Σε ανοιχτό πόλεμο κατά της κυβέρνησης πέρασε ο υπόδικος εφοπλιστής Βαγγέλης Μαρινάκης με χθεσινή δήλωσή του.
Με αυτήν κατηγορεί την κυβέρνηση ότι επιδιώκει να καταστήσει τη χώρα «χειρότερη από την Κολομβία και τη Βενεζουέλα μαζί» (!), ότι προσπαθεί να εμπεδώσει στην κοινή γνώμη την άποψη πως «ο Μαρινάκης χρηματοδοτεί με αμφιλεγόμενης προέλευσης χρήματα τη Νέα Δημοκρατία και με αυτή τη σκοτεινή ατζέντα» να πάει σε εκλογές.
Με τη δήλωσή του αποδίδει στην κυβέρνηση τον στόχο «να ενοχοποιήσετε έναν αθώο [σ.σ. τον ίδιο] και μαζί του την αντιπολίτευση για να παραμείνετε στην εξουσία». Επίσης τονίζει ότι η επίθεση εναντίον του «είναι φανερό ότι επιχειρεί να υποκαταστήσει την απόλυτη αδυναμία άρθρωσης πολιτικού λόγου με την ύβρη και τη συκοφαντία».
Από πότε, άραγε, ένας επιχειρηματίας αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση σαν να είναι ο ίδιος πολιτικό κόμμα; Από πότε διατυπώνει απόψεις με τέτοιον τρόπο για το πού θέλει να πάει τη χώρα η κυβέρνηση; Από ποια θέση την κρίνει αν έχει ή δεν έχει πολιτικό λόγο; Και από πότε την επικρίνει επειδή ενδεχομένως θέλει να ξανακερδίσει την κυβερνητική εξουσία;
Από πότε ένας ολιγάρχης διατυπώνει άποψη για τον τρόπο με τον οποίο διεξάγεται η αντιπαράθεση μεταξύ των κομμάτων και γιατί νοιάζεται για το αν θα πληγεί η αντιπολίτευση; Η δήλωσή του πρέπει να απασχολήσει σοβαρά τον πολιτικό κόσμο, καθώς πρόκειται -εκτός των άλλων- για ιδιοκτήτη σημαντικών μέσων ενημέρωσης που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη.
Ο μεγαλοεπιχειρηματίας θεωρεί πως ορθώς τηλεφώνησε αργά τη νύχτα στον κυβερνητικό εκπρόσωπο για να μάθει, όπως ισχυρίζεται, την ταυτότητα του συντάκτη του κυβερνητικού non paper που τον χαρακτηρίζει «ναρκέμπορο», παραβιάζοντας το τεκμήριο της αθωότητάς του.
Ομως στα κράτη δικαίου, όταν υπάρχει παράνομη πράξη, η Δικαιοσύνη ορίζει τον υπεύθυνο και σε αυτήν όφειλε να καταφύγει ο κ. Μαρινάκης, αντί των νυχτερινών τηλεφωνημάτων.
Προφανώς έχει μάθει να λύνει αλλιώς τις υποθέσεις που τον αφορούν. Θα καταφύγει τώρα σε αυτήν, λέει. Δικαίωμά του. Δεν έχει, όμως, δικαίωμα, ως επιχειρηματίας, να εμπλέκεται στην πολιτική με τέτοιες δηλώσεις. Αν του αρέσει η πολιτική, μπορεί να ιδρύσει ένα κόμμα και να δοκιμάσει την τύχη του.