08.07.2018, 14:45 | εφσυν
Είναι κάπως μαρτυρικά τα καλοκαίρια. Από πού να το πιάσω; Βγάλε κουρτίνες, πλύνε κουρτίνες, σιδέρωσε κουρτίνες. Μάζεψε χειμωνιάτικα, πλύνε χειμωνιάτικα, σιδέρωνε χειμωνιάτικα. Βγάλε καλοκαιρινά, πλύνε καλοκαιρινά, σιδέρωνε καλοκαιρινά.
Πλύνε παντζούρια (τι θα πει η γειτονιά; Και μόνη και ανοικοκύρευτη;!). Ασβέστωνε αυλές (υπάρχουν ακόμα!). Ξεκίνα γυμναστήριο. Ξεκίνα και δίαιτα. Βγάλε απ’ το ντουλάπι τα ζυμαρικά που δεν έφαγες τον χειμώνα γιατί «έκανες δίαιτα» και τώρα θα πιάσουν μυγάκια, καθάριζε ντουλάπια από τα μυγάκια … Ε μα! Δεν είναι καλοκαίρι αυτό. Το μαρτύριο του Σισύφου είναι, κάθε χρόνο φτου κι απ’ την αρχή.
Δεν είναι τυχαίο πως στη σύγχρονη κοινωνιολογία, οι νοικοκυρές τείνουν να παρουσιάζονται ως «ξεχωριστή κοινωνική τάξη». Μήπως δεν είναι; Ενα στράτευμα από μόνες τους είναι: οπισθοφυλακή, εμπροσθοφυλακή, στρατηγοί και ανιχνευτές ταυτόχρονα.
Εμένα πολύ μου αρέσει αυτή η κοινωνική τάξη των νοικοκυράδων. Ειδικά των κάπως παλαιότερων, που είχαν και χωράφια να μανατζάρουν και ρούχα να φτιάξουν και μαλλί να γνέσουν και βελέντζες να πλέξουν και ψωμί να ψήσουν και τον φούρνο που θα ψήσουν το ψωμί να χτίσουν. Τις θαύμαζα και τις θαυμάζω (υπάρχουν ακόμα!) όχι μόνο για τις οργανωτικές και διοικητικές τους ικανότητες, αλλά κυρίως για τη ρητορική τους δεινότητα.
Δεν υπάρχει περίπτωση να μη σε πείσουν για τα όσα πιστεύουν ας είσαι ο μεγαλύτερος διανοούμενος επί γης. Αν θέλουν να μην παντρευτεί η κόρη της γειτόνισσας, δεν πα να ‘ναι η πιο όμορφη, με δέκα πτυχία και στρέμματα τα λιόδεντρα, από δω θα τα φέρουν από κει θα τα πάνε, ανύπαντρη θα μείνει. Εχουν τον τρόπο τους, οριοθετούν τη σκέψη τους, ξέρουν το θέμα τους.
Μα και να μη το ξέρουν, στροφάρει με τέτοια ταχύτητα το μυαλό τους, που και αγράμματες να είναι, κατορθώνουν να θεμελιώσουν αυτό που τόσο μα τόσο (μου) λείπει, κάθε μέρα και πιο πολύ. Το επιχείρημα.
Η πανέμορφη αυτή λέξη φέρει μέσα της άλλη μία όμορφη λεξούλα. Τον συλλογισμό. Ως επιχείρημα ορίζεται ο συλλογισμός που χρησιμοποιείται σε μια διαλογική συζήτηση για να υπερασπιστούμε ή να απορρίψουμε μια άποψη. Τόσο καλά το χειρίζονται οι νοικοκυρές, που τείνω να πιστέψω πως είναι οι μόνοι άμεσοι απόγονοι των αρχαίων σοφιστών.
Αλλη παρεξηγημένη φάρα και δαύτοι, λόγω Πλάτωνα κυρίως. Το επιχείρημα το είχαν αναγάγει σε τέχνη. Δεν τους ενδιέφερε τόσο το θέμα, αλλά τι συλλογισμούς θα αναπτύξεις, ώστε να πείσεις για την αλήθεια ή την κενότητά του.
Και καθώς ήταν οι πρώτοι που, σε αντίθεση με τους προσωκρατικούς φιλοσόφους, είχαν μεταθέσει το κέντρο του ενδιαφέροντός τους από τη φύση στον άνθρωπο, δεν αποδέχονταν οντολογικές ή μεταφυσικές κρίσεις ως αληθείς. Γι’ αυτούς, η αναγωγή του λόγου σε ανώτερες δυνάμεις, κόμματα, αυθεντίες, θεούς ή δαίμονες ήταν απλά μπαρμπούτσαλα.
Μπαρμπούτσαλα έλεγε και ο Κυριάκος προχθές στη Βουλή. Ουδέποτε διέψευσε το δημοσίευμα της «Εφ.Συν.» πως ζήτησε από Σολτς και Μέρκελ να μην αφήσουν τον Τσίπρα να μην κόψει τις συντάξεις. Κανένα επιχείρημα. Μόνο φωνή και άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε.
Κύριος πήρε τηλέφωνο την ίδια μέρα στην εφημερίδα, λέγοντας πως του ήταν αδύνατον να πιστέψει ότι μπορεί πράγματι ο Κυριάκος να έκανε κάτι τέτοιο. Σέβομαι απόλυτα το συναίσθημά του. Είναι πράγματι δύσκολο για έναν λαϊκό δεξιό να πιστέψει ότι ο αρχηγός της παράταξής του μπορεί να δρα εναντίον του (και να μην το διαψεύδει!).
Ωστόσο, αγαπητέ μου, αν ρωτούσες τις νοικοκυρές της γειτονιάς σου, θα σου έλεγαν πως ναι. Για να φαίνονται τα απλωμένα ρούχα της μιας πιο καθαρά από της άλλης, ναι, είναι δυνατόν η πρώτη να ρίξει βρόμικα νερά στην μπουγάδα της δεύτερης. Και να το κάνει με τέτοιο τρόπο, ώστε ούτε να το διαψεύσει να χρειαστεί, ούτε ν’ απολογηθεί.
Ωστόσο ξέρει πολύ καλά πως όλοι στη γειτονιά γνωρίζουν τι συνέβη. Και πως όσα βρομόνερα και αν ρίξει, στο τέλος τα λευκότερα λευκά θα έχει αυτή που θα ‘χει βάλει το περισσότερο λουλάκι.