Με τις θαυματουργές  γιατρειές και τις ανανήψεις,  έστρεψε  τους γιατρούς εναντίον του. Όταν οι φουρνάρηδες έμαθαν πως κοιτώντας τον ουρανό έκανε τα πέντε καρβέλια, πέντε χιλιάδες, έγιναν έξαλλοι. Το ίδιο και οι οινοποιοί όταν έκανε το νερό, κρασί. Έπειτα λύσσαξε με τους αργυραμοιβούς. Και είπε και τους δικαστές αμαρτωλούς.  Καλό παιδί, αλλά όπου πήγαινε έκανε σαματά. Τι να πει κανείς…

Από πολιτική άποψη, τα έκανε «μαντάρα». Πήγαινε γυρεύοντας. Τι να γύρευε άραγε; Αυτό που γυρεύουν όσοι σταυρώνονται. Αυτό το ίδιο, που γύρεψε κι αυτός που ήπιε το κώνειο  κι εκείνος που ήθελε «να στεγνώσει κάθε δάκρυ σε κάθε μάτι» (Mahatma Gandhi) κι εκείνος που έλεγε «I have a dream» (Martin Louther Κing), και η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Τσε Γκεβάρα και τόσοι άλλοι γνωστοί και άγνωστοι που δολοφονήθηκαν και φυλακίστηκαν επειδή τόλμησαν να ονειρευτούν έναν καλύτερο κόσμο. Οι σταυρωμένοι όλου του κόσμου  έγιναν σύμβολα,  έριξαν το φως τους πάνω στην αθλιότητα και συνεχίζουν να μας εμπνέουν και να μας διδάσκουν. Όμως, ο κόσμος απέχει ακόμα πολύ από τα όνειρά μας.  Η κάθε εποχή έχει τους μάρτυρές της. Σήμερα, άνθρωποι που ονειρεύονται να ζήσουν (οι ίδιοι) μια καλύτερη ζωή, σταυρώνονται στα νερά της Μεσογείου, στα σκλαβοπάζαρα της Λιβύης, στα σύνορα του Μεξικού με τις ΗΠΑ.

Νόμοι απαγορεύουν τα όνειρα. Τα  έδεσαν γερά με συρματόπλεγμα για να κοιμόμαστε ασφαλείς. Η Μεγάλη Πέμπτη συνεχίζεται σ’έναν κόσμο φτιαγμένο από πόνο. Και η αιτία, το συλλογικό μας αμάρτημα: Η ανοχή στην κοινωνική αδικία. Σημάδεψε τα χέρια του Πιλάτου, που ό,τι αγγίζει πια, το λερώνει. Γιατί είναι διαφορετικό να βρίσκεσαι ιδεολογικά στο πολιτικό κέντρο, και διαφορετικό να κρατάς ίσες αποστάσεις από το «μαύρο». Στην τελευταία περίπτωση βάφεσαι γκρίζος.

Μεγάλη Πέμπτη. Τα φώτα θα σβήσουν, θ’ανάψουν τα κεριά και ο ιερέας θα εκτελέσει το δρώμενο της θανατικής ποινής. Κάποιων τα μάτια θα λυθούν για τους αδικοσταυρωμένους όλου του κόσμου και μια θλιμμένη γυναίκα θα σπάσει την κατάνυξη και θα ουρλιάξει: Ζητείται  Ανάσταση για τα ξεφούσκωτα τσουρέκια!