Οι εξελίξεις στη Βενεζουέλα απασχολούν τη διεθνή κοινή γνώμη τα τελευταία περίπου είκοσι χρόνια, από τότε που ο Τσάβες εξελέγη πρόεδρος το 1999. Οι απόψεις στοιχίζονται ανάλογα με την ιδεολογία και τα συμφέροντα: οι αριστεροί θεωρούν καθήκον τους να υποστηρίζουν το καθεστώς, οι δεξιοί να το ελεεινολογούν, ομοίως και διάφοροι φιλελεύθεροι.
Στην Ελλάδα των τελευταίων ηγούνται ανανήψαντες πρώην αριστεροί. Οι απόψεις που διατυπώνονται ένθεν και ένθεν είναι τουλάχιστον ρηχές. Πολλές φορές είναι αυτόχρημα γελοίες. Το βέβαιο είναι ότι ουδείς εξ αυτών ενδιαφέρεται να μάθει τις ρίζες του προβλήματος την πραγματική κατάσταση και τις αντιφάσεις της.
Μια πρώτη αλλά σημαντική παρατήρηση είναι ότι ο Τσάβες και το κόμμα που ίδρυσε (Ενωμένο Σοσιαλιστικό Κόμμα Βενεζουέλας – PSUV) εντάσσονται στην ευρεία οικογένεια του Λατινοαμερικανικού Λαϊκισμού, «ο οποίος είναι βαθιά ριζωμένος στην ιστορία και τις παραδόσεις του ημισφαιρίου» (Jorge Castaneda, «Utopia unarmed: The Latin American Left after the Cold War», 1994).
Κοινά χαρακτηριστικά όλων αυτών των κινημάτων και καθεστώτων είναι ο αριστερότροπος προσανατολισμός τους, η εθνική βεβαίωση και ο κρατικός παρεμβατισμός ως εργαλείο οικονομικής και κοινωνικής ανάδειξης.
Ως τέτοια έχουν παίξει κεντρικό ρόλο στην οικοδόμηση των εθνών-κρατών τους. Ομως, από την άλλη μεριά, ο κρατικός αυταρχισμός και η κακή τους σχέση με τη δημοσιονομική πολιτική και την επαγγελματική διοίκηση τα έχει οδηγήσει τις περισσότερες φορές σε αδιέξοδα μεγάλα, όπως συμβαίνει τώρα στη Βενεζουέλα.
Η Βενεζουέλα, από τότε που ανακαλύφθηκε ότι διαθέτει τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου, σταδιακά διαιρέθηκε σε δύο μεγάλες κοινωνικές κατηγορίες: σε εκείνες τις τάξεις και στρώματα (βιομηχανίες, ανώτερα μεσοστρώματα, εργατική αριστοκρατία του πετρελαϊκού τομέα) που εμπλέκονταν και επωφελούνταν από την εκμετάλλευση του πετρελαίου και σε εκείνες που είχαν εξοστρακιστεί από το «μεγάλο φαγοπότι» (φτωχό προλεταριάτο, αγρότες, μικροεπαγγελματίες).
Αυτή η διαίρεση είχε και έχει πάρει και γεωγραφικά χαρακτηριστικά: στη δυτική πλευρά της χώρας κατοικούν κατά κύριο λόγο οι επωφελούμενοι από την πετρελαϊκή βιομηχανία και στην ανατολική εκείνοι που κυρίως έχουν αποκλεισθεί. Αυτή η κοινωνική διχοτομία είχε και έχει αντίστοιχες ιστορικές πολιτικο-ιδεολογικές συμπεριφορές. Η δυτική πλευρά είναι το φρούριο των συντηρητικών πολιτικών δυνάμεων και η ανατολική των προοδευτικών.
Οταν ο Τσάβες το 1999 εξελέγη με άνετη πλειοψηφία για πρώτη φορά πρόεδρος της χώρας είχε ένα μετριοπαθές οικονομικο-κοινωνικό πρόγραμμα, στόχος του οποίου ήταν η βελτίωση του επιπέδου ζωής των φτωχών τάξεων.
Πράγματι, ξεκίνησε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα πολιτικών στα πεδία της υγείας της παιδείας της κοινωνικής ασφάλισης και της εργασίας. Σημείο καμπής της στροφής του προς τη ριζοσπαστικοποίηση ήταν το αποτυχημένο εις βάρος του στρατιωτικό πραξικόπημα το 2002. Ομως αυτός και οι συνεργάτες του παρέβλεψαν μερικούς εξαιρετικά σοβαρούς παράγοντες:
Πρώτον, ότι η οικονομία της Βενεζουέλας είναι ραντιέρικη και βασίζεται στις τιμές του αργού πετρελαίου. Τα πρώτα χρόνια μέχρι το 2014 η διακυβέρνηση του ευνοήθηκε από τις εξαιρετικά υψηλές τιμές (το 2008 το βαρέλι αργού είχε 147 δολάρια).
Το 2014, για να ήταν ισοσκελισμένος ο προϋπολογισμός της χώρας, η τιμή του αργού δεν έπρεπε να είναι κάτω από 110 δολ. το βαρέλι. Δυστυχώς όμως έπεσε την ίδια χρονιά στα 47 δολ. το βαρέλι (πηγή: IMF, APICORP, UBS). Σήμερα η τιμή του κυμαίνεται στα 65 δολάρια.
Δεύτερον, μειώθηκε δραστικά η παραγωγικότητα του πετρελαϊκού τομέα. Το 1998 η παραγωγή έφτανε τα 3,4 εκατ. βαρέλια την ημέρα.
Σήμερα είναι λιγότερο από τη μισή. Αυτό συνέβη επειδή, αφενός, έγινε κακή διαχείριση στη Δημόσια Επιχείρηση Πετρελαίου (PDVSA) και, αφετέρου, δεν έγιναν εξαιρετικά απαραίτητες επενδύσεις εκσυγχρονισμού οι οποίες θα αριστοποιούσαν την παραγωγή. Τώρα αντιμετωπίζει και σοβαρά προβλήματα διάθεσης του προϊόντος.
Τρίτον, η όλη διοίκηση μεταρρυθμίσεων, αλλαγών, εθνικοποιήσεων κ.λπ. έγινε άναρχα χωρίς στρατηγική και διοικητική επάρκεια. Μεγάλη η σπατάλη πολύτιμων πόρων. Υπολογίζεται ότι αν τις καλές εποχές των τιμών του πετρελαίου είχαν κάνει παράλληλα με την κοινωνική πολιτική και μια σωστή πολιτική αποταμίευσης, θα είχαν ρευστότητα τουλάχιστον 230 δισ. δολαρίων.
Με τον θάνατο του Τσάβες (2013) εξέλιπαν οι δύο βασικότεροι παράγοντες στήριξης του λεγόμενου τσαβισμού: το χάρισμά του και τα χρήματα.
Από την άλλη μεριά, το σύνολο σχεδόν της αντιπολίτευσης αποτελείται από ανίκανους διεφθαρμένους πολιτικούς άμεσα συνδεδεμένους με την ολιγαρχία της χώρας. Το παιδί που έχει αυτοανακηρυχθεί «πρόεδρος» της χώρας είναι απλό υποχείριο των Αμερικανών.
Τα σχέδια για την επόμενη μέρα ετοιμάζονται στο Κέντρο για τη Διεθνή Ανάπτυξη στο Χάρβαρντ υπό τον συντονισμό του καθηγητή Ρικάρντο Χάουζμαν, ο οποίος είναι και σύμβουλος του αυτοανακηρυχθέντος «προέδρου» της Βενεζουέλας Χουάν Γουαϊδό.
Σε συνέντευξη του στο Bloomberg ο καθηγητής δήλωσε ότι στόχος του προγράμματος είναι να φέρει τη «Βενεζουέλα πίσω στον παλιό καλό καιρό…».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Βενεζουέλα σήμερα είναι μια κοινωνία εξαιρετικά πολωμένη σε βαθιά ανθρωπιστική κρίση. Η μοναδική δυνατότητα αποφυγής του εμφύλιου πολέμου είναι η συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων, η αναγνώριση εκ μέρους του Μαδούρο της εκλεγμένης Εθνοσυνέλευσης, η απελευθέρωση των πολιτικών κρατούμενων και η διεξαγωγή εκλογών.
*πολιτικός επιστήμονας