Ίσως όχι από αληθινό ενδιαφέρον για την τύχη των Βορειο-Ιρλανδών αλλά για να κάνει τη ζωή δύσκολη στην Τερέζα Μέι. Το αποτέλεσμα μετράει και αυτό είναι ότι το θέμα των συνόρων μεταξύ των δυο Ιρλανδιών ήταν ισχυρός μοχλός πίεσης στην κυβέρνηση της Μέι για να αναγκαστεί σε έναν κακό συμβιβασμό, πολύ κακό από την πλευρά των οπαδών του Brexit.
Οι σκληροί Brexiteers και το κόμμα των Προτεσταντών της Βόρειας Ιρλανδίας που στηρίζει την Μέι καταγγέλλουν την συμφωνία ως διασπαστική για το Ηνωμένο Βασίλειο. Από την άλλη, ένα σκληρό Brexit και σκληρά σύνορα μεταξύ των Ιρλανδιών μπορεί να αναζωπύρωνε τον εμφύλιο. Μια κατάσταση που οι Αγγλοσάξωνες αποκαλούν catch-22, κάθε επιλογή να οδηγεί σε αδιέξοδο.
Καθώς η Τερέζα Μέι έχει σαν υπόδειγμα της την Θάτσερ, μπορεί και να παρακολουθούμε την εκδίκηση του Μπόμπυ Σάντς.
Στο Λονδίνο τις επόμενες ώρες μπορεί να συμβεί οτιδήποτε, να πέσει η κυβέρνηση και να πάνε σε εκλογές ή να βρει η Μέι κάποιο κοινοβουλευτικό στήριγμα και να περάσει την συμφωνία.
Πέραν των εξελίξεων στα Βρετανικά Νησιά, που ίσως δώσουν στον Κόρμπιν την ευκαιρία που ψάχνει, υπάρχει ένα συνολικότερο ζήτημα για προβληματισμό. Η ΕΕ έχει προσφέρει διέξοδο σε μια σειρά άλυτα εθνικά ζητήματα όπως το Ιρλανδικό. Επί πολλές δεκαετίες η κρατική ένταξη της Αλσατίας, της Σουδητίας, των γερμανόφωνων περιοχών της Βόρειας Ιταλίας, ακόμη και της Φλαμανδίας, οι αφορμές των πολέμων στην ήπειρο μας, είχαν γίνει δευτερεύον ζήτημα. Χωρίς την ΕΕ θα επιστρέψουμε, ακριβώς όπως κινδυνεύει τώρα η Βρετανία, στο 1919.