Τον Φεβρουάριο του 2003 ζούσαμε σε μια χώρα που την έλεγαν «Ισχυρή Ελλάδα», κατόπιν προτάσεως του τότε πρωθυπουργού της Κώστα Σημίτη. Δεσπόζον όραμα οι Ολυμπιακοί του 2004, που για να λάβει σάρκα και οστά έπρεπε πρώτα να λάβουν χρήμα ζεστό οι εθνικοί εργολάβοι, διά της μηχανής του «κατεπείγοντος».
Κυρίαρχο δόγμα ο «Εκσυγχρονισμός». Θολός είναι η αλήθεια, αν και αυτό δεν το διέκριναν οι ιεροκήρυκες που τον προπαγάνδιζαν. Ηταν, βλέπετε, θολά τα γυαλιά τους από τα λιβάνια που έκαιγαν για να τιμήσουν μέχρις αποθεώσεως τους άρχοντες του εκσυγχρονισμού. Οι δύο αρνήσεις λοιπόν (θολό + θολό) δεν έκαναν μία κατάφαση αλλά μια σούπερ άρνηση. Αρνηση της πραγματικότητας. Κυρίαρχες λέξεις τω καιρώ εκείνω, σε πρωτοσέλιδα και μικρή οθόνη: μίζες, λάσπη, διαφθορά, παρακμή, κομπίνες, προμήθειες, λαδώματα.
Τον Φεβρουάριο του 2003, οι αρχάγγελοι της δημοκρατίας και της ελευθερίας, ο Τζορτζ Μπους ο Β΄ και ο Τόνι Μπλερ, ανακάλυπταν (στις πειραγμένες εκθέσεις των μυστικών τους υπηρεσιών και στο πειραγμένο από την ασύδοτη ηγεμονίτιδα μυαλό τους) τα όπλα μαζικής καταστροφής που διέθετε ο Σαντάμ Χουσεΐν. Και αποφάσιζαν την επιχείρηση «Σοκ και Δέος». Η Ελλάδα δεν συμμετείχε στον πόλεμο, όμως μια προβλεπτική χώρα πρέπει να μεριμνά πάντοτε για την άμυνά της, ιδίως αν βρίσκεται σε μία από τις διακεκαυμένες ζώνες του πλανήτη. Ετσι στις 6 Φεβρουαρίου 2003 ο Ελληνας υπουργός Εθνικής Αμυνας υπογράφει σύμβαση για τον εκσυγχρονισμό (ιδού και πάλι η ωραία λέξη) έξι φρεγατών.
«Πλεκτάνη» έλεγε ο κ. Τσοχατζόπουλος. Είδαμε. «Εξωφρενικό σενάριο» λέει ο κ. Παπαντωνίου. Θα δούμε. Εκείνο που μάλλον δεν πρόκειται να δούμε είναι μια κάποια δήλωση του κ. Σημίτη.