iloveithaki.gr \ dec 8th 2018
δδ μανιάς
η δυστοπική κοινωνία των θιακών χρησαυγητών και η ουτοπία των κκέδων
η δυστοπία είναι το αντίθετο της ουτοπίας
- οι θιακοί χρησαυγήτες δεν ξέρουν γιατί είναι χρησαυγήτες.
δεν ξέρουν ότι η κοινωνία που πρεσβεύουν χαρακτηρίζεται από τον απανθρωπισμό, τον ολοκληρωτισμό, την περιβαλλοντική και κοινωνική καταστροφή.
δεν ξέρουν ότι αυτό είναι μια δυστοπική κοινωνία, μια κοινωνία της απόλυτης δυστυχίας.
οι θιακοί χρησαυγήτες για να τραβήξουν την προσοχή χρησιμοποιούν προβλήματα του πραγματικού κόσμου που έχουν σχέση με την κοινωνία, το περιβάλλον, την πολιτική, την οικονομία, την θρησκεία, την ψυχολογία, την ηθική, την επιστήμη, τα οποία αν χάσουν την κατεύθυνση τους οδηγούν σε μια δυστοπική κατάσταση
το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την ουτοπία - οι θιακοί κουκουέδες δεν ξέρουν ότι η κοινωνία που πρεσβεύουν είναι ουτοπική.
δεν ξέρουν ότι είναι μια φανταστική ιδανική κοινωνία
δεν ξέρουν ότι είναι μια ιδεαλιστική κοινωνία που παρόλες τις προσπάθειες που έγιναν μέχρι τώρα δεν δημιουργήθηκε, δεν υλοποιήθηκε πουθενά.
το μοναδικό υπάρχον κοινωνικό σύστημα είναι ο καπιταλισμός και προϋπήρξε του ανθρώπου στη φύση και στην δημιουργία.
δεν υπήρχε δικαιοσύνη πάντα επικρατούσε το πιο δυνατό το πιο ισχυρό.
η κοινωνική δικαιοσύνη και η ισότητα είναι το επιδιωκόμενο από πάντα.
δεν μπορούμε να εξαφανίσουμε το υπάρχον και ν αρχίσουμε να το φτιάχνουμε από την αρχή γιατί αυτό είναι ουτοπικό σύντροφοι
το μόνο πραγματικό είναι να σεβαστούμε το υπάρχον και να το μεταλλάξουμε χωρίς βία, με δημοκρατικές διαδικασίες όπως προσπαθεί ο συριζα, ο αλέξης τσίπρας.
υ.γ: δεν είναι κακό να μαθαίνουμε και καμιά νέα έννοια
φιλάκια
—————————————————————————————————
Επανάσταση, Ουτοπία και Δυστοπία
Ο σκεπτικισμός απέναντι στους μεγάλους κοινωνικούς σχεδιασμούς που επιβάλλονται από πάνω στις κοινωνίες.
Η Ρωσία ήταν ένα μεγάλο εργαστήριο ουτοπιών, χρόνια πριν από την Επανάσταση. Οχι μόνο κουβεντιάζονταν με πάθος τα ουτοπικά έργα που δημοσιεύονταν στη Δύση, αλλά επειδή η κοινωνία θεωρούνταν είτε καθυστερημένη, και επομένως έπρεπε να μιμηθεί με γρήγορους ρυθμούς την Ευρώπη, είτε διαφορετική αλλά νέα και ρωμαλέα και όφειλε να δημιουργήσει καινούργιες κοινωνικές μορφές, τα μεταρρυθμιστικά σχέδια έπαιρναν τη μορφή ουτοπικών προτάσεων και πειραματισμών για ριζική ανακαίνιση της κοινωνίας.
H σχέση όμως ουτοπίας και επανάστασης δεν είναι ούτε απλή ούτε μονοσήμαντη. Για να την ξαναδούμε πρέπει να ξεχάσουμε την Ιστορία των μπολσεβίκων και της ΕΣΣΔ όπως τη μάθαμε, είτε από τους θιασώτες της, είτε από τους επικριτές της. Οι πρώτοι τής αρνήθηκαν τον ουτοπικό χαρακτήρα, ενώ οι δεύτεροι τη θεώρησαν συνολικά ως ουτοπία για να την καταγγείλουν ως το μοιραίο διάβημα για κάθε ολοκληρωτισμό.
Ισότητα και μηχανή ήταν οι λέξεις-κλειδιά της επαναστατικής περιόδου. Η λατρεία της μηχανής σήμαινε ορθολογισμό και υπολογισμό, αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα αλλά και αυτοματισμό, λατρεία της πόλης και του μοντέρνου, των γεωμετρικών σχημάτων και της καλειδοσκοπικής επανάληψης, του γρήγορου ρυθμού, τέλος, του προλετάριου ως βιομηχανικού παραγωγού. Ολα αυτά θυμίζουν βέβαια Τέιλορ και Φορντ και αμερικανική τεχνοκρατική σκέψη. Ακριβώς περί αυτού πρόκειται.
Οι μπολσεβίκοι ήταν φανατικοί αναγνώστες των βιβλίων τους, τα οποία πραγματοποίησαν πολλαπλές εκδόσεις. Μόνο σε μια χρονιά, το 1924, το έργο του Φορντ «Η Ζωή μου» εκδόθηκε οκτώ φορές και το όνομά του αναγραφόταν στις κόκκινες σημαίες των διαδηλώσεων, δίπλα στα ονόματα των θεωρητικών του μαρξισμού, και οι χωρικοί ονόμαζαν τα τρακτέρ τους Φορντζόνισκας. Ο ψυχρός πόλεμος επισκίασε αναδρομικά αυτό το κύμα τεχνολογικού αμερικανισμού που διαπερνούσε την απέραντη επαναστατική χώρα στην πρώτη δεκαετία του Μεσοπολέμου και η μεταπολεμική εξίσωση του αμερικανισμού με τον καταναλωτισμό επισκίασε την προπολεμική του εξίσωση με την κουλτούρα της μηχανής και της μαζικής εκμηχάνισης.
Καθώς σε εποχές ανατροπών τέχνη και ζωή μιμούνται η μία την άλλη, αυτά τα ουτοπικά πειράματα ήθελαν να αναμορφώσουν συνολικά την κοινωνία. Το 1920 ο Αλεξέι Γκάστεφ ίδρυσε το Κεντρικό Ινστιτούτο Εργασίας με σκοπό να αναμορφώσει την κοινωνία ώστε να προσαρμοστεί στη νέα εποχή των μηχανών. Ονειρευόταν, αφενός, προμηθεϊκούς μηχανισμούς που θα έλιωναν τους πάγους της Αρκτικής Ζώνης και θα έκαναν τη Σιβηρία ένα βιομηχανικό παράδεισο και, αφετέρου, θα μετέτρεπαν τους εργάτες σε αυτοματοποιημένα ρομπότ, με τη μέγιστη ακρίβεια, οικονομία και αποτελεσματικότητα, με ενιαίο τρόπο έκφρασης, αισθημάτων και σκέψης.
Αυτός ήταν που επινόησε τον όρο Κοινωνική Μηχανική, δηλαδή την αναδημιουργία των ανθρώπινων όντων με πρότυπο και κατά τις ανάγκες της μηχανής. Το 1923, ο Πλάτων Μιχαήλοβιτς Κερτσέντσεφ έστρεψε την προσοχή του από το άτομο στην κοινωνία και ίδρυσε τη Λίγκα του Χρόνου, με σκοπό να εκπαιδεύσει τους ανθρώπους να χρησιμοποιούν παραγωγικά και αποδοτικά τον χρόνο τους συνολικά, μέσα και έξω από τη δουλειά. Αντιλαμβανόταν τον χρόνο του καθενός ως πολλοστημόριο του ενιαίου χρόνου όλης της κοινωνίας. Επομένως τα άτομα θα έπρεπε να λειτουργούν ως τα απειράριθμα εξαρτήματα μιας μηχανής που προγραμματιζόταν κεντρικά. Πρότυπο ήταν η οργάνωση του στρατού, στρατού επιστημονικά οργανωμένου, μοντέλου για όλη την κοινωνία. Η Λίγκα του Χρόνου είχε εκδώσει μάλιστα ημερήσιο πρόγραμμα για όλο το 24ωρο, συνταγή για κάθε μέλος της οικογένειας!
Οι επαναστάσεις είναι μια μεγάλη γιορτή, ακόμη κι αν δοκιμάζονται μέσα από αιματηρούς εμφυλίους πολέμους. Αλλά κάποτε το μεγάλο πάρτι τέλειωσε. Τα χαρακτηριστικά λαϊκής γιορτής που είχαν οι εορτασμοί των πρώτων επετείων της Επανάστασης, μετατράπηκαν σε παρελάσεις, αυστηρά δομημένες στρατιωτικά. Αν η Επανάσταση κατάργησε αρχικά τη διαφορά πρώτης, δεύτερης και τρίτης θέσης στα τρένα, κάποια στιγμή άρχισαν να δρομολογούνται διαφορετικές αμαξοστοιχίες, γρήγορες και άνετες για τις νέες ηγετικές ομάδες, παλιές και αργές για όλους τους εξισωμένους υπόλοιπους.
Οι γιορτινές πλατείες ερήμωσαν για τα καλά, όταν στις αρχές της δεκαετίας του ’30 απλώθηκε πάνω στη χώρα ένα καθεστώς τρόμου, στον δαίδαλο του οποίου χάθηκαν οι περισσότεροι από τους ουτοπιστές των επαναστατικών χρόνων. Το νέο καθεστώς είχε και αυτό το δικό του ουτοπικό σχέδιο. Ενας βιομηχανικός κομμουνισμός με άκαμπτες ιεραρχίες, πειθαρχία, ομοιομορφία, μυστικοπάθεια, καχυποψία, φόβο, ενοχοποίηση και αυτοενοχοποίηση, αλλά και αφοσίωση, ακόμη και συμμετοχή στην καταστολή και στην αυτοενοχοποίηση, τρόμο.
Πεμπτουσία του το όνειρο του διαφωτισμού να επιβάλει μέσω του κράτους ορθολογική οργάνωση της κοινωνίας, σχεδιασμένη κεντρικά, με ταχεία εκβιομηχάνιση και εγκαταστάσεις μεγάλων διαστάσεων. Αδιαφορούσε για ανθρώπινα δικαιώματα, ανθρώπινους ρυθμούς, δημοκρατικές διαδικασίες, φυσικό περιβάλλον και θυσίαζε κατά χιλιάδες τις ανθρώπινες ζωές.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, από τα σπλάχνα της ουτοπίας γεννήθηκε ως προειδοποίηση η δυστοπία. Η πρώτη μεγάλη δυστοπία, με τίτλο «Εμείς», γράφηκε από έναν μπολσεβίκο, τον Ευγένιο Ζαμιάτιν το 1920, στην καρδιά των ουτοπικών πειραματισμών της Επανάστασης. Μαζί με το φιλμ «Metropolis» του Φριτς Λανγκ (1926), τον «Γενναίο καινούργιο κόσμο» του Αλντους Χάξλεϊ (1932), και το «1984» του Τζορτζ Οργουελ (1949) δημιουργούν την πρώτη και σημαντικότερη τετραλογία δυστοπικών έργων. Οι δυστοπίες προκάλεσαν το πρώτο μεγάλο ρήγμα στο προοδευτικό φαντασιακό και δημιούργησαν σκεπτικισμό απέναντι στους μεγάλους κοινωνικούς σχεδιασμούς που επιβάλλονται από πάνω στις κοινωνίες.
*Ιστορικός