Την ώρα που ο «γόρδιος δεσμός» του Brexit φαίνεται πολύ δύσκολο να λυθεί χωρίς σοβαρές συνέπειες για όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές -κυρίως όμως για τη βρετανική-, αξίζει να δει κανείς το πώς έφτασε η κατάσταση στο συγκεκριμένο σημείο μέσα από κάποιες ημερομηνίες αλλά και σημαντικά γεγονότα στην πορεία της Βρετανίας από την είσοδο προς την έξοδο της ΕΕ,

Το δημοψήφισμα του 1975 και η θέση των Εργατικών για αποχώρηση από την ΕΟΚ

Την 1η Ιανουαρίου του 1973 το Ηνωμένο Βασίλειο εισέρχεται στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα με από απόφαση της τότε συντηρητικής κυβέρνησης του Έντουαρντ Χιθ. Το τότε αντιπολιτευόμενο Εργατικό Κόμμα, με αρχηγό τον Χάρολντ Ουίλσον, προσήλθε στις γενικές εκλογές του Οκτωβρίου του 1974, δεσμευόμενο την επαναδιαπραγμάτευση των όρων συμμετοχής της Βρετανίας στην ΕΟΚ και την διεξαγωγή δημοψηφίσματος περί της παραμονής της υπό νέους όρους.

Μετά τη νίκη του Εργατικού Κόμματος στις εκλογές, η κυβέρνηση Ουίλσον βάζει σε εφαρμογή τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, το οποίο ορίζεται για τις 5 Ιουνίου του 1975. Όλα τα μεγάλα πολιτικά κόμματα και ο τύπος εν γένει υποστήριξαν την παραμονή στην ΕΟΚ, ωστόσο υπήρξαν σχίσματα στο Εργατικό Κόμμα, τα στελέχη του οποίου είχαν ψηφίσει υπέρ της αποχώρησης, κατά το ημερήσιο συνέδριό του στις 26 Απριλίου 1975 (με αναλογία 2 υπέρ αποχώρησης, 1 υπέρ παραμονής). Από την στιγμή που το υπουργικό συμβούλιο ήταν χωρισμένο μεταξύ σκληρών φιλοευρωπαίων και αντιευρωπαίων, ο Χάρολντ Ουίλσον ανέστειλε τη συνταγματική υποχρέωση της Συλλογικής Ευθύνης του Υπουργικού Συμβουλίου και επέτρεψε στους υπουργούς του να στηρίξουν προεκλογικά όποια πλευρά ήθελαν. Συνολικά, επτά από τους είκοσι τρεις υπουργούς του υποστήριξαν την αποχώρηση.

Στο δημοψήφισμα οι Βρετανοί πολίτες ψηφίζουν υπέρ της παραμονής της Μεγάλης Βρετανίας στην ΕΟΚ με ποσοστό 67,2% έναντι 32,8% που τάχθηκε κατά.

Στις εκλογές του 1983 το (αντιπολιτευόμενο τότε) Εργατικό Κόμμα κάνει προεκλογική καμπάνια με επίκεντρο της δέσμευση πως θα βγάλει τη χώρα από την ΕΟΚ. Η συντριβή του όμως στις κάλπες από τη Μάργκαρετ Θάτσερ οδήγησε σε ριζική αλλαγή της θέσης επί του ζητήματος

Η άνοδος του UKIP και της ευρωσκεπτικιστικής πτέρυγας των Συντηρητικών

Μετά την μετεξέλιξη της ΕΟΚ σε ΕΕ σχηματίστηκε το 1994 από τον Σερ Τζέιμς Γκόλντσμιθ,  το «Κόμμα του Δημοψηφίσματος», με μία πλατφόρμα που υποσχόταν εκ νέου δημοψήφισμα για την παραμονή της χώρας στην ΕΕ. Είχε υποψηφίους σε 547 περιφέρειες και μέτρησε 810.860 ψήφους. Δεν κατάφερε να εκλέξει εκπρόσωπο στο Κοινοβούλιο σε 505 περιφέρειες, επειδή οι ψήφοι του ήταν διασκορπισμένες.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ιδρύεται και το ακροδεξιό Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου (UKIP), το οποίο έμελλε να πρωταγωνιστήσει στην πορεία προς το Brexit. Η δε άνοδός του ήταν ραγδαία τη δεκαετία του 2000, καθώς ήρθε τρίτο στις Ευρωεκλογές του 2004, δεύτερο σε αυτές του 2009, ενώ αναδείχτηκε πρώτο στις ευρωκάλπες του 2014.

Την ίδια στιγμή, οι ευρωσκεπτικιστές άρχισαν να κερδίζουν έδαφος και στο εσωτερικό των Συντηρητικών, καθώς σημαντικά στελέχη τους, όπως ο πρώην δήμαρχος Λονδίνου, Μπόρις Τζόνσον, έθεταν μετ’ επιτάσεως το ζήτημα της αποχώρησης της Μεγάλης Βρετανίας από την ΕΕ. Ο τότε ηγέτης του κόμματος και πρωθυπουργός, Ντέιβιντ Κάμερον, υπό την πίεση των ευρωσκεπτικιστών απορρίπτει με τις εισηγήσεις για δημοψήφισμα περί της παραμονής του ΗΒ στην ΕΕ, πρότεινε όμως ένα μελλοντικό, «για να διασφαλιστεί ότι η θέση της χώρας σε μία εξελισσόμενη ΕΕ τυγχάνει της πλήρους υποστήριξης του Βρετανικού λαού». Τον Ιανουάριο του 2013, ο Κάμερον ανακοίνωσε πως το Συντηρητικό Κόμμα θα διεξάγει ένα δημοψήφισμα (ναι-όχι) περί συμμετοχής στην ΕΕ με ανανεωμένο πακέτο όρων, μέχρι το τέλος του 2017, με την προϋπόθεση ότι θα επανεκλεγόταν στις εκλογές του 2015.

Στο συγκεκριμένο διάστημα όμως είχαμε τις πρώτες αποχωρήσεις ευρωσκεπτικιστών στελεχών του Συντηρητικού κόμματος προς το UKIP. Πιο συγκεκριμένα τον Οκτώβριο του 2014 ο Ντάγκλας Κράνσγουελ, ενώ λίγο καιρό αργότερα ο Μαρκ Ρέκλες προσχώρησαν στο UKIP, το οποίο στις εκλογές του 2015 ήρθε τρίτο, κερδίζοντας όμως μόλις μια έδρα εξαιτίας του εκλογικού συστήματος στη Βρετανία,

Το δημοψήφισμα, η ακραία πόλωση και η δολοφονία της Τζο Κοξ

Λίγο καιρό μετά τη νίκη των Συντηρητικών στις εκλογές του 2015, ο Ντέιβιντ Κάμερον έφερε το Νομοσχέδιο Δημοψηφίσματος περί της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2015-2016 προς συζήτηση στο κοινοβούλιο. Παράλληλα ξεκίνησε μια διαπραγμάτευση με την ηγεσία της ΕΕ για ευνοϊκότερους όρους συμμετοχής της Βρετανίας στην Ένωση. Η διαπραγμάτευση αυτή τέλειωσε το βράδυ της 19ης Φεβρουαρίου 2016 και την επόμενη μέρα ανακοινώθηκε η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος για τις 23 Ιουνίου.

Το αναθεωρημένο καθεστώς συμμετοχής της Βρετανίας στην ΕΕ θα ίσχυε στην περίπτωση που οι Βρετανοί υπερψήφιζαν την παραμονή στο δημοψήφισμα. Τα κύρια σημεία του νέου αυτού καθεστώτος ήταν τέσσερα:

  • Αλλαγή Συνθήκης: η Βρετανία εξαιρείται από τη δέσμευση για συμμετοχή της σε πιο στενή ολοκλήρωση της Ένωσης. Επίσης, τα οικονομικά και χρηματοπιστωτικά προβλήματα της Ευρωζώνης θα επιλύονται με πιο δίκαιο τρόπο σε ότι αφορά τα βάρη χωρών που δεν ανήκουν στην ΟΝΕ. Έτσι, η Βρετανία θα εξαιρείται από τη συμμετοχή στα προγράμματα στήριξης προβληματικών οικονομιών της Ευρωζώνης. Παράλληλα, αναγνωρίζονται και τα εθνικά νομίσματα, πέραν του ευρώ, ως επίσημα νομίσματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
  • Πιο ευνοϊκοί όροι ανταγωνισμού στο τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό πεδίο, ενώ η Βρετανία θα έχει μεγαλύτερη ανεξαρτησία στην επόπτευση του χρηματοπιστωτικού της τομέα.
  • Η Βρετανία δεν θα υποχρεούται να καταβάλλει επιδόματα πρόνοιας σε νεοαφιχθέντες Ευρωπαίους πολίτες στη χώρα για τα πρώτα τέσσερα χρόνια της διαβίωσής τους στο Ηνωμένο Βασίλειο.
  • Σύσταση πανευρωπαϊκού συστήματος ρύθμισης της καταβολής επιδομάτων τέκνου/ων σε γονείς με παιδιά που ζουν σε διαφορετικές χώρες.

Μετά την ανακοίνωση της ημερομηνίας του δημοψηφίσματος ξεκινάει μια προεκλογική καμπάνια με έντονες αντιπαραθέσεις μεταξύ των δύο πλευρών, με τα περισσότερα μεγάλα κόμματα (Συντηρητικοί, Εργατικοί, Φιλελεύθεροι) να κάνουν καμπάνια υπέρ της παραμονής στην ΕΕ. Παρ’ όλα αυτά, σημαίνοντα στελέχη τόσο του κυβερνώντος κόμματος (μεταξύ των οποίων οι υπουργοί Δικαιοσύνης, Μάικλ Γκόουβ, κι Εργασίας, Ίαν Ντάνκαν Σμιθ) αλλά και των Εργατικών ανακοίνωσαν ότι θα κάνουν καμπάνια υπέρ του Brexit, το οποίο επίσης στήριξαν το UKIP με τον τότε ηγέτη του, ευρωβουλευτή Μάικλ Φάρατζ αλλά και μικρότερα κόμματα.

Η προεκλογική περίοδος στιγματίζεται από την δολοφονία της βουλευτού του Εργατικού Κόμματος Τζο Κοξ, στις 16 Ιουνίου, ακριβώς μια εβδομάδα πριν να στηθούν οι κάλπες. Κατηγορούμενος είναι ο Τόμας Μέιρ, 52 ετών, ο οποίος φέρεται να φώναξε πριν το συμβάν «Britain First» («Πρώτα η Βρετανία»). Στο επεισόδιο τραυματίστηκε άλλος ένας άνδρας. Όταν ζητήθηκε από τον ύποπτο που συνελήφθη, να πει το όνομά του στο δικαστήριο, εκείνος απάντησε «Θάνατος στους προδότες, ελευθερία για τη Βρετανία». Εκτός άλλων επιδράσεων που μπορεί να είχε η δολοφονία, είχε ως αποτέλεσμα την αναστολή της προεκλογικής καμπάνιας για τρεις ημέρες.

Από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στο σημερινό αδιέξοδο

Στις 23 Ιουνίου του 2016 πραγματοποιήθηκε το δημοψήφισμα για την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, με τους Βρετανούς να ψηφίζουν υπέρ του Brexit με ποσοστό 52%, έναντι 48%.Το αποτέλεσμα έφερε την παραίτηση του τότε πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον —την επόμενη κιόλας ημέρα — ο οποίος και ζήτησε τη διενέργεια του δημοψηφίσματος και ηγήθηκε της εκστρατείας υπέρ της παραμονής στην ΕΕ.

Στις 13 Ιουλίου του ίδιου έτους, η Τερέζα Μέι, η οποία είχε υποστηρίξει την παραμονή της χώρας στην Ένωση, ανέλαβε πρωθυπουργός. Στις 17 Ιανουαρίου του 2017, η Μέι αποκάλυψε σε ομιλία της τη στρατηγική που θα ακολουθηθεί για τη δρομολόγηγη του Brexit. Τότε, προειδοποιούσε ότι προτίθεται να εγκαταλείψει τις διαπραγματεύσεις με την ΕΕ, λέγοντας: «Η καθόλου συμφωνία είναι καλύτερη από μια κακή συμφωνία για τη Βρετανία.

Στις 13 Μαρτίου του 2017 το βρετανικό κοινοβούλιο έδωσε την έγκρισή του σε ένα νομοσχέδιο που έδινε στη Μέι την εξουσιοδότηση να ενεργοποιήσει το Άρθρο 50 για τη διαδικασία της αποχώρησης από την ΕΕ.  Με επιστολή στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, στις 29 Μαρτίου, ανακοινώθηκε επισήμως η πρόθεση της Βρετανίας να αποχωρήσει από την ΕΕ.  Ημερομηνία εξόδου ορίστηκε η 29η Μαρτίου του 2019.

Στις 8 Ιουνίου του 2017, η Μέι προκήρυξε πρόωρες εκλογές, το κόμμα των Συντηρητικών έχασε την πλειοψηφία στη βουλή και αναγκάστηκε να συνάψει συμφωνία με το Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα της Βόρεια Ιρλανδίας (DUP). Στις 8 Δεκεμβρίου του 2017 η Βρετανία και η ΕΕ έφτασαν σε μία πρώτη συμφωνία για το Brexit πάνω στα βασικά ζητήματα.

Στις 13 Νοεμβρίου του 2018 το γραφείο της Μέι ανακοίνωσε ότι Λονδίνο και Βρυξέλλες κατέληξαν σε ένα σχέδιο συμφωνίας για το Brexit, έπειτα από επανειλημμένες δύσκολες συνομιλίες των δύο πλευρών. Στις 14 Νοεμβρίου η κυβέρνηση της Μέι στήριξε τη συμφωνία, ενώ στις 25 Νοεμβρίου το σχέδιο έλαβε και την έγκριση των ηγετών της ΕΕ.

Στις 12 Δεκεμβρίου, το κόμμα των Συντηρητικών ανακοίνωσε ότι μερίδα βουλευτών που διαφωνούν με τους χειρισμούς της Μέι, κατέθεσαν πρόταση μομφής κατά της Βρετανίδας πρωθυπουργού, η οποία τελικά απορρίπτεται με 200 ψήφους υπέρ της, έναντι 117 κατά.

Μετά από αλλεπάλληλες αναβολές η συμφωνία για το Brexit έρχεται  στις 15 Ιανουαρίου του 2019 στο Βρετανικό Κοινοβούλιο. Σε αυτή η Τερέζα Μέι υφίσταται πανωλεθρία, καθώς  μόλις 202 βουλευτές ψήφισαν υπέρ της συμφωνίας, ενώ 432 την καταψήφισαν. Μια μέρα αργότερα ο ηγέτης των Εργατικών, Τζέρεμι Κόρμπιν, καταθέτει πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης Μέι, η οποία απορρίπτεται με ψήφους 306 υπέρ έναντι 325 κατά.

Η Βρετανίδα πρωθυπουργός δηλώνει πως θα επιχειρήσει να επαναδιαπραγματευτεί τη συμφωνία και ιδιαίτερα το επίμαχο σημείο που αφορά το backstop στα σύνορα με την Ιρλανδία. Οι ευρωπαϊκή ηγεσία από τη μεριά της παρότι δε φαίνεται ιδιαίτερα δεκτική σε νέα διαπραγμάτευση, προχωράει σε συζήσεις με την Τερέζα Μέι, οι οποίες καταλήγουν σε συμφωνία της τελευταίας στιγμής για νομικές δεσμεύσεις για το ζήτημα, η οποία ανακοινώνεται στις 11 Μαρτίου. Στο ίδιο διάστημα το Βρετανικό κοινοβούλιο έχει ψηφίσει διατάξεις, που να αποκλείουν το Brexit χωρίς συμφωνία.

Από τα παρπάνω πάντως φάνηκε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα με την Τερέζα Μέι να υφίσταται νέα ήττα στις 12 Μαρτίου, καθώς η νέα εκδοχή της συμφωνίας της απορρίπτεται και πάλι με συντριπτική πλειοψηφία, αφού μόλις  242 βουλευτές ψήφισαν υπέρ της, ενώ 391 την καταψήφισαν, με το αδιέξοδο να είναι πλέον  ante portas.

Το καθοριστικό 48ωρο

Η νέα αυτή ήττα της Μέι εντείνει τα σενάρια για το τι θα ακολουθήσει στις ψηφοφορίες των δύο επόμενων ημερών, αλλά και αργότερα, για το μέλλον της ίδιας ως επικεφαλής της κυβέρνησης.

Η Τερέζα Μέι προειδοποίησε αργά το βράδυ της Τρίτης ότι δεν θα είναι απλό το να παραταθούν οι διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες για το διαζύγιο του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ευρωπαϊκή Ένωση, μετά την ήττα της στη δεύτερη κρίσιμη ψηφοφορία στη Βουλή των Κοινοτήτων επί της συμφωνίας που έκλεισε για το Brexit.

Μετά τη νέα βαριά ήττα της, η Μέι δήλωσε ενώπιον των κοινοβουλευτικών ότι θα διεξαχθεί νέα ψηφοφορία, με αντικείμενο το εάν το ΗΒ θα αποχωρήσει από την ΕΕ χωρίς συμφωνία, σήμερα Τετάρτη.

Εάν η Βουλή των Κοινοτήτων απορρίψει κι αυτή την πρόταση, θα διεξαχθεί τρίτη ψηφοφορία την Πέμπτη για το ενδεχόμενο να ζητηθεί η παράταση της διαπραγμάτευσης.

Tο επόμενο 48ωρο οι βουλευτές μπορούν να καταθέσουν τις προτάσεις τους για το είδος της καθυστέρησης του Brexit, την χρονική διάρκεια, τους όρους, ακόμη και για το εάν θα δώσουν στους Βρετανούς ένα ακόμη δημοψήφισμα.

Η συμφωνία της μπορεί να κρίθηκε «νεκρή», αλλά ίσως η Τερέζα Μέι δεν έχει πει τον τελευταίο λόγο. Στελέχη της κυβέρνησης και μέλη του υπουργικού συμβουλίου δεν αποκλείουν η Μέι να φέρει τη συμφωνία της και πάλι πίσω στη Βουλή για μία τρίτη ψηφοφορία, εκτιμώντας ότι οι «αντάρτες» βουλευτές του κόμματος, υποστηρικτές του Brexit, θα μπορούσαν να τη στηρίξουν, μόλις αποκλειστεί η έξοδος χωρίς συμφωνία ως επιλογή (από την αυριανή ψηφοφορία).

Πάντως, ήδη έχουν ξεκινήσει οι συνεργασίες για την κατάθεση τροπολογιών. Το σχέδιο Malthouse επανέρχεται ανανεωμένο (Malthouse compromise plan B) με μία τροπολογία που υποστηρίζουν οι ευρωσκεπτικιστές Τόρις (μεταξύ των οποίων οι Τζέικομπ Ρις Μογκ και Στίβ Μπέικερ), φιλοευρωπαϊστές Τόρις, και ο Νάιτζελ Ντοτζ του DUP. Το σχέδιο προβλέπει καθυστέρηση του Brexit μέχρι τις 22 Μαϊου και μετά αποχώρηση χωρίς συμφωνία.