iloveithaki.gr / mar 22nd 2019
δδ μανιάς
τα θυμάμαι μικρά, χαρούμενα γελαστά ευπροσήγορα, καλοσυνάτα.
πως στο διάολο καταλήξαν όλο μίσος για τους συνανθρώπους τους, πως έγιναν χρησαυγήτες;
γιατί δεν γινόταν το δικό τους λέει; μα τι απαίτηση είναι αυτή; καβάλησαν καλάμι ότι είναι κάτι καλύτερο απο τους άλλους; είναι δυνατόν να πιστεύουν κάτι τέτοιο;
δεν ξέρω κάτι ράγισε μέσα τους, μα ο κόσμος δεν τους φταίει σε τίποτα, δεν μπορούν να εμποδίζουν ή να ελέγχουν ζωές άλλων.
και τώρα εθνικιστές και φασίστες είναι μέσα σε συνδυασμούς τοπικών ψηφοδελτίων και ζητούν την ψήφο του κοσμάκη
να τους ψηφίζουν ομοϊδεάτες τους το καταλαβαίνω, να τους ψηφίζει το ληστρικό βαθυ πασοκ που έγινε κατεστημένο μέσα σε μικρές και μεγάλες ελληνικές κοινωνίες το καταλαβαίνω, να τους ψηφίζουν ακροδεξιοί και νεοφιλελεύθεροι το καταλαβαίνω, να τους ψηφίζουν όμως δημοκρατικοί ή αριστεροί δεν το καταλαβαίνω με τίποτα.
οι χρησαυγήτες είναι χολέρα, αρρώστια για μια υγιή κοινωνία, ο φασισμός δεν ταιριάζει στο θιάκι “ που λούζεται στο ήλιο και τ αγέρι”.
ο φασισμός δεν ταιριάζει στο θιάκι αλλά μόνο η ζωή, το γέλιο, η χαρά, η αγάπη.
ο φασισμός ταιριάζει μόνο σε στρυφνούς, διεφθαρμένους αμόρφωτους παπάδες και άλλα αρπαχτικά που χτυπούν καμπάνες
φιλάκια
Τις κρύες γυναίκες που με χαϊδεύουν,
τους ψευτοφίλους που με κολακεύουν,
που απ’ τους άλλους θεν παλικαριά
κι οι ίδιοι όλο λερώνουν τα βρακιά,
σ’ αυτήν την πόλη που στα δυο έχει σκιστεί,
τους έχω βαρεθεί.
Και πέστε μου αξίζει μια πεντάρα,
των γραφειοκρατών η φάρα,
στήνει με ζήλο περισσό,
στο σβέρκο του λαού χορό,
στης ιστορίας τον χοντρό το κινητή,
την έχω βαρεθεί.
Και τι θα χάναμε χωρίς αυτούς όλους,
τους Ευρωπαίους, τους προφεσόρους,
που καλύτερα θα ξέρανε πολλά,
αν δε γεμίζαν ολοένα την κοιλιά,
υπαλληλίσκοι φοβητσιάρηδες, δούλοι παχιοί,
τους έχω βαρεθεί.
Κι οι δάσκαλοι της νεολαίας νταντάδες,
κόβουν στα μέτρα τους τους μαθητάδες,
κάθε σημαίας πλαισιώνουν τους ιστούς,
με ιδεώδεις υποτακτικούς,
που είναι στο μυαλό νωθροί,
μα υπακοή έχουν περισσή,
τους έχω βαρεθεί.
Κι ο παροιμιώδης μέσος ανθρωπάκος,
κέρδος ποτέ μα από παθήματα χορτάτος,
που συνηθίζει στην κάθε βρωμιά,
αρκεί να έχει γεμάτο τον ντορβά
κι επαναστάσεις στ’ όνειρά του αναζητεί,
τον έχω βαρεθεί.
Κι οι ποιητές με χέρι υγρό,
υμνούνε της πατρίδας τον χαμό,
κάνουν με θέρμη τα στοιχειά στιχάκια,
με τους σοφούς του κράτους τα ‘χουνε πλακάκια,
σαν χέλια γλοιώδικα έχουν πουληθεί,
τους έχω βαρεθεί.
Κι οι ποιητές με χέρι υγρό,
υμνούνε της πατρίδας τον χαμό,
κάνουν με θέρμη τα στοιχειά στιχάκια,
με τους σοφούς του κράτους τα ‘χουνε πλακάκια,
σαν χέλια γλοιώδικα έχουν πουληθεί,
τους έχω βαρεθεί.
Σαν χέλια γλοιώδικα έχουν πουληθεί,
τους έχω σιχαθεί.