Aθεη, φεμινίστρια, οικολόγος, ακτιβίστρια αλλά και κακομαθημένη στο σπίτι της δηλώνει η σπουδαία Βρετανίδα ηθοποιός, με τους φανατικούς θαυμαστές, είτε παίζει σε κοινωνικά δράματα είτε σε κωμωδίες. Με αφορμή τη νέα της ταινία «Νόμος περί τέκνων», όπου ερμηνεύει μια δικαστή, μας μιλάει για τις συγκρούσεις επιστήμης και θρησκείας, καριέρας και οικογενειακής ζωής, καθήκοντος και συναισθήματος
Η Βρετανή ηθοποιός Εμα Τόμσον αποτελεί σφραγίδα εγγύησης για όποιο ρόλο αναλάβει. Εχοντας γερές βάσεις στη θεατρική σκηνή του Λονδίνου, η ευρεία της γκάμα κυμαίνεται ανάμεσα σε ρομαντικά δράματα («Επιστροφή στο Χάουαρντς Εντ» 1992, «Τ’ απομεινάρια μιας μέρας» 1993, «Λογική και ευαισθησία» 1995, «Η τελευταία ευκαιρία» 2008), κωμωδίες («Πιο παράξενο κι από παράξενο!» 2006, «Ιστορίες των Μέιροβιτς» 2017) και έντονες τραγωδίες («Εις το όνομα του πατρός» 1993, «Υψηλή νοημοσύνη» 2001, «Ο Θεός ξέχασε τον Παράδεισο» 2003).
Η τελευταία της ταινία, «Νόμος περί τέκνων», σε σκηνοθεσία Ρίτσαρντ Εϊρ, που προβάλλεται τώρα στις αίθουσες, ανήκει στην τελευταία κατηγορία, όπου η Τόμσον διεισδύει στον ρόλο μιας δικαστή που αναλαμβάνει την υπόθεση ενός 17χρονου του οποίου η ζωή εξαρτάται από την απόφαση που θα παρθεί στο δικαστήριο. Το αγόρι είναι άρρωστο με λευχαιμία, αλλά οι γονείς, Μάρτυρες του Ιεχωβά, αρνούνται να επιτρέψουν την απαραίτητη μετάγγιση αίματος. Σε αυτό το σημείο επεμβαίνει η δικαστής Φιόνα Μέι (Τόμσον).
Εδώ, όπως και σε όλους τους ρόλους της, η ηθοποιός φτάνει ώς το μεδούλι του χαρακτήρα με μια δύναμη και φινέτσα εντελώς δικές της. Απόδειξη της μοναδικής της αξίας, ισχυρότερη ακόμα και από τα κορυφαία βραβεία που έχει κερδίσει σε όλη τη διάρκεια της καριέρας της, είναι η διαχρονικότητά της. Στα 59 της χρόνια, συνεχίζει στον δρόμο που χάραξε πριν από τέσσερις δεκαετίες, ακάθεκτη και ακμαία.
Λος Αντζελες
• Μιλήστε μας γι’ αυτό που σας τράβηξε σε μια ταινία σαν το «Νόμος περί τέκνων», και ειδικότερα όσον αφορά τον χαρακτήρα σας, της Φιόνα Μέι.
Είχα διαβάσει το βιβλίο του Ιαν ΜακΓιούαν στο οποίο βασίζεται η ταινία και μου είχε αρέσει πολύ. Σκέφτηκα ότι θα ήταν καλό να δεχτώ την πρόταση, μια και τουλάχιστον εγώ δεν είχα δει ποτέ ταινία γύρω από γυναίκα δικαστή ή το δικαστήριο οικογενειακών υποθέσεων. Για μένα, πρόκειται για μια μελέτη τού τι σημαίνει να ακούς τον άλλον πάνω απ’ όλα, αλλά και των ορίων μεταξύ της προσωπικής και της επαγγελματικής μας ζωής, κάτι πολύ δυνατό και επισφαλές μαζί.
Οταν ερευνούσα το θέμα και μιλούσα με δικαστές, εντυπωσιάστηκα με τις προοδευτικές τους ιδέες, την υψηλή νοημοσύνη και το εργασιακό τους ήθος. Αναρωτιέμαι πώς τα καταφέρνουν και εξισορροπούν την προσωπική τους ζωή με τη δουλειά τους όταν αυτή είναι τόσο έντονη και δύσκολη, γεμάτη τόσο πόνο και αναταραχή. Αλλά φυσικά, ο χαρακτήρας μου, η Φιόνα, χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια της όταν ο άνδρας της, ύστερα από προσπάθειες χρόνων, μια μέρα τής πετάει βόμβα λέγοντάς της πως αν δεν μπορεί να τον ακούσει, τότε αυτός θα κάνει εξωσυζυγική σχέση.
Καταλαβαίνει τότε η Φιόνα ότι πρέπει να ανταποκριθεί αλλά δεν ξέρει πώς, γιατί συνήθως αυτή είναι που βρίσκεται σε θέση ισχύος, καθισμένη πάνω απ’ όλους, σαν θεά, απολαμβάνοντας όλων την προσοχή. Πραγματικά, καθισμένη πιο ψηλά από τους άλλους, είναι εύκολο να συνηθίσεις την εξουσία της θέσης σου, απ’ όπου κανείς δεν τολμά να σου αντιπαρατεθεί ή να σε αμφισβητήσει. Ταυτόχρονα η Φιόνα ζει υπό συνεχή πίεση και ανάγκη να ζυγιάζει τα πράγματα. Ηταν σαν να βρισκόμουν μέσα σε έναν τρομερό υπολογιστή που καλείται, ανά πάσα στιγμή, να αναλύσει και να εντάξει κάθε νέο δεδομένο. Οι δικαστικές αποφάσεις είναι όμορφα αναπτυγμένοι και τοποθετημένοι συλλογισμοί. Πρόκειται για έναν θαυμαστό κόσμο!
• Οπως είπατε, ένα μεγάλο μέρος της ταινίας ασχολείται με το θέμα της σύγκρουσης της καριέρας και της προσωπικής ζωής της πρωταγωνίστριας.
Στην περίπτωση της Φιόνα Μέι, δεν πρόκειται τόσο για καριέρα όσο για τον ρόλο της ως δημόσιας λειτουργού. Πρέπει να σας θυμίσω ότι δεν έχουμε εδώ μια τυπική περίπτωση εργασιομανίας, όπως στην περίπτωση ενός δικηγόρου που αναλαμβάνει με τη θέλησή του μια υπόθεση. Οταν είσαι δικαστής, όχι μόνο δέχεσαι να πληρώνεσαι λιγότερο, αλλά και γίνεσαι αυτόματα δημόσιος λειτουργός, εκπροσωπείς την κυβέρνηση, και δεν ορίζεις εσύ τον χρόνο σου.
Αν και κάποιες φορές μπορείς να αρνηθείς μια υπόθεση, τον περισσότερο χρόνο είσαι υποχρεωμένος να ακολουθείς και να αντιμετωπίζεις τα γεγονότα. Για να καταφέρει να επιβιώσει αλλά και να αναλάβει σωστά τις υποχρεώσεις της, η Φιόνα, ως γυναίκα, πρέπει να εργάζεται περισσότερο, τουλάχιστον περισσότερο από τους άνδρες συναδέλφους της. Δεν είναι μια φυσιολογική δουλειά. Γιατί από τις αποφάσεις της εξαρτάται η ζωή των άλλων. Καταστάσεις ζωής-θανάτου την απασχολούν καθημερινά.
• Αντιμετωπίζετε κι εσείς δυσκολία στη μετάβαση από το γύρισμα, όπου όλοι σας φροντίζουν και σας σέβονται, στην οικογενειακή σας ζωή; Νομίζετε ότι έχετε κάνει παρόμοια λάθη με τον χαρακτήρα που υποδύεστε στην ταινία;
Ναι, έχω κάνει κι εγώ τα λάθη της Φιόνα. Αλλά η οικογένειά μου με έχει βάλει στη θέση μου και δεν τα κάνω πια (γέλια). Είναι αλήθεια πάντως. Οταν δουλεύεις σε ένα περιβάλλον όπου σου παρέχονται τα πάντα, πρέπει πάντα να θυμάσαι ότι, αν δεν έχεις ανάγκη να πας στην αγορά και να ψωνίσεις το γάλα σου, βρίσκεσαι σε περίεργη κατάσταση. Σας το λέω από την εμπειρία μου: είμαι πολύ κακομαθημένη γιατί έχω προσωπικό βοηθό. Οταν με ρωτάνε πώς τα καταφέρνω όλα, τους λέω ότι ούτε τα μισά δεν θα κατάφερνα αν δεν είχα κάποιον να με βοηθάει.
• Ποια είναι η προσωπική σας στάση στο ηθικό δίλημμα της ταινίας, ειδικά σε σχέση με τη θρησκευτική πίστη και την επιστήμη;
Προσωπικά, όχι σε σχέση με την ταινία, με ενδιαφέρει το γεγονός ότι τελευταία παρατηρούμε περισσότερα κοινά σημεία αναφοράς ανάμεσα στους επιστήμονες και τους θρησκευόμενους. Παρ’ όλο που είμαι άθεη, πιστεύω ότι η πνευματική ζωή είναι σημαντική. Ο λόγος που είμαι άθεη είναι ότι πιστεύω πως οι θρησκείες της εποχής μας καταπιέζουν συστηματικά τον γυναικείο πληθυσμό. Θρησκεία σημαίνει ιστορία της καταπίεσης των γυναικών. Φυσικά, πρόκειται για μια μεγάλη συζήτηση, δεν είναι απλό το ζήτημα. Για μένα, ωστόσο, που θεωρώ τον εαυτό μου φεμινίστρια στο έπακρο, προέχουν τα δικαιώματα των γυναικών και η ισότητα. Δεν θα μπορούσα λοιπόν να ασπαστώ οποιοδήποτε σύστημα που καταπατά τα δικαιώματά μας, όπως οι περισσότερες από τις θρησκείες της ανθρωπότητας.
• Το θέμα της ταινίας, όμως, είναι λεπτότερο. Το επιχείρημα κατά της μετάγγισης αίματος μπορεί να φανεί στον σύγχρονο άνθρωπο, που έχει μάθει να συμβαδίζει με την επιστήμη, οπισθοδρομικό, κάπως πρωτόγονο.
Αν όμως αναρωτηθούμε για τη γονιδιακή μετάλλαξη, θα καταλάβουμε την αντιστοιχία. Πρόσφατα διάβασα για την αντιμετώπιση του συνδρόμου Down σε βαθμό που να μη γεννιούνται πια αυτά τα παιδιά. Γνωρίζω όμως γονείς παιδιών με το σύνδρομο που τρομοκρατούνται με τη σκέψη αυτή. Το ίδιο επιχείρημα και η ίδια ενόχληση υπάρχουν και στον συλλογισμό που δεν επιτρέπει ξένο αίμα να κυλήσει στο σώμα σου…
Γιατί 100 χρόνια από τώρα, θα κοιτάνε πίσω σε μας και θα μας θεωρούν πολύ πρωτόγονους επειδή μας φαινόταν η γενετική μετάλλαξη σαν κάτι λάθος. Κρίνουμε πολύ βιαστικά, λοιπόν. Και μ’ όλο που αυτή είναι η δουλειά της δικαστή που ερμηνεύω, προϋπόθεση για την ετυμηγορία είναι ακριβώς το να μην κρίνει εκ των προτέρων και να απαλλαχτεί από τις προκαταλήψεις της.
• Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες πλευρές της ταινίας είναι η σχέση της Φιόνα με το αγόρι. Της επιβάλλει τη σχέση του μαζί της και μάλιστα με ψυχαναγκαστικό τρόπο. Αναρωτιέμαι αν αισθάνεσθε κάτι παρόμοιο με τους θαυμαστές σας.
Νομίζω ότι έχετε δίκιο. Ο 17χρονος Ανταμ κάνει αυτό που κάνουν οι φαν, δηλαδή να προβάλλει στη Φιόνα την ανάγκη του για μια μητέρα που τον καταλαβαίνει, τον ακούει και λέει πράγματα που του ανοίγουν το μυαλό. Είναι ο τρόπος που η Φιόνα τον ακούει αλλά και η ανικανότητά της να κατανοήσει την επιρροή της πάνω του – που αλλάζουν τη ζωή του. Κι εκεί είναι η τραγωδία – στο ότι δεν τον καταλαβαίνει απόλυτα, ούτε μπορεί να έχει σχέση μαζί του που υπερβαίνει τα όρια της δουλειάς της.
• Εχετε αισθανθεί ποτέ έτσι με δικό σας φαν;
Α, ναι. Δηλαδή, είναι πολύ διαφορετική η κατάσταση γιατί δεν έσωσα ποτέ κάποιου φαν μου τη ζωή (γέλια). Νομίζω όμως ότι πολλές φορές προβάλλουν κάτι σε σένα που έχουν πάρει από μια ταινία νομίζοντας ότι έτσι είμαι και στην πραγματικότητα. Ναι, συμβαίνει συχνά… Ευτυχώς που δεν έχω παίξει πολλές φόνισσες… (γέλια). Οι φαν θέλουν να γίνουν φίλοι σου, να έχουν σχέση μαζί σου, αλλά αυτό είναι αδύνατο.
Περί Greenpeace και Brexit
• Συνεργαστήκατε πρόσφατα με την Greenpeace για μια μικρού μήκους ταινία. Ποια είναι η σχέση σας με τον Οργανισμό και τι πιστεύετε πως έχει κατορθώσει ώς τώρα;
Εχω μια πολύ δυναμική σχέση με την Greenpeace. Εχω ταξιδέψει μαζί τους δύο φορές στην Αρκτική και σκοπεύω να συνεργαστώ πάλι μαζί τους. Εχω επίσης συμμετάσχει σε ενέργειες κατά του «φράκινγκ» στη Βόρεια Αγγλία. Νομίζω ότι είναι πολύ αποτελεσματική η Greenpeace εξαιτίας της πολιτικής της στάσης αλλά και της προθυμίας της να παραβαίνει τον νόμο και να πράττει πολιτική ανυπακοή προκειμένου να φέρει στο φως τις απόλυτα παράνομες ενέργειες της βιομηχανίας των ορυκτών καυσίμων.
Αλλά και να ξεσκεπάσει ανθρώπους σαν τους αδελφούς Κόουλ, οι οποίοι επενδύουν εκατομμύρια στην προπαγάνδα υπέρ της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων, επιστρατεύοντας τις ίδιες ομάδες πιέσεων που έχει επιστρατεύσει και η καπνοβιομηχανία. Απ’ ό,τι φαίνεται, το πετρέλαιο μας έχει γίνει κάτι σαν εθισμός, όπως ήταν και τα τσιγάρα… Είναι σκληρός ο κόσμος μας. Νομίζω όμως ότι αυτή η ταινιούλα, που απευθύνεται στη νέα γενιά, μας θυμίζει πως τα αισθήματά μας για τα παιδιά πρέπει να επεκταθούν προς όλα τα είδη που ζουν στον πλανήτη. Πρέπει να καταλάβουμε πως είμαστε υπεύθυνοι για το «σπίτι» μας και ότι εξαιτίας μας χάνονται ολόκληρες γενιές ζώων, που είναι πολύ κοντά σε μας στη βιολογική τους εξέλιξη. Μα, τι νομίζουμε ότι κάνουμε πια;
• Τι γνώμη έχετε για το Brexit; Πιστεύετε ότι θα βρεθεί λύση και θα σταματήσει η έξοδος;
Οχι! (γέλια) Θα πρέπει να νομίζετε ότι εμείς οι Βρετανοί έχουμε χάσει τα λογικά μας. Τ’ ακούγαμε και δεν το πιστεύαμε μέχρι που έγινε. Στενοχωρήθηκα πολύ γιατί γεννήθηκα 14 χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και θυμάμαι ακόμα το Λονδίνο σε μια μεταπολεμική κατάσταση απελπισίας.
Πιστεύω ότι η Ευρώπη νιώθει ακόμα τραυματισμένη από τους δύο Παγκοσμίους Πολέμους και η ιδέα ότι πάλι τεμαχίζεται με λυπεί πολύ. Από την άλλη, αυτό που συνέβη έχει να κάνει και με αυτούς που έχουν στερηθεί τα δικαιώματά τους και έχουν απομονωθεί από την κοινωνία εδώ και πολύ καιρό. Ο,τι κι αν γίνει, μια νέα ένωση πρέπει να σχηματιστεί, όχι μόνο στη χώρα μας μεταξύ των περιοχών που έχουν συστηματικά αγνοηθεί από την κυβέρνηση, αλλά και μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών. Και ίσως έτσι πρέπει να γίνει: σχέσεις όλων των ειδών πρέπει πρώτα να πεθάνουν για να ξαναγεννηθούν. Οταν αισθάνομαι απελπισία και στενοχώρια για το Βrexit, παρηγορώ τον εαυτό μου με αυτή τη σκέψη.