17.06.2018, 19:38 | εφσυν
Εντός Ιουνίου, παιδίσκη κρατά ζεστό σιτάρι -στάχυ, που φεγγοβολά ερήμην του ήλιου. Περικαλλές φάος, της κούρασης και του ιδρώτα στο άνω χείλος· ένα μαντίλι προστατεύει την ανηλεή επίθεση των ακτίνων του ήλιου -καίγεται ο τόπος. Δρεπάνια θερίζουν τα στάχυα, που γίνονται χειρόβολα και εν συνεχεία δεμάτια. Υψηλή αγροτική τέχνη [και η τέχνη, ενίοτε, υποκύπτει, υποκλίνεται στην ανάγκη].
Πάει καιρός, πάνω από μισός αιώνας. Η Ελλάδα ζούσε ακόμη υπό τους ρυθμούς του ησιόδειου αρότρου -αργά κυλούσαν οι αιώνες στις αγροτικές κυρίως βουνοπλαγιές. Τι καρδιοχτυπήματα, όμως, ανέγγιχτα από το όποιο μέλλον [μας]. Η κόπωση μάκραινε τον χρόνο -και σκιά πουθενά. Απτή η ζέστη, ασήκωτη, με βαρύτητα(!).
Η ομορφιά δίπλα στα σώματα, σαν φωτοστέφανο. Ενα χαμόγελο αρκούσε να αναστατωθεί η εξέλιξη, να λοιδορηθεί η φτώχεια -κλεινός, λαμπρός σίτος. Αυτά όλα απαιτούν σωματική παρουσία, δεν αξιώνονται οι έννοιες από τη χρήση τους μόνο. [Ανοίγεις ένα λεξικό, ανατρέχεις στο λήμμα θερισμός και τι διαβάζεις; Λαογραφικές ανοησίες, πλεονασμούς -η ζωή είναι έξω απ’ τη γραφή].
Δεν έφεγγαν στον θερισμό λυσίκομες μανάδες, ήταν πολεμική η «ιουνιανή» πάλη με τους καρπούς της γης [της ζωοδότρας, παμμήτορος κ.λπ.]. Ω, ανάγκη και ω, μούσες και ω, οίνε, δύσκολο να [μας] ξανάρθετε. Ταπεινώθηκε η φύση, χάθηκε το αεράκι της συνύπαρξης, της οικογένειας, της κοινότητας -και το χάδι του νοήματος. Πάνε και τ’ αστροποβολήματα της αντοχής, της δημιουργικής ενέργειας.
Δεν φυτρώνουν από τη γη τ’ αγαθά [Ξενοφάνης: εκ γαίης γαρ πάντα και εις γην πάντα τελευτά]. Σκληρή ζωή, κι ας έλεγε ο Μένανδρος ότι η γεωργική ζωή έχει τη νοστιμάδα της [ο των γεωργών ηδονήν έχει βίος] ή ότι έχουν οι πίκρες της γεωργίας τη δικιά τους γλύκα [έχει το πικρόν της γεωργίας γλυκύ]. Αυτά είναι λόγια για το μέλλον [για όσους είχαν ή έχουν μέλλον].
Πολλοί δεν θυμούνται τη γη (!) σήμερα, τις μυρωδιές της. Είναι αυτό εξέλιξη, ανάπτυξη, επιστήμη; Κανενός δεν καίγεται καρφί· όσοι έχουν επιζήσει από τέτοιους αγώνες, απλώς αρνούνται να θυμούνται ή, επίσης, απλώς απολαμβάνουν την απαλλαγή τους [ο εξαίσιος εξαστισμός] από αυτούς τους «θεριστικούς» -και στη συνέχεια αλωνιστικούς- αγώνες.
Αδύναμο το χεράκι της παιδίσκης -το στάχυ πέφτει στη γη και -αυτοστιγμεί- εκατομμύρια στάχυα φυτρώνουν στην καρδούλα της· σίτος πονεμένος και ηδύς, ποτισμένος από τα δάκρυα και την αδυναμία της. Εμείς, που όλα τα ξέρουμε, τι έχουμε να πούμε; ‘Η είμαστε μπιτ μέσα στη λήθη;
Παιδίσκη, με νέο σιταρένιο στήθος, όλο φως και έκρηξη, του Ιουνίου κόρη, ποιο είναι το όνομά σου, ποια η πατρίδα σου και ποιοι οι χοροί σου; Αλλά ξέρω, υποψιάζομαι, δεν θέλεις να φανούν τα δάκρυά σου -μήτε η χαρά σου, η φλόγα στο στήθος σου.
Ιουνία κόρη -παιδίσκη, καρπέ γήινου μέλλοντος. Από τον ιδρώτα και την αδυναμία σου θα γεννηθούν καινούργιοι γαλαξίες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: