22.07.2018, 23:23 | εφσυν
Σε έναν λόγο τoυ, που είχε εκφωνήσει σε κάποια Ολυμπιάδα, ο Σοφιστής Γοργίας ο Λεοντίνος έτσι ξεκίνησε: Υπό πολλών άξιοι θαυμάζεσθαι, ω άνδρες Ελληνες (Αξίζετε τον γενικό θαυμασμό, Ελληνες). Ευφυής διανοούμενος, προσπάθησε να κηρύξει την ομογνωμία και τη συμφιλίωση μεταξύ των Eλλήνων, που τρώγονταν σαν τα σκυλιά· είχε πανελλήνια αισθήματα και εξαιρετική πολιτική ωριμότητα. Η ομόνοια, ως πολιτική έννοια, είχε αρχίσει να ωριμάζει. Εγραψαν γι’ αυτήν επίσης ο άλλος μεγάλος Σοφιστής, ο Αντιφών, ωσαύτως ο Δημόκριτος, ο Πλάτων αργότερα κ.ά.
Δεν είναι να λέει κανείς καλό λόγο –παραφυλάνε στη γωνία κακεντρεχείς ή και γνωρίζοντες άλλα από εκείνα που φαίνονται ή ακούγονται. Ο Πλούταρχος διασώζει την άμεση αντίδραση του Μελάνθιου, ο οποίος ακούγοντας τα μεγάλα περί ομονοίας λόγια του Γοργία, του επιτέθηκε σφόδρα: Κοίτα ποιος μιλάει, έγραψε, ποιος δίνει συμβουλές για ομόνοια –ο άνθρωπος που δεν κατάφερε να μονοιάσουν, μέσα στο ίδιο του το σπίτι, ο ίδιος, η γυναίκα του και η υπηρέτριά του· τρεις άνθρωποι όλοι κι όλοι! [Σχολιάζει ο Πλούταρχος: «Φαίνεται ότι υπήρχε κάποιο ερωτικό αίσθημα του Γοργία προς την υπηρετριούλα και η ζήλια της γυναίκας του»].
Το προσωπικό μπορεί να είναι πολιτικό, το πολιτικό, όμως, σπάνια συμπλέει με το προσωπικό –δεν έχει κανείς το ανάλογο ανάστημα [και οι λίγοι που το διαθέτουν το έχουν καταπιεί προκειμένου να διατηρήσουν μια θεσούλα· οψέποτε αντιληφθούν την πλάνη τους θα είναι γερόντια πια για να αποφασίσουν να «ξαναγεννηθούν, πάει να πει να κατανοήσουν το σφρίγος της ζωής που τους ξεγλίστρησε μέσα από τα χέρια, αχ].
Η ψεύτικη διαπάλη που επικρατεί και που τη λένε ιδεολογική δεν είναι τίποτε άλλο από την απόφαση που παίρνει ο καθείς ποια θα είναι η στάση του απέναντι στην εξουσία. Η μόνη διαπάλη που βρίσκεται κοντά στην ουσία είναι αυτή της κοινωνίας με την εξουσία. Η κοινωνία, απλώς, καθεύδουσα ούσα και απαίδευτη, δεν έχει τολμήσει να διεκδικήσει τη συμμετοχή της στην εξουσία, να αποκτήσει, διάβολε, το αυτεξούσιόν της -τι να πεις…
Τι παλαβομάρες είναι αυτές, θα μπορούσε ο κάθε ορθολογιστής να αντιτάξει, ειρωνικά δε, τι αυτεξούσιο και μαλακίες είναι τούτα. Καλά, την καταγωγή μας προσπαθούμε να εξωραΐσουμε -να αναμνησθούμε [όχι το πού γεννηθήκαμε, αλλά το πού γεννηθήκαμε ως άνθρωποι -αυτό συνέβη στα χρόνια του Ομήρου και εντεύθεν, τι να κάνουν οι πολιτισμένοι, δεν μπορούν να το αρνηθούν· το αρνιόμαστε εμείς όμως, εμείς που περηφανευόμαστε να λεγόμαστε Ελληνες, χωρίς να υποψιαζόμαστε καν τι σημαίνει για τον χρόνο και τον χώρο η έννοια Ελλην].
Σήμερα είναι πιο Ελληνες οι Αμερικανοί, οι Κινέζοι και οι Αφρικανοί παρά εμείς. Πονάει; Δεν πειράζει –εξάλλου ποιος διαβάζει ανάμεσα στις λέξεις [και τα πράγματα των λέξεων]; Η διχόνοια λένε μας χαρακτηρίζει· και η ομόνοια –κυρίως– παρακαλώ [και ας έχει χαθεί η ελευθερία –και η ανεξαρτησία: καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια]. Ομονοείτε, γιατί χανόμαστε. Σιγά…