Διαβάζω από ’δω κι από ’κει για τις προσπάθειες τάχα του υπουργείου Πολιτισμού να αναδειχτεί η κληρονομιά μας, κατά πόσον αυτή η κληρονομιά μπορεί να μας βοηθήσει στο παρόν αλλά και στο μέλλον [τουριστικά, μην παίρνουν τα μυαλά μας αέρα…]. Ποιος όμως ξέρει αυτήν την κληρονομιά; Ποιος μας τη δίδαξε; Πότε;
Μα έλεγαν αλήθεια οι διακινητές αυτής της παιδαγωγικής τάχα κληρονομιάς ή μας έλεγαν ό,τι συνέφερε την κυρίαρχη κάθε φορά τάξη του πολιτικού συστήματος; Μήπως επινόησαν, χωρίς να μας ρωτήσουν, κάποια εθνική οντότητα, ώστε να πλασαριστούμε στη νέα γεωκρατική πραγματικότητα της Ευρώπης; Οντότητα εννοείται ότι έχει μια χώρα, όταν κατέχει παρελθόν και σύνορα πλέον· όχι με αναφορές στους σπουδαίους και λοιπά προγόνους.
Ε, λοιπόν, δεν έχουμε πολλά πράγματα καταφέρει, είτε ως πολιτεία είτε ως κοινωνία. Η πρώτη ψεύδεται ασυστόλως και η δεύτερη χάσκει εντυπωσιακά. Είμαστε απόγονοι, έτσι ομονοήσαμε άπαντες, ενός μοναδικού πολιτισμού, στα θεμέλια του οποίου πάτησαν όλα τα σύγχρονα έθνη – κράτη και αναγεννήθηκαν, διαφωτίστηκαν, τεχνουργήθηκαν, τεχνολογήθηκαν, δημιούργησαν στη συνέχεια -και άλλα επιστημονικά.
Τι κρατάμε απ’ αυτόν τον όντως εκρηκτικόν για το πνεύμα αρχαίο ελληνικό πολιτισμό; Λίγα πράγματα -και ασαφή. Τον Ομηρο και τους τραγικούς μόνο μνημονεύουμε και τους Πλάτωνα – Αριστοτέλη. Ούτε λυρικούς ούτε προσωκρατικούς ούτε Σοφιστές ούτε τους αναμορφωτές των γραμμάτων που ανεφύησαν στην ελληνιστική εποχή.
Αρκούν τα μνημεία που έχουν διασωθεί, για να νιώθουμε υπερήφανοι ως απόγονοι σπουδαίων καλλιτεχνών και δημιουργών; Δεν αρκούν. Ας μας πουν πόσοι έχουν επισκεφτεί όχι τον Παρθενώνα αλλά π.χ. τον ναό του Επικούρειου Απόλλωνα. Δεν σημαίνει κάτι η επίσκεψη, η μη επίσκεψη όμως δηλοί την αδαημοσύνη και αδιαφορία για τους θησαυρούς που έχουμε αφήσει βορά στους βοριάδες και στην εγκατάλειψη [και στους Γιαπωνέζους]. Θα πει κανείς, εδώ δεν έχουμε να φάμε, τους αρχαιολογικούς χώρους θα επισκεπτόμαστε;
Θα έλεγα ότι είναι προτιμότερο να στερηθεί μια οικογένεια δυο γεύματα, παρά να μη γνωρίζει την Κνωσό ή τις Μυκήνες ή το Δίον, λόγου χάρη. Πιθανώς να μη λέει κάτι αυτό για τις σύγχρονες ανάγκες, αλλά πώς, διάβολε, θα συναντηθούμε διαφορετικά με το αγλαόν παρελθόν; Εάν, εννοώ, δεν προσπαθήσουμε από μόνοι μας, χωρίς τις κρατικές οδηγίες [που είναι και λειψές];
Η εικόνα που έχουμε ως νεοέλληνες για την ιστορία και τον πολιτισμό μας είναι επίπλαστη, καθοδηγούμενη. Οι περισσότερες πτυχές του παρελθόντος είναι άγνωστες και, εν πολλοίς, αυτοί που τάχα μας τις φωτίζουν, στην πραγματικότητα χειραγωγούν την εκπαίδευση και τη μάθηση των περισσοτέρων (ευτυχώς υπάρχουν πάντα οι [λίγοι] απείθαρχοι και οι ατίθασοι, οι ελεύθεροι, πώς να τους πεις).
Λίγοι γνωρίζουν για τον υπόκοσμο της αρχαίας Αθήνας, για τα «στησίματα» στους Ολυμπιακούς Αγώνες, για τις ραδιουργίες ως προς την κατάληψη της εξουσίας, τις διαβολές, τις εξορίες, τις ωμές δολοφονίες και άλλα αποτροπαϊκά που συνέβαιναν -και όχι μόνο στην Αθήνα…
Δεν λέω, οι αρχαίοι είπαν και έπραξαν σπουδαία πράγματα για το μέλλον της ανθρωπότητας, περισσότερο από άλλους λαούς, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την επιστήμη, τη φιλοσοφία και, κυρίως, τη δημοκρατία. Αλλά πόσο αίμα χύθηκε μεταξύ τους -και σε αυτούς. Ολα να τα μάθουμε.