17.02.2019, 16:13 | εφσυν
Ολο το έργο του Γερμανού φιλοσόφου Γιούργκεν Χάμπερμας κατατείνει στην επεξεργασία μιας κριτικής θεωρίας της κοινωνίας, ικανής να υπηρετεί μια προοπτική ατομικής και συλλογικής χειραφέτησης. Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα συνέντευξης του Χάμπερμας, που δημοσιεύτηκε στο γαλλικό περιοδικό Le Philosophoire.
● Καθηγητή Χάμπερμας, τα έργα σας αποδίδουν μεγάλη σημασία στους κλασικούς (Καντ, Χέγκελ, Μαρξ, αλλά και Ντιρκέμ, Βέμπερ, Αντόρνο, Μιντ…) και στην ιστορία της φιλοσοφίας, προσέγγιση που δεν είναι πλέον τόσο κοινή μεταξύ των σύγχρονων φιλοσόφων.
Ο Χανς-Γκέοργκ Γκάνταμερ εξήγησε τον επιθετικό προσδιορισμό «κλασικός», που χρησιμοποιούμε και για εκείνους τους στοχαστές οι οποίοι δημιούργησαν μια παράδοση στην ιστορία της φιλοσοφίας. Χάρη στα έργα τους, αυτοί οι φιλόσοφοι παρέμειναν σύγχρονοι τόσο για τις μεταγενέστερες γενεές όσο και για μας. Γι’ αυτό εμείς όχι μόνον απολαμβάνουμε το προνόμιο να μπορούμε να αξιοποιούμε σε κάποιο βαθμό, με τρόπο συστηματικό, το ουσιαστικό περιεχόμενο των ανανεωτικών αντιλήψεων που περιέχονται στα γραπτά τους -προχωρώντας πέρα από την ερμηνεία που μπορεί να δοθεί σε αυτά από τη σκοπιά του ιστορικού-, αλλά έχουμε και το δικαίωμα να συμπεριφερόμαστε έτσι.
Διαβάζουμε πάντα τον Πλάτωνα ως αναλυτή των εννοιών. Υπήρξε ο πρώτος που ανέπτυξε μια αντίληψη των εννοιών και εντόπισε στην ανάλυση των εννοιών τον κύριο δρόμο της φιλοσοφίας. Ενα παράδειγμα πιο κοντινό σε μας είναι εκείνο του Καντ, ο οποίος με την έννοια της «αυτονομίας» εισήγαγε μια εντελώς νέα αντίληψη ελευθερίας της βούλησης.
● Μολονότι εσείς έχετε εξηγήσει πολλές φορές τη θέση σας σε αυτό το ζήτημα, θα θέλαμε να επανέλθουμε στην αυξανόμενη σημασία που αποδίδετε στο δίκαιο, στο πλαίσιο του κριτικού στοχασμού σας για την κοινωνία.
Από την αρχή, από το βιβλίο μου «Ιστορία και κριτική της κοινής γνώμης», ενδιαφέρθηκα για τις εντάσεις που υπάρχουν ανάμεσα στο δημοκρατικό συνταγματικό κράτος και στον καπιταλισμό και για την αντίφαση ανάμεσα στις αρχές με βάση τις οποίες λειτουργούν αντίστοιχα αυτά τα δύο. Αυτό εξηγεί και το ενδιαφέρον που καλλιέργησα για τη φιλοσοφία του δικαίου του Χέγκελ, για την ιστορία του φυσικού δικαίου και για τη σύγκριση μεταξύ των δύο συνταγματικών επαναστάσεων του 18ου αιώνα.
● Πώς αντιλαμβάνεστε σήμερα τις σχέσεις ανάμεσα σε δίκαιο και πολιτική, ανάμεσα σε φιλοσοφία του δικαίου και πολιτική φιλοσοφία;
Δεν βλέπω καμία εναλλακτική στο σώμα των αρχών του δημοκρατικά θεμελιωμένου κοινωνικού κράτους. Σήμερα όμως οι δημοκρατικοί μας θεσμοί γίνονται όλο και περισσότερο μια απλή πρόσοψη, προκειμένου το εθνικό κράτος να συμμορφώνεται προς τις επιταγές της παγκόσμιας αγοράς.
Σε μια παγκόσμια κοινωνία που παραμένει πολιτικά κατακερματισμένη, αλλά είναι σε μεγάλο βαθμό ενσωματωμένη στο οικονομικό πεδίο, δεν διαθέτουμε οργανώσεις που να μπορούν να αντισταθμίζουν αυτή την απόκλιση και επομένως να συνδυάζουν την ικανότητα δημοκρατικής δράσης και δημοκρατικού ελέγχου.
Λείπουν σήμερα οι ελάχιστες προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση ευρύτερων και περισσότερο διατεθειμένων να συνεργαστούν πολιτικών καθεστώτων, τα οποία θα ήταν σε θέση να δαμάσουν σε παγκόσμια κλίμακα τις απορρυθμισμένες χρηματοπιστωτικές αγορές, με σκοπό να μειώσουν τις υπερβολικές κοινωνικές ανισότητες που υπάρχουν στο εσωτερικό των εθνικών κοινωνιών, αλλά κυρίως μεταξύ των κρατών και των ηπείρων.
● Θα θέλαμε να σας ρωτήσουμε πώς η κριτική θεωρία μπορεί να τοποθετείται σε σχέση με τις μετα-αποικιακές σπουδές. Η κριτική θεωρία παραμένει θύμα ενός δυτικού εθνοκεντρισμού;
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η προηγούμενη κριτική θεωρία όπως και ο δυτικός μαρξισμός συνολικά υπήρξαν λιγότερο ή περισσότερο τυφλοί σε αυτό το θέμα. Είχα ήδη συμμετάσχει στη συζήτηση που έβαλε στην ημερήσια διάταξη ο αποδομισμός, στη θεμιτή κριτική της βάρβαρης αποικιοκρατίας και της χονδροειδούς ευρωκεντρικής κοσμοθεώρησής της.
Τι είναι αναγκαίο να επανεξετάσουμε; Αναμφίβολα, την απίστευτα επιλεκτική εφαρμογή των υποτιθέμενων οικουμενικών κριτηρίων της Δύσης. Χρειάζεται όμως να επανεξετάσουμε και τα κριτήρια του δυτικού οικουμενισμού που χαρακτηρίζουν τον λόγο; Για παράδειγμα, έννοιες όπως εκείνες των δικαιωμάτων του ανθρώπου και της κοινωνικής εξέλιξης; Πρόκειται για δύσκολα ερωτήματα στα οποία οφείλουμε να απαντήσουμε.
● Η τωρινή κατάσταση και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι σημαντικά θέματα που σας απασχολούν πολύ. Το μεταναστευτικό είναι ένα από τα κρίσιμα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Από τη μια μεριά, αυτή η κατάσταση ενισχύει τις κοινωνικές εντάσεις, τροφοδοτώντας εθνικιστικά ακροδεξιά κινήματα, από την άλλη, έχουμε την εντύπωση ότι η τάση να κλείνουν τα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ενωσης φέρνει τις χώρες-μέλη σε αντίθεση με τις οικουμενικές και ουμανιστικές αρχές της ευρωπαϊκής Χάρτας των θεμελιωδών δικαιωμάτων (αξιοπρέπεια, ελευθερία, ισότητα, αλληλεγγύη).
Ναι, βρίσκω επαίσχυντο τον ψυχρό χαρακτήρα των πρόσφατων αποφάσεων στο θέμα της πολιτικής του δικαιώματος στο άσυλο, αν πάρουμε υπόψη μας το ιστορικό γεγονός ότι οι μεταναστευτικές ροές που προέρχονται από τον Νότο και από την Εγγύς Ανατολή είναι και η συνέπεια των ίδιων των δικών μας σφαλμάτων, των σφαλμάτων ενός αποτυχημένου τερματισμού της αποικιοκρατίας. Μπορούμε ακόμα να κοιταζόμαστε στον καθρέφτη χωρίς να ντρεπόμαστε για τις τραγωδίες που συμβαίνουν στη Μεσόγειο και που εμείς επιτρέπουμε λίγο ώς πολύ να συμβαίνουν, καθώς απουσιάζει η βούληση να δημιουργήσουμε μια συνεργασία;
Διευκρινίζω ότι το να ανοίξουμε απλώς τις πόρτες σε όλους τους πρόσφυγες δεν μας είναι δυνατό, αλλά, καθώς απουσιάζει μια κοινή σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη πολιτική ασύλου, η οποία μέχρι τώρα απέτυχε εξαιτίας της έλλειψης βούλησης των κρατών να συμφωνήσουν σε ένα κριτήριο κατανομής, θα ήταν αναγκαίο να αλλάξουμε ριζικά και από κοινού την πολιτική μας απέναντι στις χώρες από τις οποίες προέρχονται οι πρόσφυγες, πριν απ’ όλα την οικονομική μας πολιτική.
● Η κακοφωνία που βασιλεύει σχετικά με τη διαχείριση της υποδοχής των μεταναστών, και κυρίως η πολιτική των όλο και μεγαλύτερων απωθήσεων στα σύνορα, δεν θέτουν σε κίνδυνο τη δημοκρατική βάση της Ευρώπης βαθύτερα απ’ όσο νομίζουμε; Δεν πρέπει να φοβόμαστε μια κρίση νομιμοποίησης της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που θα γεννούσε, σαν το φαινόμενο της χιονοστιβάδας, και την κρίση των εθνικών δημοκρατιών;
Συμφωνώ μαζί σας με μια μικρή επιφύλαξη. Ανέκαθεν η Ευρωπαϊκή Ενωση υποφέρει από έλλειψη νομιμοποίησης. Ενα έλλειμμα νομιμοποίησης που φτάνει στο αποκορύφωμά του εξαιτίας μιας μη αλληλέγγυας πολιτικής διαχείρισης των κρίσεων, που στην πορεία της τελευταίας δεκαετίας σφράγισε βαθιά την οικονομική και κοινωνική πολιτική, ιδίως εκείνη των κρατών του Νότου της Ευρώπης. Εγώ θεωρώ την αυξανόμενη κοινωνική ανισότητα στο εσωτερικό των κρατών μελών ως την αληθινή αιτία του δεξιού λαϊκισμού.
Στα μάτια μου, το πιο μεγάλο σκάνδαλο βρίσκεται στον πανικό και στην οπισθοδρόμηση των πολιτικών ελίτ, που κυβερνούν αδύναμα, μπροστά στο καθήκον που έγκειται στο να έχουν τη βούληση να αντιταχθούν στην τωρινή «τραμπική» παρέκκλιση στην Ευρώπη.
Είναι δύσκολο να πούμε αν έχουμε φτάσει ήδη σε ένα σημείο χωρίς επιστροφή. Το πρόβλημα έγκειται στο να διατηρούν τυφλά το status quo, επειδή, σε αυτή την περίπτωση, η διάθεση των κυβερνήσεων για συνεργασία θα μειωθεί ακόμη περισσότερο, ενώ ο λαϊκισμός θα αναπτύσσεται όλο και περισσότερο, κι αυτό σε βάρος της πολύπλευρα τσαλακωμένης πρόσοψης του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας.