02.12.2018, 11:10 | εφσυν
Αν υπάρχει κάποιος –μετά τον Καζαντζίδη– που μιλάει στην καρδιά όσων, για μια μικρή ή μεγάλη περίοδο, αναγκάστηκαν να πάρουν τον δρόμο της μετανάστευσης, αυτός είναι ο Λάκης Χαλκιάς. Πολύ πρόσφατα σε ένα μαγαζί, η ορχήστρα έπαιξε τη «Φάμπρικα». Ενα ζεϊμπέκικο που μας έδωσε ο Γιάννης Μαρκόπουλος μελοποιώντας τον Σκούρτη.
Ωραίο ζεϊμπέκικο, λεβέντικο. Κι ας λέει πράγματα σκληρά. Το μαγαζί, φοιτητικό στέκι, ήταν γεμάτο νέα παιδιά. Το ξέραν το τραγούδι, το χόρεψαν κάνα δυο. Να ’ξερε άραγε πριν «φύγει» ο ποιητής πόσο το αγαπούν οι νέοι; Να ’ξερε με πόσο πάθος τραγουδούσαν το:
Η φάμπρικα δε σταματά/ δουλεύει νύχτα μέρα/ και πώς τον λεν το διπλανό/ και τον τρελό τον Ιταλό/ να τους ρωτήσω δεν μπορώ/ ούτε να πάρω αέρα…
Οι «Μετανάστες», δίσκος σταθμός στην ελληνική δισκογραφία, κυκλοφόρησε το 1974, με τις ανεπανάληπτες ερμηνείες του Λάκη Χαλκιά και της Βίκυς Μοσχολιού. Τι είναι αυτό το τόσο δυνατό που κάνει μια γενιά αλλιώς μεγαλωμένη να αγαπά αυτά τα τραγούδια; αναρωτιόμουν, όταν πριν από λίγες μέρες έμαθα την είδηση του θανάτου του Γιώργου Σκούρτη. Νομίζω ο ίδιος πόνος.
Ο πόνος του ανθρώπου που δεν μπορεί να φτιάξει ρίζες στην πατρίδα του και φεύγει για να αναζητήσει ένα μέλλον σε άλλη χώρα. Και, ναι, αυτά τα παιδιά δεν μοιάζουν μ’ εκείνα του ’60. Ξέρουν δύο γλώσσες, έχουν πτυχία, και παίζουν την τεχνολογία στα δάχτυλα. Αλλά αφήνουν πίσω το σπίτι όπου μεγάλωσαν και τους δικούς τους ανθρώπους. Κάποια νύχτα ή κάποια μέρα, η νοσταλγία θα τους βρει, απρόσμενα και ξαφνικά. Εκεί θα θυμηθούν τον Καζαντζίδη να τραγουδά Βίρβο, εκεί κάποιος θα ανακαλύψει και τη «Φάμπρικα»:
Κι εκεί στο πόστο μου σκυφτός/ ξεχνάω τη μιλιά μου/ είμαι το νούμερο οχτώ/ με ξέρουν όλοι με αυτό/ μα εγώ κρατάω μυστικό/ ποιο είναι τ’ όνομά μου…
Στην πραγματικότητα, η φάμπρικα της μετανάστευσης δεν σταμάτησε ποτέ. Δουλεύει ακόμα νύχτα – μέρα. Θυμήθηκα τον Πάουλο Φρέιρε που σε ένα από τα εμβληματικότερα βιβλία της σύγχρονης φιλοσοφίας, «Η αγωγή του καταπιεζόμενου», προειδοποιούσε πως, αν σε έναν υπερκαταναλωτικό και υπερχειραγωγούμενο κόσμο η παιδεία είναι απλώς εξειδίκευση, τίποτα δεν θα αλλάξει από τις παλιότερες σκοτεινές εποχές. Αυτό καταφέραμε; Δημιουργήσαμε άλλη μια γενιά μεταναστών;
Αλλη μια γενιά εμιγκρέδων; Θα ήθελα να ελπίζω πως όχι, αλλά όλο και περισσότεροι γονείς αποχαιρετούν τα παιδιά τους στα αεροδρόμια. Στο «εδώ και στο τώρα». Με την ίδια ελπίδα που αποχαιρετούσαν τα παιδιά τους κάποιοι άλλοι γονείς πολλά χρόνια πριν στις αποβάθρες των τρένων και των πλοίων. Την ελπίδα πως θα έχουν ένα καλύτερο μέλλον. Αντίο, κ. Σκούρτη, η φάμπρικα δουλεύει ασταμάτητα, κι εμείς εδώ… ακούμε ακόμα τον ήχο των μηχανών και των αναστεναγμών.