«Είμαι σίγουρος ότι θα αναβιώσει το αποτρόπαιο σύνθημα “ή εμείς ή αυτοί, ή μας τελειώνουν ή τους τελειώνουμε”. Στη δημοκρατία κανείς δεν τελειώνει. Εμείς δεν είμαστε εδώ για να τελειώσουμε κανέναν. Κοιτάμε μπροστά και ξεκινάμε αυτό το ταξίδι με όλους τους Ελληνες, ακόμα και εκείνους που δεν θα μας ψηφίσουν» (από την ομιλία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο Ζάππειο). Το σύνθημα που αναφέρει ο κ. Μητσοτάκης το διακίνησε στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις ο ΣΥΡΙΖΑ. Υπερβολή; Κάτι παραπάνω. Παχυλή ανοησία. Λες και το δίλημμα ήταν «καπιταλισμός ή σοσιαλισμός;».
Ο ΣΥΡΙΖΑ νίκησε σε δύο εκλογικές αναμετρήσεις αλλά δεν «τελείωσε» τους αντιπάλους του. Δεν θα μπορούσε να συμβεί αυτό. Υπάρχουν και διεκδικούν ξανά την εξουσία (είναι ζήτημα αν την έχασαν ποτέ). Το έχουμε ξαναπεί. Τα κόμματα μπορεί να τελειώνουν, να κλείνουν δηλαδή τον κύκλο τους και να περνάνε στο μουσείο της πολιτικής, αλλά οι παρατάξεις δεν εξαφανίζονται. Στις προεκλογικές περιόδους λέγονται πολλά. Μεγαλόστομες τιποτολογίες, αποκρουστικοί ευφημισμοί, αφορολόγητη πλειοδοσία. Τα «φουσκωμένα εγώ» παρελαύνουν σε γραβατωμένους σχηματισμούς και σαλπίζουν νικηφόρες εκστρατείες κατά της διαφθοράς, της ανέχειας, της ανισότητας, της ανεργίας, της απληστίας.
Τα κόμματα που κυβερνούν προειδοποιούν τους ψηφοφόρους να μην επιλέξουν τους άλλους γιατί η χώρα θα μπει σε περιπέτειες. Τα κόμματα που βρίσκονται στην αντιπολίτευση ζητούν από τους πολίτες να τιμωρήσουν παραδειγματικά την κυβέρνηση για να υπάρξει πολιτική αλλαγή και να αρχίσει να γράφεται η νέα σελίδα. Κατά κανόνα οι κυβερνήσεις που απέρχονται ισχυρίζονται ότι παραδίδουν εύρωστη οικονομία και κατά κανόνα οι αντιπολιτεύσεις μετά την εκλογική νίκη τους ισχυρίζονται ότι παρέλαβαν καμένη γη.
«Αδεια ταμεία» λέει ο ΣΥΡΙΖΑ ότι παρέλαβε τον Γενάρη του 2015, «ρημαγμένη χώρα» λέει ότι θα παραλάβει ο κ. Μητσοτάκης αν κερδίσει στις κάλπες κι ας τον διαψεύδουν τα στοιχεία, οι εκθέσεις των οίκων αξιολόγησης, οι επίσημες αναφορές των θεσμών. Αν είχαν βάση όλα αυτά τα βαρύγδουπα και κινδυνολογικά που εκτοξεύουν τα κόμματα εξουσίας κατά τη διάρκεια των προεκλογικών περιόδων, η χώρα θα είχε τελειώσει προ πολλού, δεν θα υπήρχε στον χάρτη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν δεν τελείωσε τη Δεξιά, όπως δεν την είχε τελειώσει ούτε ο Ανδρέας Παπανδρέου κι ας νόμιζε ότι την είχε κλείσει στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας, αλλά και η Δεξιά δεν θα τελειώσει τον ΣΥΡΙΖΑ αν κερδίσει τις εκλογές και σχηματίσει κυβέρνηση μόνη της ή με παρέα. Ο κ. Μητσοτάκης καταγγέλλει τον Τσίπρα για τη φράση «ή θα τους τελειώσουμε ή θα μας τελειώσουν», ωστόσο κι αυτός έχει πει το ίδιο πριν από λίγο καιρό: «Πρέπει να τελειώνουμε μ’ αυτούς όχι μόνο γι’ αυτά που κάνουν, αλλά και γι’ αυτά που σκέφτονται». Πιο μαξιμαλιστικός στόχος τούτος.
Τα ίδια με άλλες λέξεις έχουν διακηρύξει κορυφαία στελέχη της παράταξής του. Ο Μάκης Βορίδης βρίσκει ελαττωματικές τις ιδέες της Αριστεράς και έχει ζητήσει από τον αρχηγό του να σκεφτεί εκείνους τους τρόπους που δεν θα επιτρέψουν ξανά στην Αριστερά να κυβερνήσει.
Ο αντιπρόεδρος του κόμματος Αδωνις Γεωργιάδης σε ρόλο Ιαβέρη προαναγγέλλει Ειδικά Δικαστήρια για τον πρωθυπουργό και το μισό υπουργικό συμβούλιο με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας (υιοθέτησε το σκεπτικό του Ευάγγ. Βενιζέλου). Παράγοντες της Δεξιάς αποκαλούν τον πρωθυπουργό προδότη, αρχισυμμορίτη, την κυβέρνησή του συμμορία πολιτικών απατεώνων, διχάζουν την κοινωνία, καλλιεργούν το μίσος.
Δίνουν την εντύπωση ότι δεν σημαδεύουν τις ιδέες των αντιπάλων τους, αλλά τα κεφάλια τους. Αν μάλιστα πάμε λίγο πίσω (πριν από τις πρώτες εκλογές του 2015) θα πέσουμε πάνω στις προβλέψεις των υποψηφίων της Δεξιάς για τον Αρμαγεδδώνα που ερχόταν, για τους κινδύνους που θα αντιμετώπιζαν η πατρίς, η θρησκεία και η οικογένεια αν επικρατούσαν οι νεοκομμουνιστές κατσαπλιάδες και άλλα… ωραία. Να θυμηθούμε επίσης και την απρέπεια του απερχόμενου πρωθυπουργού Αντ. Σαμαρά, ο οποίος αρνήθηκε να παραδώσει το μέγαρο Μαξίμου στον Τσίπρα.
Αυτός ένας αστός δεν έπραξε το στοιχειώδες, προφανώς γιατί πίστευε ότι η διάδοχη κατάσταση θα προκαλέσει μεγάλες καταστροφές στην οικονομία και θα υπονομεύσει το αστικό καθεστώς. Διαψεύστηκε παταγωδώς.
Η αριστερή παρένθεση έγινε πολυσέλιδο κεφάλαιο, τα οικονομικά μεγέθη σύμφωνα με τις υπηρεσίες (ελέγχονται από την Κομισιόν) δεν πάνε άσχημα, η γραφειοκρατία των Βρυξελλών και το Βερολίνο δεν τσιγκουνεύονται τους επαίνους και το αστικό καθεστώς παραμένει στη θέση του, δεν έχει απειληθεί – απλώς έχει μπει στο παιχνίδι της διαχείρισής του ένας τρίτος παίκτης.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι ποιο συμπέρασμα βγάζουν οι πολίτες από το επίπεδο της πολιτικής αντιπαράθεσης (στο κάδρο και τα μέσα ενημέρωσης). Δανείζομαι μία φράση του Ηπειρώτη συγγραφέα Βασίλη Γκουρογιάννη από τη συνέντευξή του στην «Εφ.Συν.» (20.4.2019) με αφορμή το νέο βιβλίο του «Αναψηλάφηση» (Μεταίχμιο): « Η οργή δεν είναι απαραίτητα κάτι κακό, κάποιες φορές είναι και δημιουργική. Η σιχασιά όμως είναι κάτι άλλο, δεν έχει γυρισμό»