Βιασύνη και ό,τι προλάβεις, κυρίως φωτογραφίες. Τώρα πια με την ευκολία κινητού και τάμπλετ, σ’ αυτές τις φωτογραφήσεις «μιας χρήσης», μόνο για τη φωτογράφηση, που σπάνια καταχωρούνται στο αρχείο μνήμης. Ενώ περιηγητής θα πει: όλος ο χρόνος δικός μου, να κάνω ό,τι μου γουστάρει, ακόμα και να γράψω το περιηγητικό βιβλιαράκι μου για τους Αγίους Τόπους, την Εγγύς ή την Απω Ανατολή του Μεσαίωνα, την Αθήνα της Τουρκοκρατίας ή το Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια στην Ανατολική Ακτή του δυτικού Ατλαντικού…
Απειρες οι διαφορές μεταξύ τουρίστα και περιηγητή. Αλλά μία θεωρώ βασική, επειδή πιστεύω πως είναι θεμελιώδης: Τον τουρίστα τον πιάνει από το χέρι ο ξεναγός, είτε ο φίλος ή συγγενής που γνωρίζει το μέρος, και του δείχνει ό,τι και όσα ο ίδιος θεωρεί ενδιαφέροντα να (του) μάθει.
Αντιθέτως, ο περιηγητής, μετά από μια πρώτη, κατατοπιστική ενημέρωση και πληροφόρηση, αρχίζει ο ίδιος να ρωτάει και να ψάχνει για να μάθει αυτά που τον ενδιαφέρουν, αφήνοντας συγχρόνως τον εαυτό του ελεύθερο σε γνώσεις που όχι μόνο δεν είχε, αλλά ούτε καν υποψιαζόταν. Με δυο λόγια, ο τουρίστας είναι παθητικός «καταναλωτής» ενός τόπου που επισκέπτεται πρώτη φορά, ενώ ο περιηγητής είναι ενεργητικός.
Εν κατακλείδι, θα ήμουν, πιστεύω, καλός περιηγητής της Ανατολικής Ακτής (του East Coast), όπου βρίσκομαι, εδώ και μέρες, φιλοξενούμενος, αν είχα το κλειδί να επικοινωνήσω όσο και όπως θα ήθελα –αν δηλαδή τα αγγλικά μου δεν ήταν… στοιχειωδώς ανεπαρκή. Γι’ αυτή την ανεπάρκεια θα γράψω αύριο…