Ο αμερικανός πολιτικός Πιτ Μπούτετζετζ, που έχει δείξει εντυπωσιακές ικανότητες σε αυτές τις πρώτες ημέρες της προεκλογικής εκστρατείας του 2020, έδωσε την εξής απάντηση όταν το ΝΒC τον ρώτησε για τον καπιταλισμό: «Φυσικά και είμαι καπιταλιστής. Η Αμερική είναι μια καπιταλιστική κοινωνία». Και έσπευσε να προσθέσει: «Ο καπιταλισμός πρέπει όμως να είναι δημοκρατικός».

Ο Μπούτετζετζ τόνισε πως όταν ο καπιταλισμός είναι απαλλαγμένος από τους δημοκρατικούς ελέγχους, δεν είναι πια ο καπιταλισμός που οδήγησε κάποτε σε ευημερία αυτή τη χώρα. «Αν θέλετε να δείτε τι συμβαίνει όταν έχετε καπιταλισμό χωρίς δημοκρατία, μπορείτε να το δείτε πολύ καθαρά στη Ρωσία», είπε. «Ο καπιταλισμός μετατρέπεται σε ευνοιοκρατία, και στη συνέχεια σε ολιγαρχία».

Η ρητορική του υποψήφιου για την προεδρία μάς θυμίζει ένα κρίσιμο σημείο: υπάρχει, ή πρέπει να υπάρχει, ένα δημοκρατικό στοιχείο στον καπιταλισμό – κι ένα οικονομικό στοιχείο στο πώς ορίζουμε τη δημοκρατία.

Σε τελευταία ανάλυση, η ολιγαρχία έχει ένα οικονομικό στοιχείο: είναι ευθέως οικονομική. Η ολιγαρχία είναι η αρχή των ολίγων, και αυτοί οι ολίγοι είναι από την εποχή του Αριστοτέλη άνθρωποι του πλούτου, της ιδιοκτησίας και της ευγενούς καταγωγής.

Η δημοκρατία όμως δεν μπορεί να ανθήσει σε ένα περιβάλλον χονδροειδούς συγκέντρωσης του πλούτου. Η ιδέα αυτή δεν είναι καινούργια ούτε αιρετική. Είναι παλιά, συμβατική και εξίσου αμερικανική με τον Τόμας Τζέφερσον.

Εχω λόγο που αναφέρομαι στον Τζέφερσον. Ολοι ξέρουν τι έκανε το καλοκαίρι του 1776: έγραφε τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας. Tι έκανε όμως το φθινόπωρο; Ηταν μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων της Βιρτζίνια και έγραφε τη νομοθεσία με την οποία καταργούνταν οι νόμοι της Κοινοπολιτείας για την κληροδοσία (που εξασφάλιζαν την παραμονή μεγάλων εκτάσεων στις οικογένειες δια μέσου των γενεών) και την πρωτοτοκία.

Ηταν άραγε απλή σύμπτωση το γεγονός ότι κινήθηκε τόσο γρήγορα από τη σύνταξη του θεμελιώδους εγγράφου της δημοκρατίας στη σύνταξη ενός νόμου που καταργούσε τους νόμους περί κληρονομιάς οι οποίοι είχαν εισαχθεί από την Αγγλία; Δύσκολο. Γιατί ο Τζέφερσον πίστευε ότι ο υπέρμετρος κληρονομημένος πλούτος είναι ασυμβίβαστος με τη δημοκρατία.

 

Ο Τζέφερσον και οι άλλοι ιδρυτικοί πατέρες ανησυχούσαν για τον κληρονομημένο πλούτο, όπως ανησυχούσε και ο σκοτσέζος οικονομολόγος Ανταμ Σμιθ. Επιπλέον, έβλεπαν καθαρά τη σχέση ανάμεσα στην υγεία της δημοκρατίας και τη γενική οικονομική ευημερία. Όλα τα στοιχεία της κοινωνίας, έγραψε κάποτε ο Τζον Ανταμς, πρέπει να συνεργαστούν σε αυτή τη δημοκρατική αρχή, ότι ο στόχος κάθε κυβέρνησης είναι η ευτυχία του λαού. Όπως και στην άλλη δημοκρατική αρχή, ότι ο στόχος πρέπει να είναι η μέγιστη ευτυχία του μέγιστου αριθμού ανθρώπων. «Ευτυχία», για τους ιδρυτικούς πατέρες, σήμαινε οικονομική ευημερία. Και ο Ανταμς την αποκαλούσε «δημοκρατική».

Αρα, ναι, η δημοκρατία και το είδος της οικονομικής ανισότητας που έχουμε δει τις τελευταίες δεκαετίες σε αυτή τη χώρα δεν συμβιβάζονται μεταξύ τους. Ορισμένοι θα αντιτάξουν ότι πολλές χώρες με ακόμη μεγαλύτερη ανισότητα από τις ΗΠΑ είναι ακόμη δημοκρατίες – η Νότια Αφρική, η Βραζιλία, η Ινδία. Αυτά όμως είναι τα πρότυπα για τις Ηνωμένες Πολιτείες;

Ο Μπέρνι Σάντερς έχει προτείνει έναν φόρο κληρονομιάς τον οποίο οι ιδρυτικοί πατέρες θα λάτρευαν και η Ελίζαμπεθ Γουόρεν έχει προτείνει έναν φόρο πλούτου τον οποίο οι ιδρυτικοί πατέρες σίγουρα θα ενέκριναν. Δεν χρειάζεται όμως να είναι κανείς οπαδός αυτών των υποψηφίων για να συνταχθεί με τη γενική ιδέα ότι η υπερβολική συσσώρευση πλούτου είναι αντιδημοκρατική.

Οι πολιτικές που κινούνται γύρω από αυτή την ιδέα δεν θα μετατρέψουν την Αμερική σε Σοβιετική Ενωση ούτε σε Βενεζουέλα, αλλά στη χώρα που είχαν στο μυαλό τους οι ιδρυτικοί πατέρες. Οι υποψήφιοι των Δημοκρατικών (με εξαίρεση τον Σάντερς που δηλώνει σοσιαλιστής) θα πρέπει λοιπόν να απαντήσουν στο ερώτημα περί σοσιαλισμού όπως ο Μπούτετζετζ: «Είμαι καπιταλιστής. Και γι’αυτό θέλω να αλλάξει ο καπιταλισμός».

(*) Ο Μάικλ Τομάσκι είναι αρθρογράφος του Daily Beast

Πηγή: The New York Times
Μετάφραση: ΑΠΕ – ΜΠΕ