Ολο και περισσότερο δεξιοί πολιτικοί και δημοσιογράφοι αυτοπροσδιορίζονται ως ο «αστικός κόσμος».
Ακουγα, τις προάλλες, τον Πορτοσάλτε να αναφέρεται υπερηφάνως στην αστική παράταξη, της οποίας, ευλόγως, θεωρεί τον εαυτό του επίλεκτο μέλος. Εχω ακούσει και τους Βορίδη και Γεωργιάδη να αναφέρονται -με τη διαφορά πως αυτοί μιλούν για «αστικήν παράταξιν -παρατάξεως». Είναι σαν να έχουμε μια απενοχοποίηση του αστισμού στην Ελλάδα, ακριβώς, μάλιστα, τη στιγμή που αυτός ολοκληρώνει τη μεγάλη του επίθεση.
Τι είναι, όμως, οι αστοί; Μην είναι οι νοικοκυραίοι; Οι ιδιοκτήτες, ίσως; Τα αφεντικά του εαυτού τους -και, εξ αυτού, και των άλλων; Μήπως οι «άνθρωποι του κόσμου», των ανοιχτών οριζόντων; Μα, θα πει κάποιος, δεν είναι ταυτόσημα τα παραπάνω;
Βεβαίως, οι αστοί είναι τα αφεντικά. Θα μπορούσαν ποτέ να χαρακτηριστούν αστοί μια εργάτρια ή ένας ντελιβεράς; Θα επρόκειτο για αντίφαση εν τοις όροις, που λένε κι οι φιλόσοφοι. Ο αστός είναι αυτεξούσιος -το αντίθετο, συνεπώς, του μισθωτού εργαζομένου.
Είναι καλό να είσαι αστός; Για τον εαυτό σου, προφανώς και είναι. Βέβαια, όπως θύμισε από αυτήν τη στήλη πρόσφατα ο Τάκης Μίχας, ο Ανταμ Σμιθ, ο γνωστός ηθικός φιλόσοφος και κορόνα στο κεφάλι των εντόπιων αστών, έγραφε: «Ολα για την πάρτη μας και τίποτε για τους άλλους φαίνεται ότι είναι σε κάθε περίοδο της ανθρωπότητας το ελεεινό δόγμα των αφεντικών του κόσμου».
Αν είναι έτσι, όπως το λέει ο Σμιθ, το να είσαι αστός όχι μόνο δεν είναι καλό -για τους άλλους, τουλάχιστον-, αλλά, όπως σωστά το θέτει, είναι ελεεινό. Η αστική ιδιότητα, λέει ο Σμιθ, είναι μια ελεεινή ιδιότητα. Αν, δε, γνώριζε τα δικά μας, εθνικά, αφεντικά, μικρά και μεγάλα, νομίζω πως θα έκαιγε αυτοβούλως τον «Πλούτο των Εθνών» μαζί με όλα του τα πτυχία.
Πραγματικά, η εκμετάλλευση, η κατεξοχήν εξειδίκευση των αφεντικών, των αστών, είναι στην Ελλάδα διαχρονικά πέρα από κάθε φαντασία. Μετά τα Μνημόνια, μάλιστα, εγγράφεται στο βιβλίο Γκίνες.
Τι είναι αυτό, λοιπόν, που κάνει τόσους και τέτοιους δεξιούς πολιτικούς και δημοσιογράφους να επαίρονται διά την αστική παράταξιν;
Διατυπώνω μια υπόθεση.
Τους είναι τόσο δύσκολο να διαφοροποιηθούν από την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική επί της ουσίας ως προς τα μεγάλα θέματα, που είναι υποχρεωμένοι να εφευρίσκουν πράγματα για να διακριθούν.
Για κάποιον λόγο θεωρούν πως ο «αστισμός» τούς κάνει καλό. Πράγμα που τους οδηγεί -και συνολικά την παράταξιν- να εξελίσσονται πολλές φορές σε πραγματική παλαβή Δεξιά.
Η πρόταση Μητσοτάκη στη ΔΕΘ σχετικά με την απόδοση του ΕΝΦΙΑ στους δήμους, έτσι ώστε η Φιλοθέη να εισπράττει 28 φορές περισσότερα, κατά κεφαλήν, από το Αιγάλεω είναι ακριβώς σήμα εξέλιξης προς τον «παλαβό αστισμό». Οπως -επί το ευρωπαϊκότερον- η υποστήριξη του Μάνφρεντ Βέμπερ ως προέδρου της Κομισιόν ή η στάση της επί των «εθνικών».
Το ουσιώδες, ωστόσο, είναι πως, αν δεν κάνουν τέτοια, δεν μπορούν να διαφοροποιηθούν, στοιχειωδώς, έστω, από την ασκούμενη πολιτική.
Οι «αστοί» είναι τόσο ευτυχείς με όσα κέρδισαν στα οχτώ προηγούμενα χρόνια -υπό άλλες συνθήκες ούτε αιώνες δεν θα έφταναν-, που δεν τους αφήνει η χαρά τους να κρυφτούν. Πράγμα, όμως, που δημιουργεί μια κάποια δυσκολία στους νόμιμους -όχι «παρένθετους»- εκπροσώπους τους. Οι οποίοι ούτε τη μείωση της φορολογίας στους εργοδότες -στην «υγιή επιχειρηματικότητα»- μπορούν να επικαλεστούν ως δική τους πρόταση. Και σ’ αυτό τους πρόλαβαν οι παρείσακτοι! Οι οποίοι, όπως και οι αυθεντικοί αστοί, περιμένουν «ανάπτυξη» διά της ακόμη μεγαλύτερης διευκόλυνσης των αφεντικών.
Υπάρχει, ίσως, κι ένας ακόμη λόγος. Οι συμπατριώτες μας αστοί τρόμαξαν πολύ κάποια στιγμή. Φοβήθηκαν πως οι μη αστοί θα έπαυαν να δέχονται αδιαμαρτύρητα τη μοίρα τους κι αυτό θα έκανε πολύ μεγάλη ζημιά στα «νόμιμα» -μα επισφαλή- συμφέροντά τους. Ιδίως το καλοκαίρι του 2015, τους έφυγε η ψυχή.
Οι αστοί, λοιπόν, τρομάξανε τότε. Είναι εύλογο απολύτως έκτοτε να μακαρίζουν τον εαυτό τους και την ιδιότητά τους.
Στη ΔΕΘ, ο νέος δικομματισμός παρουσίασε την προεκλογική του πραμάτεια. Και εμφανίστηκαν διαφορές. Πρέπει να υπάρχουν διαφορές, όπως επί σαράντα χρόνια μεταξύ ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ.
Μόνο που οι ομοιότητες είναι τόσο περισσότερες, που η Δεξιά πρέπει να επικαλείται άλλα ταυτοτικά -μη προγραμματικά- στοιχεία.
Το θέμα είναι τι κάνουμε οι υπόλοιποι. Οσοι έχουμε λόγους επιβιωτικούς να πολεμάμε για τη ριζική αναίρεση του μνημονιακού καθεστώτος. Θεμελιώδες είναι, νομίζω, να διαμορφωθεί μια ατζέντα, που θα ευνοεί αυτήν την ανατροπή.
Ο δικομματισμός πρέπει να συρρικνωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο. Κι αυτό είναι δουλειά και χρέος της ανταγωνιστικής Αριστεράς. Η ενότητά της είναι δυνατή, αρκεί να το επιλέξει. Τα αποτελέσματα θα είναι πολλαπλασιαστικά.
Και τι καλύτερο ως πρώτο σύνθημα μιας τέτοιας πορείας ανατροπής του νέου δικομματισμού από: «Καμία μείωση φορολογίας στα αφεντικά. Να πληρώσουν, επιτέλους, οι πλούσιοι»;
*εκπαιδευτικός