Η νέα κρίση στις σχέσεις των δύο κυβερνητικών εταίρων υπενθυμίζει με εμφατικό τρόπο ότι οι αναγκαίες αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται έγκαιρα και ότι οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται. Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αταίριαστη ιδεολογικά αλλά συνεπής σε ένα ηθικό-πολιτικό πλαίσιο, υπήρξε αποτελεσματική παρόλες τις δοκιμασίες. Όμως τον τελευταίο χρόνο, και ειδικά μετά την έξοδο από το μνημόνιο και τη ρύθμιση του χρέους, το ζήτημα του Μακεδονικού έχει προκαλέσει κλυδωνισμούς και απειλεί τη συνοχή της κυβέρνησης.

Ο Αρχηγός των ΑΝΕΛ Πάνος Καμμένος είχε προαναγγείλει ότι το κόμμα του θα αποχωρήσει από την κυβέρνηση όταν η Συμφωνία των Πρεσπών έρθει προς ψήφιση και θα συνεχίσει να τη στηρίζει ενώ συμφώνησε με τον Πρωθυπουργό σε «σιγή ασυρμάτου» μέχρι τον Μάρτιο. Όμως από ένα σημείο και μετά φαίνεται ότι αμφιταλαντεύεται σε κάποιες αποφάσεις, και με διαρκείς, συχνά και αλληλοσυγκρουόμενες δηλώσεις δεν εκπέμπει ένα σαφές στίγμα προθέσεων. Αυτή η σύγχυση προκαλεί κρίσεις ενώ η κυβέρνηση δυσκολεύεται να κεφαλαιοποιήσει στον απόλυτο βαθμό το θετικό έργο της μεταμνημονιακής περιόδου, όπου και ο ίδιος έχει τη δική του συνεισφορά.

Από την άλλη, η ανάγνωση που έχει κάνει στις εξελίξεις, βάσει και των δημοσκοπήσεων αλλά και της ακροδεξιάς στροφής της ΝΔ, δεν του αποφέρει τα εκλογικά οφέλη που προσδοκούσε. Εφόσον και ο ίδιος αυτοπροσδιορίζεται ως καραμανλικός, θα έπρεπε να αντιληφθεί ότι το κενό που αφήνει η συντηρητική παράταξη είναι στο κέντρο . Άλλωστε ακόμη και αν αποφάσιζε ή είχε τη δύναμη να «ρίξει» την κυβέρνηση και να την οδηγήσει σε εκλογές με διακύβευμα τη Συμφωνία των Πρεσπών – ως άλλος Σαμαράς – το μόνο που θα κατάφερνε θα ήταν να ανακόψει την πορεία που ευαγγελίστηκε ο ίδιος για τη χώρα, δίνοντας «πάτημα» στο σύστημα συμφερόντων που τον έχει πολεμήσει ανελέητα. Μάλιστα το εν λόγω σύστημα θα ψηφίσει ακριβώς την ίδια συμφωνία, την οποία σήμερα δαιμονοποιεί υποκριτικά ευελπιστώντας σε κομματικά οφέλη.

Όλοι κατανοούν ότι δεν μπορεί να συνεχίζεται αυτή η αβεβαιότητα με τον ένα κυβερνητικό εταίρο να υπονομεύει μια κεντρική επιλογή της κυβέρνησης, αλλά και τον θεμελιώδη στόχο της αποκατάστασης της κοινωνικής συνοχής και της ανασυγκρότησης της χώρας. Αυτό που απαιτείται είναι χωρίς τις δημαγωγίες, στις οποίες ειδικεύεται η ακροδεξιά πτέρυγα της ΝΔ, και αφού συνεκτιμηθούν οι συσχετισμοί που έχουν διαμορφωθεί, να ληφθούν οι αναγκαίες αποφάσεις σε κλίμα ηρεμίας και έξω από τον πανικό που καλλιεργεί το πολιτικό και μιντιακό σύστημα που συνεχίζει να ποντάρει στην καταστροφή.