Η ελιά, ο καρπός της και το λάδι της, συντελούν λοιπόν στην πολιτισμική εξέλιξη του τόπου και των ανθρώπων του. Περνούν στις καλές τέχνες είτε ως υλικό για τη ζωγραφική, είτε στη λογοτεχνία και το θέατρο
Του Πάνου Σκουρολιάκου*
Γνωστό είναι σε όλη τη μακραίωνη ιστορία της ανθρωπότητας πως ο τόπος επηρεάζει τον άνθρωπο κι ο άνθρωπος τον τόπο. Ο τελευταίος, επιδρά μάλιστα και δαμάζει τον τόπο και τον χρησιμοποιεί για τη διαβίωση και την εξέλιξή του. Ένα από τα πιο εμβληματικά φυσικά στοιχεία που διαμόρφωσαν τον Έλληνα, μπορούμε να πούμε πως είναι η ελιά.
Ο μύθος, λέει πως πατρίδα της ελιάς είναι η Αθήνα, όπου η Αθηνά την έκανε δώρο στους κατοίκους της πόλης, φυτεύοντας την στην Ακρόπολη. Όμως οι αρχαίοι Έλληνες αφοσιώθηκαν με κόπο στο ημέρωμα της άγριας ελιάς την οποία και σήμερα συναντούμε στο Αττικό τοπίο, στην Κρήτη και αλλού. Στην Κνωσό της μινωικής Κρήτης, έχουμε την πρώτη απεικόνιση της ελιάς με το σύστημα της μινωικής ιδεογράμματης γραφής, αποτυπωμένη γύρω στο 2000 π.Χ.! Τη συναντάμε ακόμη στα Ομηρικά έπη, όπου το λάδι αποκαλείται ως « χρυσό υγρό».
Συντροφεύοντας τους Έλληνες το δέντρο της ελιάς και δίνοντας τους πολύτιμο καρπό ως βρώσιμη ελιά αλλά και λάδι, διευκόλυνε τον βίο τους και γέννησε πολιτισμό. Ο τόπος και οι άνθρωποι αναγνωρίζοντας την σπουδαιότητα της, της απέδωσαν τιμές στην πολιτισμική, λατρευτική και κοινωνική ζωή τους. Στους Ολυμπιακούς αγώνες, ο κότινος, το στεφάνι από κλαδιά ελιάς, στεφάνωνε τους νικητές, απονέμοντας τους την ύψιστη τιμή. Το λάδι χρησιμοποιήθηκε για λατρευτικούς σκοπούς και όταν το δωδεκάθεο παραμερίσθηκε, συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο καντήλι και το μύρο της νέας μονοθεϊστικής θρησκείας, του χριστιανισμού. Το λάδι χρησιμοποιήθηκε για θεραπευτικούς σκοπούς από τα πρώτα βήματα της ιατρικής ως το «τέλειο θεραπευτικό» κατά τον Ιπποκράτη. Ο ίδιος, αναφέρει δεκάδες φαρμακευτικές και θεραπευτικές χρήσεις του.
Η ελιά, ο καρπός της και το λάδι της, συντελούν λοιπόν στην πολιτισμική εξέλιξη του τόπου και των ανθρώπων του. Περνούν στις καλές τέχνες είτε ως υλικό για τη ζωγραφική, είτε στη λογοτεχνία και το θέατρο. Ο Αριστοφάνης στις κοσμαγάπητες «Εκκλησιάζουσες», αρχίζει το έργο με έναν ύμνο στο λυχνάρι που φέγγει καίγοντας ένα από τα πιο πολύτιμα αγαθά. Το λάδι. Περιμένοντας η Πραξαγόρα τις υπόλοιπες γυναίκες πριν το χάραμα ώστε μεταμφιεσμένες ως άνδρες για να καταλάβουν την Πνύκα και να περάσουν τους νέους νόμους, πλέκει τον ύμνο του λυχναριού: « Ω μάτι τ΄ ουρανού λαμπρό / τροχήλατο άρμα στον τροχό / τρανού τεχνίτη εσύ πλασμένο / λυχναράκι! Τη γέννα σου θα πω, / που ενώ σ΄ έβγαλ΄ ανθρώπινο μυαλό / κι είσαι φτιαγμένο από πηλό κι εύκολα σπας τη μοίρα / του ήλιου έχεις. Να φωτίζεις / όπου πάς»(1). Αλλά και στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, ο Φύλακας πληροφορεί τον Κρέοντα πως παρά τις διαταγές του να παραμείνει άταφος ο Πολυνείκης, η Αντιγόνη απέδωσε τιμές στον νεκρό αδελφό της, και «μ΄ ένα ροδοκάνι από κρουστό χαλκό χύνει από πάνω στον νεκρό τρίσπονδες χοές» (2). Το λάδι από τότε, αλλά ακόμα και σήμερα συνοδεύει τον νεκρό στην τελευταία του κατοικία. Από την αρχαία εποχή μοτίβα από κλαδιά και καρπούς ελιάς διακοσμούν αντικείμενα πολύτιμα ή και καθημερινής χρήσης, ενώ χρησιμοποιήθηκαν ακόμα και ως πρότυπα για πίνακες ζωγραφικής η έργα γλυπτικής. Η ελιά, είναι ένα θέμα με το οποίο ο άνθρωπος του τόπου μας αλλά και του ευρύτερου μεσογειακού χώρου όπου ευδοκιμεί, αισθάνεται οικεία παίρνοντας ενέργεια και αισιοδοξία από την επαφή μαζί του.
Πολλά τα δώρα του πανάρχαιου αυτού δέντρου που σαν καλή γιαγιά έδωσε και δίνει συνεχώς δώρα πολύτιμα στην ανθρωπότητα.
Σημειώσεις:
(1): Μετάφραση Κώστας Ταχτσής, εκδ. Ερμής
(2): Μετάφραση Ι. Ν. Γρυπάρης, εκδ. Εστίας
*Μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής Αττικής