Γιατί όταν έχεις κάνει παντιέρα την «ευελφάλεια», έχεις τσακίσει ήδη όλα τα πρΩτυπα.
Προφανώς όταν ζητάς από τον έφηβο να προσαρμοστεί σε έναν εργασιακό βίο, όπου θα μαζεύει στον κουμπαρά του ώρες υπαμειβόμενης εργασίας, τη μια μέρα δυο ώρες, την άλλη καμία και την επομένη 12, όταν θα δουλεύει με σύμβαση μιας μέρας, όταν θα δουλεύει νοικιαζόμενος σκλάβος για όποιο αφεντικό τον χρειαστεί για μια μέρα, μια εβδομάδα ή ένα χρόνο, όταν θα απολύεται με συνοπτικές διαδικασίες, γιατί κάποιος άλλος είναι παραγωγικότερος- κοινώς δεν έχει καμία απαίτηση, λυπάμαι πολύ αγαπητή Άννα της Κοζάνης και των Βρυξελλών, αλλά συγκριτικά με εσένα την Αντουανέτα των Βερσαλλιών, τη λες και Ρόζα Λούξεμπουργκ.
Θέλω να μείνω στα παιδιά, στους εφήβους που τους φωνάζετε με λόγο γυμνασιάρχη της Χούντας: Προσαρμοστείτε.
Θέλω να μείνω στα παιδιά που τους κουνάτε το χέρι ρητορεύοντας: Ανταγωνιστείτε.
Θέλω να μείνω στα παιδιά που η γενιά τους είδε τις οικογένειες τους να ξεκληρίζονται οικονομικά και κοινωνικά από τη κρίση που εσείς δημιουργήσατε, τους γονείς τους να απολύονται ή να ζουν με τον καθημερινό τρόμο των περικοπών θέσεων εργασίας και μισθων, και το μέλλον τους να εξαρτάται από το πως θα πληρωθεί ο επόμενος λογαριασμός της ΔΕΗ.
Θέλω να μείνω στα παιδιά που είδαν μια καθηγήτρια να απολύεται, επειδή έπιασε το παιδί τ. Πρωθυπουργού να αντιγράφει.
Θέλω να μείνω στα παιδιά που επιχειρείτε να τα πείσετε ότι η γνώση δεν είναι η πιο περίπλοκη και ζόρικη γκομενάρα που θα γνωρίσουν ποτέ τους, αλλά είναι επαγγελματικές δεξιότητες που απαξιώνονται μέσα σε 3-4 χρόνια.
Θέλω να μείνω στα παιδια που από τα ωραια, καλογυαλισμενα, «λειτουργικά» γραφεια σας, σχεδιάζετε το απεχθές μέλλον τους.
Θέλω να μείνω στα παιδιά που να μην μπορούν ακόμη να διατυπώσουν αυτό που ονειρεύονται, αλλά κατανοούν πολύ καλά ότι δεν λαχταρούν να γίνουν τα πιόνια, τα γρανάζια στα… όνειρα της κάθε Άννας Διαμαντοπούλου και των ομοίων της.
Θέλω να μείνω στους μαθητές. Και θέλω να τους υπερασπιστώ. Όχι σε πολιτικό επίπεδο, αλλά σε καθαρά… εφηβικό.
Τα χάρηκα τα παιδιά, χάρηκα ακόμη και τον παλιακό τους λόγο. Γιατί στα 14, στα 15, στα 16, μικρή σημασία έχει πως διατυπώνουν αυτό που έχουν να πουν οι έφηβοι. Κι αυτό που έχουν να πουν, είτε είναι οργανωμένα, είτε ανοργάνωτα, είτε είναι συνειδητοποιημένα, είτε αντιγράφουν «λέξεις» που άκουσαν, χώνεψαν ή κατάπιαν αμάσητες, είναι μια κραυγή. Κραυγή. Ακόμη και άναρθρη.
Κι αυτή τη κραυγή εμείς καλούμαστε να την κάνουμε λέξεις. Να επιχειρήσουμε να κατανοήσουμε την οργή τους και όχι να την καταστείλουμε. Να εστιάσουμε όχι στο άναρθρο, αλλά στο λυγμό που κρύβει πίσω της.
Κι αν όπως έγραψε η Άννα της Κοζάνης και πασών των Βρυξελλών, κάποιο από αυτά τα παιδιά είναι ο μελλοντικός Πρωθυπουργός, η απάντηση είναι: Μακάρι.
Μακάρι ο μελλοντικός Πρωθυπουργός να είναι ο σημερινός εξεγερμένος έφηβος, αυτός με το που «να λέει ΟΧΙ, επιβεβαιώνει την ύπαρξη ενός συνόρου, ενός απαράδεκτα παραβιασμένου συνόρου».
Αν θα το παραβιάσει και αυτός ως ενήλικας; Ίσως. Αλλά τουλάχιστον θα το έχει ζήσει. Θα το έχει βιώσει. Θα το έχει φωνάξει. Θα το ξέρει. Και θα αναγνωρίζει ακόμη και την παραβίαση.
Μακάρι λοιπόν ο μελλοντικός Πρωθυπουργός να είναι ένα από αυτά τα παιδιά που κραυγάζουν «αντιαισθητικά». Και όχι κάποιο άλλο παιδί που απολύονται καθηγήτριες για χάρη του ή -ακόμα χειρότερα- κάποιος χρυσοποίκιλτος γόνος που ο πατέρας του το σπουδάζει στην Αμερική και έχει ήδη φροντίσει πως με το που γυρίσει πίσω θα προσληφθεί σε διευθυντική θέση στην Εθνική τράπεζα.