ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΤΣΑΝΤΗΛΑ* Με κοινή απόφαση των υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ) (1750/39224/31.3.2016) καθορίστηκαν τα αναγκαία συμπληρωματικά μέτρα για την εφαρμογή των σχετικών Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης
ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΤΣΑΝΤΗΛΑ*
Με κοινή απόφαση των υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ) (1750/39224/31.3.2016) καθορίστηκαν τα αναγκαία συμπληρωματικά μέτρα για την εφαρμογή των σχετικών Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι όροι και οι προϋποθέσεις καλλιέργειας της βιομηχανικής κάνναβης (Cannabis sativa L.) και ειδικότερα των ποικιλιών που περιέχουν την ουσία τετραϋδροκανναβινόλη (THC) σε ποσοστά μικρότερα του 0,2%. Μεταξύ των αρμόδιων αρχών για την εφαρμογή των εθνικών και ενωσιακών διατάξεων ορίστηκε και ο Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός (ΕΛΓΟ) Δήμητρα, που ανέλαβε την αρμοδιότητα της αξιολόγησης της καλλιέργειας στις ελληνικές εδαφοκλιματικές συνθήκες, καθώς και της δημιουργίας ενός οδηγού με τις απαραίτητες πληροφορίες για την καλλιέργεια, δεδομένου ότι δεν είναι πολύ γνωστή στη χώρα μας.
Σχεδόν τρία χρόνια από την έκδοση της απόφασης της Πολιτείας είναι ικανοποιητικός χρόνος για μια πρώτη αποτίμηση των «πεπραγμένων», καθώς και της υπενθύμισης πληροφοριών που πολλές φορές αγνοούνται ή συνειδητά δεν λαμβάνονται υπόψη. Σημειώνεται ότι αμέσως μετά τη δημοσίευση της απόφασης εκδηλώθηκε έντονο ενδιαφέρον από παραγωγούς και φορείς για όλα τα σχετικά θέματα. Το υπουργείο Οικονομίας μάλιστα εκτιμά ότι τα επόμενα χρόνια θα έχουμε μεγάλη παραγωγή τόσο της βιομηχανικής όσο και της φαρμακευτικής κάνναβης, αν και με τις μέχρι σήμερα αιτήσεις αδειοδοτήσεων που υποβλήθηκαν στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας το ενδιαφέρον φαίνεται να εστιάζεται κυρίως στη φαρμακευτική κάνναβη και μάλιστα από ξένους επενδυτές.
Δεδομένου όμως ότι, όπως προαναφέρθηκε, η καλλιέργεια αυτή δεν είναι πολύ γνωστή στην Ελλάδα, προβλέφθηκε ορθώς ότι ο αρμόδιος φορέας ΕΛΓΟ Δήμητρα θα πρέπει, πριν τη διάδοση της καλλιέργειας, να την αξιολογήσει στις ελληνικές εδαφοκλιματικές συνθήκες υλοποιώντας σχετική μελέτη προσαρμοστικότητας. Έγινε αυτό μέχρι σήμερα; Δυστυχώς όχι, αν και πολύ έγκαιρα το αρμόδιο Ινστιτούτο Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών του ίδιου οργανισμού είχε υποβάλει σχετική πρόταση. Έτσι, σήμερα οι καλλιεργητές αντιμετωπίζουν προβλήματα στην πράξη.
Με στόχο την ενημέρωση των ενδιαφερόμενων βασισμένη στην έγκυρη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία, δίνονται μερικές πληροφορίες για να επισημανθούν τα προβλήματα που θα συναντήσει ο καλλιεργητής στην πράξη.
Κατ’ αρχάς, πρέπει να διευκρινιστούν οι σημαντικές διαφορές μεταξύ της κλωστικής, στην οποία αναφέρεται αυτό το άρθρο, και της φαρμακευτικής κάνναβης (θα περιγραφεί σε επόμενο άρθρο). Η ονομασία «κάνναβις» (hemp) αναφέρεται κυρίως στο είδος Cannabis Sativa, αν και χρησιμοποιείται για μεγάλο αριθμό ειδών που αντιπροσωπεύουν περισσότερα από είκοσι γένη. To είδος αυτό καλλιεργείται για την ίνα του φλοιού των στελεχών του, το έλαιο των αχινών και τη ρητίνη που περιέχεται στους αδένες της επιδερμίδας του. Ένας άλλος όρος που χρησιμοποιείται για τα φυτά αυτά είναι marijuana ή marihuana (μαριχουάνα), αλλά έχει επικρατήσει ο όρος κάνναβις (hemp) να χρησιμοποιείται για τα φυτά που χρησιμοποιούνται για παραγωγή ίνας και ο όρος μαριχουάνα να χρησιμοποιείται για τα φυτά που χρησιμοποιούνται για παραγωγή φαρμάκων. To φυτό Cannabis Sativa που καλλιεργείται για παραγωγή ίνας ή ελαίου ονομάζεται «βιομηχανική κάνναβις» (industrial cannabis). Στην καθομιλουμένη με τον όρο «κάνναβη» εννοούνται τόσο τα φυτά όσο και οι ναρκωτικές ουσίες που παράγονται από αυτά.
Η Cannabis Sativa είναι ετήσιο φυτό, το ύψος του οποίου κυμαίνεται από 20 cm έως 5 m. Οι ρίζες του φτάνουν σε βάθος 30-60 cm και σε χαλαρά εδάφη μέχρι και 2,5 m. Χρειάζεται μεγάλη εμπειρία για τη διάκριση της βιομηχανικής κάνναβης από παρόμοια φυτά, όπως η ινδική κάνναβη (ssp. Indica), από την οποία παράγεται η γνωστή ναρκωτική ουσία. Οι ποικιλίες που χρησιμοποιούνται για παραγωγή ίνας πρέπει να περιλαμβάνουν φυτά χωρίς κλάδους, ψηλά, με μακρά μεσογονάτια διαστήματα, διότι η ύπαρξη πολλών γονάτων μειώνει το μήκος των ινών. Επίσης, τα στελέχη τους δεν πρέπει να είναι ξυλώδη, για να είναι αυξημένη η παραγωγή ίνας και να μην παράγουν πολλούς σπόρους. Το μεγάλο ύψος, τα μεγάλα μεσογονάτια διαστήματα, τα γυμνά στελέχη και ο μαλακός μη ξυλώδης ιστός είναι τα χαρακτηριστικά που επιτρέπουν εύκολα τη διάκριση από εκείνα που περιέχουν συγκεντρώσεις ναρκωτικών ουσιών (αυτές οι ποικιλίες προσαρμόζονται καλύτερα κοντά στον Ισημερινό).
Σε ό,τι αφορά τις εδαφοκλιματικές απαιτήσεις, η βιομηχανική κάνναβη χρειάζεται πλήρη ηλιοφάνεια και ανοιχτές θέσεις. Αντέχει σε υψηλές θερμοκρασίες και καύσωνες, αλλά όχι το κρύο, προτιμώντας θερμοκρασίες 14-27o C. Οι σπόροι φυτρώνουν καλύτερα όταν το έδαφος είναι σχετικά θερμό (καλύτερη θερμοκρασία 10o C). Οι απαιτήσεις σε νερό είναι περιορισμένες. Λόγω της αυξημένης παραγωγής βιομάζας, η κάνναβη είναι φυτό κατάλληλο για φυτοεξυγίανση ρυπασμένων με βαρέα μέταλλα εδαφών. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι εμποδίζεται η ανάπτυξη ζιζανίων και στην ουσία αποφεύγεται η ζιζανιοκτονία με σημαντικά οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη.
Εκείνο όμως που έχει καθοριστική αξία για τους παραγωγούς είναι η οικονομική σημασία της καλλιέργειας. Από την εμπειρία πολλών ευρωπαϊκών χωρών, η ίνα που παράγεται από την κάνναβη έχει ιδιαίτερα μεγάλη αξία λόγω του μεγάλου μήκους, της αντοχής της και της μεγάλης διάρκειάς της, ιδιότητες που την καθιστούν κατάλληλη για παρασκευή σχοινιών, διχτυών, καμβάδων κ.λπ. Επίσης, η ίνα της κλωστικής κάνναβης αποτελεί ιδιαίτερα καλής ποιότητας υλικό για παρασκευή ρούχων ή ειδικής ποιότητας χαρτιών. Τέλος, τα υπολείμματα από την παρασκευή της ίνας αποτελούν άριστο υλικό για ποικίλες βιομηχανικές κατασκευές. Το θέμα όμως για τη χώρα μας είναι η έλλειψη βιομηχανικής υποδομής για την επεξεργασία των προϊόντων της βιομηχανικής κάνναβης. Σημειώνεται ότι η υπάρχουσα τεχνική υποδομή της επεξεργασίας του βαμβακιού δεν είναι κατάλληλη ούτε προσαρμόσιμη για την επεξεργασία της βιομηχανικής κάνναβης. Ακόμα ένα πρόβλημα εντοπίζεται στην έλλειψη διαπιστευμένων εργαστηρίων για τον γρήγορο και ασφαλή έλεγχο της περιεκτικότητας του φυτού στις ψυχοδραστικές ουσίες.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα ιδιότητα ορισμένων ποικιλιών κάνναβης είναι η περιεκτικότητα των σπόρων σε έλαιο με ιδιαίτερη διαιτητική αξία, δεδομένου ότι περιέχει ακόρεστα λιπαρά οξέα, ιδιαίτερα λινολεϊκό, και σημαντικές ποσότητες βιταμίνης Ε, που είναι μια ισχυρή αντιοξειδωτική ουσία. Τέλος, το έλαιο της κάνναβης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για καλλυντική φροντίδα του δέρματος, ενώ το υπολειμματικό cake είναι πολύ θρεπτικό και χρησιμοποιείται για παρασκευή αλεύρων με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη. Ακόμη, το έλαιο της κάνναβης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο και εκτιμάται ότι μπορεί να καλλιεργηθεί με καλά αποτελέσματα στην Ευρώπη. Οι ποικιλίες αυτές φυτεύονται σε μικρότερες πυκνότητες από εκείνες που καλλιεργούνται για παραγωγή ίνας, οι σπόροι τους ωριμάζουν νωρίτερα και μοιάζουν περισσότερο με τις ποικιλίες που καλλιεργούνται για παραγωγή ναρκωτικών ουσιών.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι η κάνναβη είναι όντως μια καλλιέργεια με σημαντικό οικονομικό ενδιαφέρον. Λόγω όμως της έλλειψης δεδομένων στη χώρα μας, πρέπει, έστω και καθυστερημένα, με ευθύνη του ΥΠΑΑΤ και των υπηρεσιών/οργανισμών του να εκπονηθεί άμεσα μελέτη προσαρμοστικότητας της καλλιέργειας στις ελληνικές συνθήκες, μέσω της οποίας θα αποκτηθούν βασικές πληροφορίες ως προς την παραγωγικότητα, και οικονομικότητα, για να καταστεί δυνατή η διαμόρφωση μιας πολιτικής υποστήριξης του ΥΠΑΑΤ βασισμένη σε ασφαλή από επιστημονική πλευρά δεδομένα. Επίσης, στη μελέτη αυτή θα πρέπει να βασιστεί η δημιουργία ενός οδηγού της καλλιέργειας με βάση τις σύγχρονες πληροφορίες της βιβλιογραφίας και των αποτελεσμάτων της μελέτης που θα εκπονηθεί για την τεχνική της καλλιέργειας, τις απαιτήσεις, τις εφαρμοζόμενες καλλιεργητικές πρακτικές (λίπανση, άρδευση κ.λπ). Σε διαφορετική περίπτωση, οι κίνδυνοι αποτυχίας καθώς και πρόκλησης κοινωνικών και νομικών προβλημάτων είναι πολύ πιθανή.
Επιλεγμένη βιβλιογραφία
Amaducci, S., A. Zatta, F. Pelani, and G. Ventouri. 2008. Influence of Agronomic Factors on Yield and Quality of Hemp (Cannabis sativa L.) Fibre and Implication for Innovative Production System. 107:161-169.
Zanetti, F. A. Monti, and M.T. Bertsi. 2013. Challenges and Opportunities for New Industrial Oilseed Crops in EU-27: A Review. Industrial Crops and Products. 50:580-595.
* Ο Χρίστος Τσαντήλας είναι τακτικός ερευνητής, πρώην Διευθυντής του Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών του ΕΛΓΟ Δήμητρα (christotsadilas@gmail.com)