χρησιμοποίησαν το Αφρίν ως διαπραγματευτικό χαρτί -και στην πράξη ως αντάλλαγμα- για την εκκαθάριση των υπολειμμάτων των αντικαθεστωτικών στην κοιλάδα της Γούτα, ανατολικά της Δαμασκού. Η Τουρκία εκμεταλλεύθηκε τον ρωσοαμερικανικό ανταγωνισμό για να διευρύνει τη ζώνη εισβολής και κατοχής στη βόρεια Συρία δημιουργώντας τετελεσμένα που θα είναι δύσκολο να ανατραπούν.
Η Μόσχα είχε δημιουργήσει πέρυσι ένα μικρό προγεφύρωμα στο Αφρίν. Η παρουσία μερικών εκατοντάδων Ρώσων στρατιωτών στην κουρδική περιοχή λειτουργούσε αποτρεπτικά για τα τουρκικά σχέδια, αλλά μόνο προσωρινά. Ακολούθησε ένα παρασκηνιακό παζάρι μεταξύ Μόσχας, Άγκυρας και Δαμασκού. Ο Άσαντ εμφανίστηκε πρόθυμος να αναλάβει τον έλεγχο του Αφρίν εφόσον οι Κούρδοι θα συναινούσαν να τεθούν υπό τη διοίκησή του και ο ίδιος θα λάμβανε εγγυήσεις (αεροπορικής) προστασίας από τη Ρωσία.
Στα μέσα Ιανουαρίου ο κύβος ερρίφθη όταν το ρωσικό απόσπασμα αποσύρθηκε από το Αφρίν. Η ρωσική πλευρά «δείχνει» τους Κούρδους ως υπεύθυνους για το ναυάγιο αυτού του σχεδίου υποστηρίζοντας ότι αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν την επικυριαρχία του Άσαντ γιατί οι ομοεθνείς τους στα ανατολικά τα έχουν κάνει «πλακάκια» με τους Αμερικανούς. Φαίνεται όμως ότι εκείνο που έπαιξε καθοριστικό ρόλο ήταν μια συμφωνία κάτω από το τραπέζι μεταξύ Πούτιν και Ερντογάν, της οποίας το εύρος μένει να αποδειχθεί στο μέλλον.
Στο επίσημο διπλωματικό επίπεδο το μοναδικό χαρτί πάνω στο τραπέζι είναι η ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ της 24ης Φεβρουαρίου για κατάπαυση του πυρός σε ολόκληρη τη Συρία, που βάφτηκε στο αίμα στο Αφρίν και στην Ανατολική Γούτα.
Περισσότεροι από 200.000 άνθρωποι πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς στη βόρεια και στην κεντρική Συρία, ενώ ο Ταγίπ Ερντογάν απειλεί ότι θα διατάξει τον στρατό του να κινηθεί ανατολικά για να «εκκαθαρίσει τις φωλιές των τρομοκρατών» στη Μανμπίζ, το Κομπάνι, το Καμισλί και να εισβάλει επίσης στο βόρειο Ιράκ για να χτυπήσει τους Κούρδους μέχρι τα όρη Σιντζάρ (τόπο μαρτυρίου των Γεζίντι από τη βαρβαρότητα των τζιχαντιστών το 2014).
Αν κινηθεί προς ανατολάς, ο τουρκικός στρατός θα βρεθεί αντιμέτωπος με τους Αμερικανούς, εκτός αν γίνει καινούργιο παζάρι. Το επόμενο κρίσιμο τετράγωνο της σκακιέρας είναι η περιοχή δυτικά του ποταμού Ευφράτη (Μανμπίζ), που ελέγχεται από Κούρδους και Αμερικανούς, καθώς ο Ερντογάν έχει δεσμευτεί ότι δεν θα μείνει ούτε Κούρδος και σε αυτή την περιοχή. Η τήρηση της δέσμευσης Ερντογάν θα είναι καθοριστική για το εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι της Τουρκίας, ακόμα και για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.
Εν τω μεταξύ στο Αφρίν οι τουρκικές δυνάμεις κατοχής εν μέσω λεηλασιών προχωρούν στη δημιουργία «τοπικών αρχών» και στην αλλαγή των δημογραφικών δεδομένων μετά την έξοδο των δεκάδων χιλιάδων προσφύγων. Σε μια άλλη εποχή, σε μια άλλη περιοχή, η ευαίσθητη Δύση θα μιλούσε για εθνοκάθαρση. Την ίδια ώρα ο συριακός στρατός εμποδίζει τους Κούρδους πρόσφυγες να κατευθυνθούν προς το Χαλέπι, όπου υπάρχει κουρδική ένοπλη κοινότητα.
Το τουφεκίδι δεν θα σταματήσει στα βουνά του Αφρίν. Οι Κούρδοι μαχητές επέλεξαν να εγκαταλείψουν την πόλη, αλλά συνεχίζουν τον πόλεμο με τον μοναδικό τρόπο που διαθέτουν και γνωρίζουν καλά, το αντάρτικο. Αλλά οι πολιτικές επιλογές των ηγετών τους στη Συρία, όπως και στο δημοψήφισμα για ανεξαρτησία του ιρακινού Κουρδιστάν, οδήγησαν μέχρι τώρα σε στρατιωτικές και πολιτικές ήττες που προκαλούν έντονο προβληματισμό για το μέλλον.
Ακόμα μια δοκιμασία για έναν λαό που βασανίζεται επί αιώνες στις μυλόπετρες της Ιστορίας και των ισχυρών. Και που ίσως δοκιμαστεί ακόμα περισσότερο τους επόμενους μήνες, αν ανάψει στη Μέση Ανατολή ένας μεγαλύτερος πόλεμος με την εμπλοκή Αμερικής, Ιράν, Ρωσίας, Τουρκίας και Ισραήλ.