22.05.2018, 06:19 | εφσυν
Τινές χαριτολογούν και έτεροι σοβαρολογούν όταν αποκαλούν τη βία αδελφή του βίου [ότι δηλαδή είναι το θηλυκό του]. Βίος ήταν και το όνομα του τόξου στους Ιωνες, έργο του όμως [του τόξου] ο θάνατος. [Ηράκλειτος: τω ουν τόξω όνομα βίος, έργον δε θάνατος].
Η βία είναι κάπως σαν τη ζωή και ταυτόχρονα ο θάνατος. Προηγείται του «επαγγέλματος» της μαμμής [της ιστορίας]. Φαίνεται ότι το ανθρώπινο είδος το είχε εγκαίρως διαπιστώσει και τα ενέπλεξε όλα σε ένα λεξιλογικό παιγνίδι, αξεπέραστο και αξεδιάλυτο για την αγελαία ζωή: δεν μπορούμε οι άνθρωποι να ζήσουμε χωρίς τη βία. Σαν αποτροπαϊκό αξίωμα ακούγεται αλλά δεν υπάρχει στιγμή στην οικουμένη που να μη βεβηλώνεται το είδος από πράξεις βίας, αιματηρής ή αναίμακτης – δεν έχει σημασία.
Εάν είναι υποτυπωμένη η βία σε εσωτερικά κύτταρα δεν μπορεί τότε να ελεγχθεί, να τιθασευτεί, να αποτραπεί· όταν ξεσπάει αλίμονο σ’ εκείνον που θα την υποστεί. Ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης το ένιωσε καλά στο πετσί του, όπως και πολλοί που κατέχουν αξιώματα.
Αυθαιρετώντας υποθέτω ότι καταδικάζεται υφ’ όλων η βία που υπέστη ο περίπυστος δήμαρχος. Εκτός όμως από τη χειρωνακτική βία να αναλογιστούμε ότι υπάρχει και η ψυχολογική – δηλαδή η βία, μην το αρνιόμαστε, είναι πολιτική [της εξουσίας, της εκάστοτε, της όποιας].
Αυτό οφείλουμε να το θυμόμαστε άπαντες κι ας νομίζουμε ότι ζούμε σε μια ευνομούμενη πολιτεία, όπου οι θεσμοί επιβάλλουν τον ειρηνικό τους σκοπό. Α, μπα. Ας σκεφτούμε προς στιγμή τους άνεργους, τους απολυμένους [αυτό κι αν είναι βία…], τους μικρούς αγρότες… και άλλους πολλούς.
Πολλοί ερεθίζονται [δεν επεκτείνομαι…] στη βία-θέαμα. Τι συμβαίνει αλήθεια; Συμβαίνει ότι πολλούς μάς τυφλώνει το φτωχό μας κοσμοείδωλο, η ελλιπής παιδεία μας, η μνησικακία [αυτό το σκουλήκι…], η εξάρτησή μας από επαγγελματίες της ιδεολογίας [φιλελεύθερης, σοσιαλιστικής, φασιστικής, κομμουνιστικής και πάει λέγοντας], ο φόβος μας μπροστά στην ατομική μας ελευθερία [ωραία, είμαστε ελεύθεροι – τι την κάνουμε την ελευθερία;], το ακαλλιέργητον σώματος και πνεύματος και λοιπά.
Και γιατί, σώνει και καλά να μας καταλαμβάνει άγρια ηδονή στη θέα πράξεων βίας; Δεν είμαι ο κατάλληλος να απαντήσω, εννοώ δεν ενδιαφέρει κάποια όχι πειστική απάντηση ή μια υποκειμενική εικασία [υπάρχουν και αντικειμενικές εικασίες…].
Παραμένει ως πρόβλημα ότι η βία [θα] είναι συνοδοιπόρος στην ανθρωπότητα και ας μην ξινίζουμε εμείς οι πολιτισμένοι [εμείς που θεωρούμε ότι η «ανάπτυξη» του πολιτισμού και η δημοκρατία μάς εξανθρωπίζουν και απαλείφουν τάχα τα φαινόμενα βίας].
Πώς ξεμπερδεύει τούτη η ανθρωπότητα με τα γενετικά φαινόμενα; Μπορεί να παρέμβει επιστημονικά ώστε να οβελιστούν τα είδωλα της βίας; Μα, είναι γενετικό φαινόμενο η βία; Υπάρχουν άλογα στοιχεία στα σπλάχνα, ανέλεγκτα, απροσδιόριστα, εκτός ερμηνείας και επιστήμης, έξω από τον ορθό λόγο που «διέπει» τα ανθρώπινα και τις κοινωνίες; Για δες, μάλλον ναι. Και τι κάνει η επιστήμη;
Τι να κάνει η έρμη, έτσι αυθάδης και οιηματική που κατήντησε – και ποιος της φταίει; Οχι η κοινωνία πάντως. Μήπως η απορρόφησή της από την αδίστακτη βία του κράτους που καταλείπει βίον αβίωτο στους ανθρώπους; Είπαμε: η βία είναι το θηλυκό του βίου – σοβαρά είτε αστεία.