Πέρασαν ήδη εξίμισι χρόνια από τότε που βγήκε στα περίπτερα η «Εφημερίδα των Συντακτών», μια εκδοτική πρόταση που μέχρι και σήμερα προκαλεί θαυμασμό, αλλά και φθόνο στους άσπονδους φίλους και ανταγωνιστές της.
Η ελευθερία που απολαμβάνουμε όλοι οι δημοσιογράφοι σ’ αυτήν είναι κάτι που μόνο εάν το ζήσεις μπορείς να το αντιληφθείς, καθώς στη συντριπτική πλειονότητά τους τα ιδιωτικά-επιχειρηματικά ΜΜΕ υπόκεινται σε όλους τους καταναγκασμούς που επιβάλλει η «αγορά».
Σ’ αυτά τα χρόνια έχω κάνει περισσότερες από 350 συνεντεύξεις με τους πλέον επιφανείς στοχαστές του κόσμου, μερικές από τις οποίες κυκλοφόρησαν το 2014 στο βιβλίο μου «Πρόσωπα της απομάγευσης» (εκδόσεις Οκτώ).
Η επαφή με τους ανθρώπους αυτούς μου έδειξε καθαρά τη σημερινή σχιζοφρενική διχοτομία στην πολιτική μεταξύ θεωρίας και πράξης, ιδανικού και πραγματικού, ουτοπίας και πραγματικότητας. Φυσικά μια τέτοια απόσταση υπήρχε πάντα, καθώς είναι άλλο η ιδεατή μορφή επίλυσης ενός προβλήματος και άλλο η πρακτική του αντιμετώπιση. Ωστόσο, η σημερινή αλλοτριωμένη μορφή άσκησης της πολιτικής έχει φτάσει σε ασύλληπτα ύψη, καθώς έχει αποκοπεί εντελώς από τις θεωρητικές της βάσεις. Σε σημείο που οι περισσότεροι πολιτικοί να θεωρούν τους διανοούμενους «γραφικούς τύπους» –όπως έγινε με την περίπτωση του Σερζ Λατούς– και άλλοι απλώς να τους αντιμετωπίζουν με συγκατάβαση, του τύπου «ωραία η θεωρία, αλλά στην πράξη…».
Σήμερα στην πολιτική επικρατεί αυτό που θα ονόμαζα «τεχνοκρατικό ιμπρεσιονισμό» και ο οποίος συνίσταται σε έναν αέναο αυτοσχεδιασμό των μέσων που χρησιμοποιεί η πολιτική, έτσι ώστε –με βάση τις εντυπώσεις μας– να επιτυγχάνονται οι προκαθορισμένοι σκοποί. Μια ατέλειωτη σειρά «μεταρρυθμίσεων» και «παρεμβάσεων» στο πλαίσιο του κυρίαρχου νεοφιλελευθερισμού: μνημόνια, τρόικες, θεσμοί, ταμεία, ESM, EFSM, Eurogroup και άλλα, ων ουκ έστιν αριθμός.
Οι θεωρητικές αναλύσεις στην πολιτική αναδείκνυαν πάντα την ενδεχομενικότητα των εξελίξεων και τη βεντάλια των δυνατοτήτων που ανοίγονται μπροστά μας σε κάθε ιστορική φάση. Καθήκον των πολιτικών ηγεσιών είναι να μελετούν, να συγκρίνουν και ν’ αποφασίζουν ποιον δρόμο θα ακολουθήσει η εκάστοτε κοινωνία. Σήμερα οι περισσότεροι πολιτικοί έχουν εγκαταλείψει εντελώς τη θεωρία, σε κάθε της μορφή, και προσπαθούν να ελιχθούν στο σημείο μηδέν που τους αφήνουν ελεύθερο οι «αγορές». Γι’ αυτό και βλέπουμε πολιτικούς τενεκέδες (κύμβαλα αλαλάζοντα), είτε με λόγο απολύτως ξύλινο και προβλέψιμο, σε βαθμό που αναρωτιέσαι εάν ήδη τα ρομπότ αντικατέστησαν τον άνθρωπο, είτε λόγο ασυνάρτητο και ανορθολογικό, επηρεασμένο από την κουλτούρα των fake news και της μετα-αλήθειας.
Στη δημοκρατική Πόλιν η Πολιτική, η Θεωρία και η Πράξις αποτελούσαν ένα συνεκτικό Ολον, το οποίο περιελάμβανε τόσο το δέον γενέσθαι όσο και τη διαχείριση της καθημερινότητας με τη συμμετοχή των πολιτών.
Στις μέρες μας οι πολιτικοί βαφτίζουν τη διαχείριση «θεωρία» και απαιτούν από τους πολίτες-υπηκόους να εκτελούν τις αποφάσεις τους, αναπαράγοντας όλους τους διχασμούς και όλη την αλλοτρίωση στην πολιτική. Η θεωρία, η επιστήμη και τελικά η γνώση είναι οι οδηγοί μας στη συλλογική και ατομική περιπέτεια με στόχο το ευ ζην. Η τεχνοκρατία, ο ιμπρεσιονισμός, οι αυτοσχεδιασμοί και πολύ περισσότερο η ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα μόνο μ’ αυτά οδηγούν στη θεωρητική φτώχεια, τη ρουτίνα και την παραίτηση. Στη συνέχεια, η απόσταση μέχρι την ανάθεση στους κάθε είδους «σωτήρες» και «φίρερ» γίνεται όλο και μικρότερη.