Η αλήθεια είναι ότι το ποδόσφαιρο από τα πρώτα χρόνια της εμφάνισής του μέχρι και σήμερα έζησε καμιά δεκαριά “επαναστάσεις”
Ιούνης 2018. Η ανθρωπότητα έχει στρέψει την προσοχή της στο υπό εξέλιξη Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου, το Μουντιάλ της Ρωσίας. Το ρωσικό καθεστώς, προκειμένου να προβάλει μια εικόνα υπερδύναμης στον αθλητισμό και όχι μόνο, αξιοποιεί τη δημοφιλία του ποδοσφαίρου σχεδόν σε όλον τον κόσμο, όπου δηλαδή υπάρχει έστω και μια μπάλα που να μπορεί να «γκελάρει» στο έδαφος.
Η αλήθεια είναι ότι το ποδόσφαιρο από τα πρώτα χρόνια της εμφάνισής του μέχρι και σήμερα έζησε καμιά δεκαριά «επαναστάσεις΄», έγινε αποδέκτης πολλών αλλαγών στον αγωνιστικό τομέα, αλλά και στον διοικητικό, και τέλος επενδύθηκε ένας πακτωλός εκατομμυρίων σε αγοραπωλησίες παικτών, σταδίων, προπονητηρίων και άλλων εγκαταστάσεων. Το ποδόσφαιρο ως αθλητική δραστηριότητα και μάλιστα συλλογική, πέτυχε έναν εκπληκτικό συνδυασμό, το σπορ με το θέαμα, που οδηγεί σε έναν συναγωνισμό τεχνικής, δύναμης, αντίληψης και ομαδικότητας, αντοχής και χάρης.
Αν λάβει κανείς υπ’ όψιν ότι όλα αυτά ενεργοποιούνται σε ένα γήπεδο που εκπροσωπεί τον «χώρο», δηλαδή τον διεκδικούμενο ζωτικό χώρο, έτσι ερμηνεύεται η ταύτιση των θεατών με τη μία εκ των δύο ομάδων και τις επιδιώξεις της.
Έχει σχέση όμως το σύγχρονο ποδόσφαιρο με το παλιό, εκείνο της μεταπολεμικής περιόδου της χώρας;
Το ποδόσφαιρο εκείνης της εποχής ήταν το παλιό, έντιμο ποδόσφαιρο με τα φτωχά μέσα και τη μεγάλη αγάπη στη φανέλα. Το σημερινό είναι το ποδόσφαιρο της πολυτέλειας των υψηλών κασέ και της τηλεόρασης. Η διαφορά τους φαίνεται από το παρακάτω περιστατικό, που συνέβη στην ελληνική επαρχία της δεκαετίας του 1950:
Δύο αντίπαλα ποδοσφαιρικά χωριά, το Μπραΐμη και το Ζαΐμη (υπήρχαν ακόμη οι ξενικές ονομασίες), δίνουν το καθιερωμένο ντέρμπι εξήντα χρόνια πριν από το σημερινό Μουντιάλ. Το γήπεδο είναι λιβάδι που ανήκει στην κοινότητα, η οποία το παραχωρεί στους κτηνοτρόφους της περιοχής Ζαΐμη.
Το «γήπεδο» είναι γεμάτο λάσπες και σβουνιές. Τα γκολπόστ είναι πρόχειρα στημένα με ξύλο από κορμό δέντρου. Οι ποδοσφαιριστές των δύο χωριών παίζουν με ξεθωριασμένες φανέλες και σορτσάκια, οι περισσότεροι δε με τα κανονικά τους παπούτσια. Ο αγώνας αρχίζει και οι δύο ομάδες υπόσχονται στον διαιτητή, που είναι ο διευθυντής του τοπικού Γυμνασίου, ότι θα τηρήσουν τους κανόνες, τους οποίους όμως δεν γνωρίζουν. Μετά από δύο ώρες λασπομαχίας και με τους παίκτες γεμάτους σβουνιές, το σκορ έχει φθάνει στο 28-27 υπέρ των φιλοξενουμένων και, ενώ οι γηπεδούχοι προσπαθούν να ισοφαρίσουν, εισβάλλουν τα γελάδια στο γήπεδο, το παιχνίδι αναγκαστικά διακόπτεται και οι παίκτες το βάζουν στα πόδια. Τα μόνα που θριαμβολογούν είναι τα γελάδια. Ο αγώνας δεν θα επαναληφθεί ποτέ.