Του Νίκου Χατζηνικολάου
Οι επιτυχίες, πάντοτε, πέρα από τις θετικές επιπτώσεις που έχουν, δημιουργούν και προβλήματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να ξεπεράσει σταδιακά όλες τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε: η συγκυβέρνηση με τους ΑΝ.ΕΛΛ. κράτησε μια τετραετία και, παρά τις αναπόφευκτες υποχωρήσεις σε μερικά βασικά θέματα, οδήγησε τη χώρα στην έξοδο από το τρίτο Μνημόνιο. Εγκρίθηκαν από το ελληνικό Κοινοβούλιο η Συμφωνία των Πρεσπών αλλά και ο προϋπολογισμός του 2019, έγινε ένα πρώτο βήμα στον δρόμο της εξόδου προς τις αγορές, το μέτωπο κατά της διαφθοράς είναι ανοιχτό, άρχισε η διαδικασία για την αναθεώρηση του συντάγματος και πριν από λίγες μέρες η κυβέρνηση πήρε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή.
Ένα καινούργιο σταυροδρόμι
Κύριος του παιχνιδιού με εντυπωσιακά συμπαγή Κοινοβουλευτική Ομάδα, ο ΣΥΡΙΖΑ έφτασε σ’ ένα καινούργιο σταυροδρόμι. Πρόκειται για μια σημαντική στιγμή, που χρειάζεται να της αφιερώσει κανείς λίγες σκέψεις. Αναμφισβήτητα, ζητήματα κορυφαίας σημασίας, όπως οι αυτοδιοικητικές εκλογές και οι ευρωεκλογές, μεσολαβούν. Εκείνο όμως που βρίσκεται στο βάθος της τωρινής περιόδου είναι οι βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει οκτώ μήνες μπροστά του για να ανασυντάξει τις δυνάμεις του. Θα μπορέσει; Δύο είναι τα ερωτήματα τα οποία πρέπει να απαντηθούν. Κατάφερε να επουλώσει τις πληγές που άνοιξε η διάσπαση του Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2015 στο επίπεδο της νεολαίας; Πόσο έβλαψαν οι επιτυχίες του ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση τον ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα;
Η διάσπαση του Ιουλίου – Σεπτεμβρίου 2015 δεν ήταν μια απλή υπόθεση.
Εκείνοι που αποχώρησαν ενσάρκωναν τη μία από τις δύο ψυχές του ΣΥΡΙΖΑ. Η αποχώρησή τους, παρ’ όλη την ανικανότητά τους να πορευθούν στη συνέχεια, συνέβαλε κι εκείνη στη μετάλλαξή του, μετά βέβαια από τους καθοριστικούς χειρισμούς του πρωθυπουργού τον Ιούλιο-Αύγουστο του 2015. Χάρη στην έξοδο των λαφαζανικών και της Κωνσταντοπούλου, και όλων εκείνων που θεώρησαν ότι ο Τσίπρας πρόδωσε την κοινή υπόθεση όταν, αντί να σκίσει τα Μνημόνια, υπέγραψε ένα καινούργιο, ο ΣΥΡΙΖΑ ανανεώθηκε, έπαψε να μιλάει ταυτόχρονα δύο γλώσσες, μία αριστερή και μία ψευτοεπαναστατική, και, κυρίως, ανερμάτιστη. Αυτό είναι το απολύτως θετικό. Υπάρχει όμως και το αρνητικό, κι αυτό δεν συνοψίζεται μόνο σε αριθμούς μελών και συμπαθούντων που του γύρισαν την πλάτη. Στους αριθμούς εκείνων που έφυγαν πρέπει να προσθέσουμε έναν δυναμισμό (που εξατμίστηκε και στους ίδιους μόλις έμειναν μόνοι και πέρασε ένα διάστημα), κάτι το αγέρωχο και το παράτολμο που προσδίδει κάθε φορά στους νεότερους η βεβαιότητα ότι συμμετέχουν σε μια ανατρεπτική διαδικασία. Εκείνοι που δεν αποχώρησαν είχαν συχνά, κυρίως στην αρχή, μια στάση απολογητική, λες και δεν είχαν συνειδητοποιήσει τ έκαναν και τι συνεχίζουν να κάνουν ανοίγοντας καινούργιους δρόμους στην πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας.
Η περίοδος διακυβέρνησης που ακολούθησε (Σεπτέμβριος 2015 – Δεκέμβριος 2018) είχε σαν συνέπεια την πλήρη απορρόφηση των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ για την επίτευξη των κυβερνητικών στόχων. Δεν θέλω να αναφερθώ εδώ στην εντυπωσιακή προσαρμογή κομματικών μελών και στελεχών στις ευθύνες που συνεπάγεται η άσκηση του κυβερνητικού έργου. Χωρίς καμία απολύτως υπερβολή και χωρίς να αναφερθούν ονόματα, δεν πρέπει να μνημονευθεί η μεγάλη αποτελεσματικότητα των αποσπασμένων μελών του ΣΥΡΙΖΑ στη λειτουργία της «κρατικής μηχανής», στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές αλλά και στην προετοιμασία των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων; Δεν είναι εντυπωσιακό ότι, με εξαίρεση ένα-δύο υπουργεία, παντού αλλού η απόδοση θετικών αποτελεσμάτων, κάτω από τόσο δύσκολες συνθήκες, είναι αδιαμφισβήτητη;
Το ζήτημα που πρέπει να μας απασχολήσει τη στιγμή αυτή είναι όμως άλλο: τα αρνητικά της απορρόφησης του κόμματος από το κυβερνητικό έργο. Ποιος θα αντιτείνει ότι η προσπάθεια ορθολογικής αναδιοργάνωσης της διοίκησης και η καταπολέμηση της διαφθοράς στους διάφορους τομείς του Δημοσίου δεν πρέπει να συνεχιστούν τους επόμενους μήνες; Δεν υπάρχει αμφιβολία, επίσης, ότι εκκρεμούν σημαντικές μεταρρυθμίσεις, που, μαζί με εκείνες που ήδη νομοθετήθηκαν, θα διαμορφώσουν τη θεσμική ραχοκοκαλιά του κοινωνικού κράτους. Όλα αυτά ισχύουν. Σε οκτώ μήνες έρχονται όμως εκλογές και ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να έρθει πρώτο κόμμα. Ήρθε η ώρα ο προοδευτικός χαρακτήρας τού κυβερνητικού έργου να γίνει ευρύτερα γνωστός όχι με τη μορφή διαφήμισης, αλλά με το να μεταφερθεί από τις τοπικές οργανώσεις στον κόσμο.
Κυβέρνηση και κόμμα
Ειπώθηκε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει «να παραμείνει δύναμη της ριζοσπαστικής Αριστεράς». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οποιαδήποτε άλλη πολιτική εφαρμοζόταν θα είχε ως αποτέλεσμα τη βαθμιαία αποδυνάμωσή του. Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι υπόθεση «επικοινωνιακού» χαρακτήρα. Για να παραμείνει δύναμη της ριζοσπαστικής Αριστεράς, χρειάζεται μια προσπάθεια εξίσου μεγάλη με εκείνη που έκανε για να βγούμε από το τρίτο Μνημόνιο. Πρώτα απ’ όλα ακούγεται υπερβολικό -αλλά δεν είναι- χρειάζεται μια αυξημένη συνειδητοποίηση του τι έγινε τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Επίσης: η στρατηγική της δημοκρατικής ριζοσπαστικής Αριστεράς δεν πρέπει να έρθει στο επίκεντρο των συζητήσεων; Για παράδειγμα, η έννοια του «δημόσιου συμφέροντος», από τη σκοπιά μιας Αριστεράς που δεν δημαγωγεί, όπως οι αντίπαλοί της, και παραμένει ριζοσπαστική, δεν χρειάζεται νέες επεξεργασίες; Πρέπει να βρεθούν καλύτερες ισορροπίες ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα και στον ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση όχι στη βάση αφηρημένων θεωριών, αλλά εξετάζοντας το κάθε συγκεκριμένο θέμα ξεχωριστά και στη συνέχεια επεξηγώντας δημόσια και αναλυτικά την πολιτική που ακολουθείται, όπως έγινε, κάπως αργά, αλλά έγινε, με τη Συμφωνία των Πρεσπών. Πολλές σημαντικές κυβερνητικές επιλογές δεν έχουν επεξηγηθεί επαρκώς στον κόσμο κι αυτό πρέπει να γίνει στο οκτάμηνο που ακολουθεί. Η αλήθεια είναι μερικές φορές οδυνηρή, αλλά δεν υπάρχει άλλος δρόμος.
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες παρατηρείται μια υποχώρηση των σοσιαλιστικών δυνάμεων διεθνώς. Η λύση δεν είναι μια θάλασσα από κόκκινες σημαίες με σφυροδρέπανα και λόγοι γεμάτοι πύρινες γενικότητες κατά του καπιταλισμού. Με τα κατάλοιπα της ελληνικής χρεοκοπίας ακόμα γύρω μας και μπροστά στον πανευρωπαϊκό κίνδυνο του ανερχόμενου φασισμού, η εδραίωση του κοινωνικού κράτους αποτελεί στην παρούσα φάση το βασικότερο ανάχωμα.