Υπάρχουν δύο δεδομένα στην εξάπλωση των ιδεών της Ακροδεξιάς στα οποία δεν έχουμε εστιάσει όσο πρέπει και ενδεχομένως να χρειάζεται να ρίξουμε περισσότερο φως, καθώς η καθημερινότητα τα επιβεβαιώνει συνεχώς. Ποια είναι αυτά; Πρώτον, το ότι η Ακροδεξιά αντιγράφει συστηματικά πολλές από τις παραδοσιακές πρακτικές της Αριστεράς, τις οποίες η τελευταία έχει πλέον εγκαταλείψει. Δεύτερον, η ιδιόμορφη χρήση του διαδικτύου με τρόπο ώστε οι ακροδεξιοί να βρίσκονται στον αφρό της επικαιρότητας.
Σήμερα τα κόμματα και οι ομάδες της Ακροδεξιάς υιοθετούν τον πόλεμο για την κατάκτηση της ιδεολογικής «ηγεμονίας», όρο δανεισμένο από τον Ιταλό κομμουνιστή θεωρητικό Αντόνιο Γκράμσι. Παράλληλα υιοθετούν έναν ρητορικό αντι-ιμπεριαλισμό, ανάμικτο με θεωρίες συνωμοσίας και επιχειρούν να εμφανιστούν σαν η μοναδική αντισυστημική δύναμη. Ορισμένοι δε απ’ αυτούς προβάλλουν έναν ιδιότυπο περιβαλλοντισμό και επιδίδονται σε ακτιβιστικές δράσεις που κάποτε χαρακτήριζαν τους Πράσινους. Κάποιοι μάλιστα αυτοπαρουσιάζονται και ως οι «νέοι 68άρηδες», δηλαδή σαν αυτοί που κληρονόμησαν το πνεύμα του 1968.
Οι πρακτικές αυτές βέβαια έχουν ξεκινήσει από τη δεκαετία του 1970, με τη λεγόμενη Νέα Δεξιά, αλλά βλέπουμε ότι σήμερα η τακτική αυτή λεηλασίας των πρακτικών και της ορολογίας της Αριστεράς σε πολλές περιπτώσεις έχει αποτέλεσμα. Με δεδομένο βέβαια ότι η ίδια η Αριστερά έχει πλέον μετατοπιστεί στον χώρο της Σοσιαλδημοκρατίας ή έχει εκφυλιστεί σε μια (νεο)φιλελεύθερη Αριστερά.
Οσον αφορά το δεύτερο δεδομένο, φαίνεται ότι η Ακροδεξιά βρίσκει στην ψηφιακή τεχνολογία το πιο ισχυρό και αποτελεσματικό όπλο της. Το facebook, το twitter και το youtube αποδεικνύονται ίσως το ίδιο σημαντικά για την εξάπλωση της Ακροδεξιάς με τις γεωπολιτικές αλλαγές των τελευταίων δεκαετιών. Παρέχουν στις εξτρεμιστικές ομάδες, αλλά και στους ακροδεξιούς «μοναχικούς λύκους», τα μέσα για να τεθούν στο επίκεντρο του «θεάματος». Οπως λέει η Ιταλίδα πολιτική επιστήμονας, Κάθριν Φιέσι, «ο ακροδεξιός λαϊκισμός θα ευημερήσει στο καθεστώς του ψηφιακού καπιταλισμού».
Η συνταγή είναι απλή και οι μηχανισμοί που τραβούν την προσοχή συγκεκριμένοι: σπάμε τα ταμπού και προκαλούμε συνειδητά για να φέρουμε τους προβολείς επάνω μας. Καταγγέλλουμε «τα ΜΜΕ που ψεύδονται» και οργανώνουμε θεάματα, τα οποία μπορούν να αποτυπωθούν σε βίντεο και να κυκλοφορούν για πάντα στο διαδίκτυο.
Για παράδειγμα, στη Γερμανία ο ακροδεξιός Γκετζ Κιούμπιτσεκ έχει μετατραπεί στον θεωρητικό των «στοχευμένων προκλήσεων» στην ψηφιακή εποχή. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι ad hoc δράσεις και ο πολλαπλασιασμός και η προβολή τους από τα social media δίνουν αυτοπεποίθηση στην Ακροδεξιά και προβάλλουν τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σ’ αυτούς που ενδιαφέρονται για τα προβλήματα της χώρας τους (τους ακροδεξιούς και τους φασίστες) και την απαθή μάζα, την οποία προσπαθούν να σύρουν στον δικό τους πολιτικό χώρο. Αυτές οι τακτικές είχαν χρησιμοποιηθεί ευρέως στη Γερμανία του Μεσοπολέμου. Οπως λέει η σύζυγος του Κιούμπιτσεκ, Ελεν Κόζιτσα, η Νέα Δεξιά μοιάζει με ένα φίδι, το οποίο «αλλάζει το δέρμα του ξανά και ξανά, αλλά παραμένει πάντοτε το ίδιο».
Βλέποντας το νέο δέρμα του φιδιού, καταλαβαίνουμε ότι είναι φτιαγμένο από τα ίδια υλικά: νοσταλγία για το (ένδοξο) παρελθόν, μίσος για το (παρηκμασμένο) παρόν και φόβος για το (αβέβαιο) μέλλον.
Εάν ο «ριζοσπαστικός συντηρητισμός» που εξαπλώνεται στην Ευρώπη σαν πανούκλα δεν είναι ικανός να αφυπνίσει την Αριστερά, τότε κάτι σάπιο υπάρχει…