Αυτό στην Ελλάδα εδώ και πολλές δεκαετίες αμφισβητείται. Η εξουσία του χρήματος και των ΜΜΕ -και κάποιοι «οίκοι» -θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα να παρεμβαίνουν στη δημόσια ζωή. Να υποδεικνύουν στους πολίτες κυβερνήσεις και στις κυβερνήσεις υπουργούς, πολιτική κατεύθυνση και διαχείριση πόρων.
Με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή είχαν κοντά χέρια. Το ίδιο με τον Ανδρέα Παπανδρέου, μέχρι που οργάνωσαν επιχείρηση εξόντωσης εναντίον του. Τελικά επικράτησαν με τον Κώστα Σημίτη, αφού προηγουμένως η σχέση τους με τον Κώστα Μητσοτάκη πέρασε από τη συνεργασία στη σύγκρουση. Οι επενδύσεις στον Σαμαρά και αργότερα στον Γ. Παπανδρέου απλώς δεν ευδοκίμησαν.
Ο Κώστας Καραμανλής έκλεισε την πόρτα του Μεγάρου Μαξίμου σε πρόσωπα που απλώς τις άνοιγαν και έμπαιναν. Τους έδειξε δημοσίως ως «νταβατζήδες» και πήγε να πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα, με τον «βασικό μέτοχο». Ηττήθηκε- από μέσα.
Ο Τσίπρας απέρριψε το φλερτ των ίδιων παραγόντων – όπως ξέρει η γάτα Ιμαλαΐων – γιατί εκτός από το τυρί είδε και τη φάκα και έγινε πρωθυπουργός με τις δικές του δυνάμεις . Του κήρυξαν αμέσως τον πόλεμο , εκμεταλλευόμενοι τις αδυναμίες του κόμματός του και της πρώτης κυβέρνησης του.
Άντεξε στη φαιά προπαγάνδα από δυο μιντιακά συγκροτήματα και τη συσπείρωση εναντίον του τυχοδιωκτών και διεφθαρμένων στοιχείων στο χώρο της πολιτικής, της οικονομίας και τη δημοσιογραφίας.
Δεν πρέπει να υποτιμηθούν τα λάθη, τα προβλήματα και οι αντινομίες των κυβερνήσεων Καραμανλή και Τσίπρα. Αλλά στο κρίσιμο πολιτικό ζήτημα είναι η σχέση της πολιτικής με το χρήμα και τα ΜΜΕ οι ιδιοι έδωσαν τη σωστή απάντηση.
Αν ο δημόσιος βίος χειραγωγείται από οικονομικούς παράγοντες που επιδιώκουν τη νομή του δημοσίου χρήματος με τους δικούς τους όρους, η χώρα θα βρίσκεται μονίμως σε υστέρηση.
Η χειραγώγηση οδηγεί σε διαφθορά το πολιτικό σύστημα, σε σήψη την κοινωνία και κάθε απόπειρα αλλαγής καταλήγει σε βάρος εκείνων που την επιχειρούν.
Παρά το αποτέλεσμα των διπλών εκλογών το 2015, οι μηχανισμοί της διαπλοκής έχουν ταυτιστεί με τα δυο κόμματα που χρεοκόπησαν τη χώρα επιδιώκουν την επαναφορά τους. Εκεί βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή.
Ο Μαρινάκης κατεβαίνει στο γήπεδο
Ωστόσο η επένδυση οικονομικών παραγόντων και μιντιαρχών στον Κυριάκο Μητσοτάκη δείχνει ότι πάει χαμένη: το άλογο είναι κουτσό- παρά το κλιμα τεχνητής αισιοδοξιας που διαμορφώνουν.
Έτσι το τελευταίο διάστημα, όπως προκύπτει διά γυμνού οφθαλμού, παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους οι πραγματικοί αντίπαλοι του Τσίπρα: κάποιοι επιχειρηματίες, με επικεφαλής τον Βαγγέλη Μαρινάκη. Δεν ειναι τυχαίος με βάση την οικονομική του επιφάνεια , την προσωπική συμμετοχή του στην πολιτική μέσω του δήμου Πειραιά και τις δηλώσεις του.
Για πολλούς είναι ο βασικός αντίπαλος της σημερινής κυβέρνησης καθώς εχει διάθεσή του τις εφημερίδες του πρώην ΔΟΛ, μια ακόμη εφημερίδα, ενα ραδιοσταθμό και πλέον ενα κανάλι- ενω φημολογείται η συμμετοχή και σε άλλα μίντια- και επιπλέον σε σε πολιτική τροχιά βάζει και τον Ολυμπιακό. Δηλαδή είναι πανίσχυρος.
Απέναντι σ’ αυτό το φαινόμενο, ο Πρωθυπουργός έκανε μια τακτική επιλογή, ιδιαιτέρως επικίνδυνη: να τον αντιμετωπίσει στο δικό του γήπεδο-του Μαρινάκη- με την ισχύ του Σωκράτη Κόκκαλη που βρισκόταν ήδη σε τροχιά σύγκρουσης με τον διάδοχό του στο μεγάλο λιμάνι.
Είτε ο ελιγμός πετύχει, είτε όχι, έχει ήδη παρενέργειες: ο Τσίπρας χάνει το συγκριτικό πλεονέκτημα απέναντι στον Μητσοτάκη σε ό,τι αφορά τη σχέση της πολιτικής με τη διαπλοκή. Το σύστημα Κόκκαλη χειραγώγησε για δεκαετίες το δημόσιο βίο.- παρ΄οτι ο ιδιος ηταν παντα τη Δημοκρατική Παράταξη .
Σε κάθε περίπτωση όμως, στο σημερινές συνθήκες η επιστροφή του πολύπειρου Σωκράτη Κόκκαλη στην αρένα -δια της υποψηφιότητας του Πέτρου Κόκκαλη με τον ΣΥΡΙΖΑ- οδηγεί σε αναμέτρηση βουβαλιών. Αυτές οι αναμετρήσεις καταλήγουν για τελική εκκαθάριση στο βάλτο -και σύρουν μαζί τους και την πολιτική, όπως ξέρουμε από το παρελθόν.
Ισχυρισμοί στον αέρα
Φάνηκε από την παρέμβαση του Βαγγέλη Μαρινάκη, με μια ραδιοφωνική συνέντευξη στην οποία πολλοί παρατήρησαν το εξής: έδειχνε να διαβάζει -αγχωτικά- όσα έλεγε. Ήτοι είχε προετοιμαστεί να πει συγκεκριμένα πράγματα, με συγκεκριμένο τρόπο και σε ορισμένη δόση. Αυτό δείχνει διάθεση να ηγηθεί προσωπικά της πιο σφοδρής επίθεσης που δέχθηκε η κυβέρνηση ως τώρα.
Να ξεκαθαρίσουμε κάτι: Ο Μαρινάκης προφανώς δεν είναι καλός Σαμαρείτης- όπως εμφανίζεται στον αθλητικό και μιντιακό – αλλά και στον αυτοδιοικητικό- χώρο, ή και στην πολιτική. Αλλά ως επιχειρηματίας δεν είναι διαπλεκόμενος, με την παραδοσιακή έννοια. Δεν χρησιμοποιεί την ισχύ των ΜΜΕ και του χρήματος για να αναλάβει κρατικές προμήθειες. Ό,τι κάνει το κάνει με δικά του λεφτά.
Ως επενδυτής είναι αξιόπιστος. Αλλά δεν μπορεί να είναι αξιόπιστος παράγων του δημοσίου βίου. Γιατί απλούστατα έχει δυο κρίσιμες υποθέσεις, ανοιχτές ενώπιον της ελληνικής Δικαιοσύνης . Και το προφίλ του στην κοινή γνώμη έχει τρωθεί, οπως παραδέχεται ο ιδιος σε συνομιλητές του, ρίχνοντας την ευθύνη στην κυβέρνηση, που πράγματι εξετέθη απέναντι του παλιότερα με τις ακρότητες του Καμένου. Αλλά κακά τα ψέματα: τις εξηγήσεις του πρέπει να τις δώσει σε δικαστικούς λειτουργούς.
Μπορούμε να αξιολογήσουμε μόνο όσα ανέφερε ο Βαγγέλης Μαρινάκης για την αγορά του ΔΟΛ. Είναι σωστό ότι δεν μπήκε στα ΜΜΕ «για να προωθήσει τις δουλειές του»- που δεν έχει στην Ελλάδα. Αλλά θα δυσκολευτεί να πείσει όταν λέει ότι τον παρακίνησε «η αντικειμενική δημοσιογραφία από κοινωνικές προοδευτικές θέσεις » των εφημερίδων του ΔΟΛ και τις απέκτησε για «να τις σώσει» , να «διατηρηθούν οι θέσεις προσωπικού» και να συνεχίσουν «στην ίδια δημοκρατική γραμμή».
Προβάλλει ότι «θα ήταν πλήγμα για τη δημοκρατία και τον Τύπο αν έκλειναν ή αν καταντούσαν δείγματα κίτρινου Τύπου, αν μετατρέπονταν σε όργανα προπαγάνδας». Αλλά οση καλή διάθεση και αν επιστρατεύσει κανείς αυτά δε ισχύουν. Αν δεν αγόραζε αυτός τους τίτλους θα τις αγόραζε ο επόμενος. Και αν παραμένουν στην παραδοσιακή γραμμή τους ή αν είναι όργανα προπαγάνδας υπέρ ποιου και εναντίον ποιου, χωριό που φαίνεται…
Δικαίωμά του ασφαλώς. Αλλά είναι φανερό ότι υπό την ιδιοκτησία του οι ίδιες εφημερίδες, δεν έχουν το ίδιο περιεχόμενο και τον ίδιο πολιτικό προσανατολισμό.
Για τα υπόλοιπα που αναφέρθηκαν στην επιλεγμένη συνέντευξη στον Ν. Χατζηνικολάου, κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι είναι ακριβές και τι όχι. Πρόκειται για αναφορές , παρά για αποκαλύψεις.
Οι παλιές σχέσεις του με τον Νίκο Παππά και αν του έστειλε τον Καλογρίτσα να του ζητήσει λεφτά , όσα είπε για τον Κόκκαλη, τον Ολυμπιακό , για άλλους επιχειρηματίες και για παλιότερες καταστάσεις είναι απλώς ισχυρισμοί. Που συμπεριλαμβάνουν και τον… Μητσοτάκη όταν λέει: » Στο διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες το 2016, θεωρούσα δίκαιη τη διαδικασία, ότι οι καναλάρχες θα έπρεπε να πληρώνουν για τις συχνότητες και θυμίζω ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε αντίθεση άποψη».
Μπορεί απλούστατα να ενοχοποιεί εκ των υστέρων φυσιολογικές επαφές. Η να φορτίζει συνιθισμένες καταστάσεις. . Οπότε καλείται να αποδείξει ότι λεει, πώς μένει και σε όσους αναφέρθηκε να αντιδράσουν. Ο Πέτρος Κόκκαλης ήδη το έκανε.
Καθαρές κουβέντες και καθαρές σχέσεις
Η ουσία είναι ότι με την παρέμβαση Μαρινάκη αρχίζει το ματς. Και δεν θα είναι ματς με τους κανόνες της πολιτικής, αλλά των χειραγωγών της. Σε λίγο θα μπουν και οι άλλοι θιγόμενοι στο γήπεδο και ο Θεός να βάλει το χέρι του.
Σ’ αυτό το σκηνικό οι πολιτικές δυνάμεις θα όφειλαν να πάρουν τις αποστάσεις τους. Από τη Φώφη και τον Μητσοτάκη δεν περιμένουμε τίποτε και το έδειξαν: είναι με τον Μαρινάκη. Είναι με ό,τι παραβιάζει την πολιτική και όχι με ό,τι κατοχυρώνει την αυτονομία της.
Αυτό κάνει ακόμη πιο κρίσιμη τη θέση του Αλέξη Τσίπρα. Ο Πρωθυπουργός πρέπει να πάρει την κατάσταση στα χέρια του και να ξεκαθαρίσει το τοπίο, προτού η μπόχα πνίξει την πολιτική. Πέρα από τις δημόσιες καταγγελίες του από την Καλαμάτα κατά το Μαρινάκη, χρειάζεται να απομακρύνει κάθε σκιά από την κυβέρνησή του και να ενημερώσει τους πολίτες.Ασφαλώς ως πρωθυπουργός είναι πιο αξιόπιστος από έναν -πολιτευόμενο- επιχειρηματία.
Σ αυτο το πλαίσιο ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής ψηφιακής πρέπει να τον διευκολύνει. Πρωτίστως με σαφείς απαντήσεις σε ό,τι τον αφορά: ή έστειλε το Καλογρίτσα στον Μαρινάκη ή δεν τον έστειλε; Αλλά ενδεχομένως και με την -προσωρινή -παραίτηση του εφόσον εμπλέκεται το όνομα του-μέχρι να ξεκαθαρίσει η κατάσταση.
Αλλιώς ποια διαφορά θα υπάρχει με τον Μητσοτάκη και τη Γεννηματά που κάνουν τους δικηγόρους των εμπλεκομένων στελεχών τους σε σκάνδαλα;
Ο Τσίπρας δεν έχει αυτό το περιθώριο. Διαθέτει το ηθικό ανάστημα και τον θεσμικό εξοπλισμό, αλλά και την πολιτική δεξιότητα, να βάλει τα πράγματα στη θέση τους και κάθε κατεργάρη στον πάγκο του. Καθαρές κουβέντες και καθαρές σχέσεις. Προτού γίνουμε ζούγκλα.
ΥΓ. Καθώς άρχισε να διαμορφώνεται αυτό το σκηνικό , συνέβη κάτι απροσδόκητο. Ενώ οδεύει προς τη δικαστική της εκκαθάριση, η περίφημη υπόθεση «Πυθία»-στην οποία υπάρχουν αναφορές για σχεδιαζόμενη, από υπερατλαντικούς κύκλους, δολιοφθορά κατά του πρώην Πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή -επενέβη η… ΕΥΠ! Μόλις τρία 24ωρα πριν την δίκη, οι υπηρεσίες της αποφάνθηκαν -και αυτό αντί να κατατεθεί στο δικαστήριο… διέρρευσε σε δυο… αντίπαλες εφημερίδες -ότι πρόκειται για μυθοπλασία! Σ’ αυτούς του πονηρούς καιρούς, τίποτε δεν γίνεται τυχαία. Έχει άποψη για το θέμα ο Αλέξης Τσίπρας;
Πηγή: anoixtoparathyro.gr