therapeftis blogspot.com
Ο βασιλικός είναι σίγουρα από τα πιο διαδεδομένα, ίσως και το πιο κοινό, από τ’αρωματικά φυτά στην Ελλάδα. Καλλιεργείται σχεδόν παντού, κυρίως σε γλάστρες αλλά και σε κήπους. Είναι επίσης χρήσιμος στη μαγειρική κι ως φαρμακευτικό φυτό. Η επιστημονική του ονομασία είναι ocimum basilikum (ώκιμο το βασιλικό), είναι δικοτυλήδωνο της οικογένειας των χειλανθών και κατάγεται από την Ινδία.
Ήρθε στην Ελλάδα κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Το όνομά του οφείλεται στο θρύλο κατά τον οποίο φύτρωσε στο σημείο όπου ο Μέγας Κωνσταντίνος και η μητέρα του Αγία Ελένη ανακάλυψαν τον τίμιο σταυρό. Καλλιεργείται και χρησιμοποιείται ευρέως στις μεσογειακές χώρες,
στο Ιράν, στην Ινδία και στις γειτονικές χώρες, στη Νοτιοανατολική Ασία και στην Κίνα, και λιγότερο στ’άλλα μέρη του κόσμου. Αν και τον έχουμε συνηθίσει ως ετήσιο φυτό το οποίο παγώνει το χειμώνα, στην πραγματικότητα στις τροπικές περιοχές απ’όπου κατάγεται είναι πολυετές. Έχουν ωστόσο δημιουργηθεί και ποικιλίες ανθεκτικότερες στο κρύο (χειμωνιάτικοι βασιλικοί). Θεωρητικά με την κατάλληλη προστασία θα μπορούσε να επιβιώσει το χειμώνα, αλλά ευκολότερο είναι η αναπαραγωγή του κάθε χρόνο. Αποτέλεσμα εικόνας για ocimum basilicum Υπάρχουν μικρόφυλλες και πλατύφυλλες ποικιλίες.
Κάποιες ποικιλίες έχουν τεράστια φύλλα. Άλλες ποικιλίες μπορεί να έχουν διαφορετική οσμή, π.χ. βασιλικός με άρωμα λεμονιού, άνηθου ή γλυκόριζας, ενώ άλλες μπορεί να έχουν διαφορετικό χρώμα, π.χ. μοβ βασιλικός. Τέλος άλλες προέρχονται από υβριδοποίηση με άλλα είδη, π.χ. το ocimum basilicum με το αφρικανικό o. kilimandscharicum, τα οποία δίνουν τον αφρικανικό μπλε βασιλικό με άρωμα καμφοράς. Στην Ασία χρησιμοποιούνται κι άλλα είδη βασιλικού, όπως ο ιερός βασιλικός ή τούλσι (o. tenuiflorum), ο οποίος έχει θρησκευτική, φαρμακευτική και μαγειρική χρήση. Ο κοινός βασιλικός (o. basilicum) είναι ένα ποώδες θαμνώδες φυτό, ύψους 30-130 εκ., ανάλογα με την ποικιλία και τις εξωτερικές συνθήκες. Αποτελείται από μερικούς μεγάλους, πυκνούς βλαστούς του ίδιου περίπου ύψους που ξεκινούν απο τη βάση του φυτού. Τα φύλλα είναι ωοειδή, οδοντωτά, μαλακά και με μυτερή άκρη. Στις μασχάλες των φύλλων βρίσκονται μικρά κλαδάκια. Το φυτό ανθίζει τέλη καλοκαιριού-φθινόπωρο με στάχεις από λευκά και σπανιότερα ρόδινα ή μοβ άνθη. Οι καρποί του είναι ξηροί.
Το άρωμά του οφείλεται στα πολλά αιθέρια έλαια που περιέχει. Οι κοινές ποικιλίες περιέχουν μεγάλες ποσότητες λιναλοόλης και μεθυλοχαβικόλης, και πολλά άλλα σε μικρότερη ποσότητα. Άλλες ποικιλίες είναι υψηλές σ’άλλες ουσίες, όπως π.χ. ο λεμονοβασιλικός είναι υψηλός σε κιτράλη. Η καλλιέργεια αυτού του φυτού είναι πολύ εύκολη, και συνήθως είναι πολύ παραγωγικός. Είναι και καλλωπιστικό, αλλά και χρήσιμο φυτό. Ευδοκιμεί σε ζεστή, ηλιόλουστη θέση με ελαφρύ, υγρό και πλούσιο σε οργανική ύλη έδαφος με καλή αποστράγκιση, και χρειάζεται τακτικό πότισμα και λίπανση κατά την περίοδο ανάπτυξης. Θα πρέπει να ποτίζετε αν η επιφάνεια του χώματος είναι ξηρή. Αν το φυτό φαίνεται μαραμένο και το χώμα είναι στεγνό, θα επανέλθει γρήγορα μ’ένα πότισμα. Αφαιρείτε τις ανθισμένες κορυφές, μιας κι αν ένα κλαδί ανθίσει γίνεται σκληρό και η παραγωγή αιθερίων ελαίων μειώνεται. Αυτό συμβαίνει μόνο στο συγκεκριμένο κλαδί, π.χ. μπορείτε να κρατήσετε ένα κλαδί ν’ανθίσει για να πάρετε σπόρο και να κόβετε όλα τα υπόλοιπα για συνεχιζόμενη παραγωγή φύλλων.
Επειδή εγώ φυτεύω συνήθως ένα βασιλικό κάθε χρόνο, δε χρειάζομαι σπόρο και γι’αυτό κόβω όλα τα άνθη. Και πάλι όμως έχω παρατηρήσει ότι η παραγωγή φύλλων σ’όλο το φυτό είναι κάπως μικρότερη και τα φύλλα σκληρότερα και λιγότερο αρωματικά κατά την περίοδο ανθοφορίας. Οι σπόροι θα πρέπει να φυτευθούν το χειμώνα ή νωρίς την άνοιξη σ’εσωτερικό ή σε καλά προστατευμένο χώρο με πολύ φως, και μόνο όταν έχει περάσει ο κίνδυνος παγωνιάς την άνοιξη μπορούν να φυτευθούν έξω στην οριστική τους θέση. Επίσης πολλαπλασιάζεται και με μοσχεύματα, αφού πρώτα τοποθετηθούν σε νερό για περίπου μια εβδομάδα μέχρι να ριζώσουν. Μερικά σπάνια στείρα υβρίδια πολαπλασιάζονται μόνο έτσι. Εγώ συνήθως αγοράζω ένα φυτό όσο πιο νωρίς γίνεται, συνήθως τον Απρίλιο, και το κρατάω ως τον Οκτώβριο. Λίγες χρονιές έχει τύχει και νά’χω δύο ή και τρία φυτά. Προτιμώ τον κοινό πλατύφυλλο ή αγιορίτικο βασιλικό, επειδή είναι πολύ εύκολος στη συγκομιδή και πιο εύγευστος. Έχω ωστόσο καλλιεργήσει πιο σπάνια κι άλλες ποικιλίες όπως μικρόφυλλο, λεμονοβασιλικό ή μοβ.
Ήρθε στην Ελλάδα κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Το όνομά του οφείλεται στο θρύλο κατά τον οποίο φύτρωσε στο σημείο όπου ο Μέγας Κωνσταντίνος και η μητέρα του Αγία Ελένη ανακάλυψαν τον τίμιο σταυρό. Καλλιεργείται και χρησιμοποιείται ευρέως στις μεσογειακές χώρες,
στο Ιράν, στην Ινδία και στις γειτονικές χώρες, στη Νοτιοανατολική Ασία και στην Κίνα, και λιγότερο στ’άλλα μέρη του κόσμου. Αν και τον έχουμε συνηθίσει ως ετήσιο φυτό το οποίο παγώνει το χειμώνα, στην πραγματικότητα στις τροπικές περιοχές απ’όπου κατάγεται είναι πολυετές. Έχουν ωστόσο δημιουργηθεί και ποικιλίες ανθεκτικότερες στο κρύο (χειμωνιάτικοι βασιλικοί). Θεωρητικά με την κατάλληλη προστασία θα μπορούσε να επιβιώσει το χειμώνα, αλλά ευκολότερο είναι η αναπαραγωγή του κάθε χρόνο. Αποτέλεσμα εικόνας για ocimum basilicum Υπάρχουν μικρόφυλλες και πλατύφυλλες ποικιλίες.
Κάποιες ποικιλίες έχουν τεράστια φύλλα. Άλλες ποικιλίες μπορεί να έχουν διαφορετική οσμή, π.χ. βασιλικός με άρωμα λεμονιού, άνηθου ή γλυκόριζας, ενώ άλλες μπορεί να έχουν διαφορετικό χρώμα, π.χ. μοβ βασιλικός. Τέλος άλλες προέρχονται από υβριδοποίηση με άλλα είδη, π.χ. το ocimum basilicum με το αφρικανικό o. kilimandscharicum, τα οποία δίνουν τον αφρικανικό μπλε βασιλικό με άρωμα καμφοράς. Στην Ασία χρησιμοποιούνται κι άλλα είδη βασιλικού, όπως ο ιερός βασιλικός ή τούλσι (o. tenuiflorum), ο οποίος έχει θρησκευτική, φαρμακευτική και μαγειρική χρήση. Ο κοινός βασιλικός (o. basilicum) είναι ένα ποώδες θαμνώδες φυτό, ύψους 30-130 εκ., ανάλογα με την ποικιλία και τις εξωτερικές συνθήκες. Αποτελείται από μερικούς μεγάλους, πυκνούς βλαστούς του ίδιου περίπου ύψους που ξεκινούν απο τη βάση του φυτού. Τα φύλλα είναι ωοειδή, οδοντωτά, μαλακά και με μυτερή άκρη. Στις μασχάλες των φύλλων βρίσκονται μικρά κλαδάκια. Το φυτό ανθίζει τέλη καλοκαιριού-φθινόπωρο με στάχεις από λευκά και σπανιότερα ρόδινα ή μοβ άνθη. Οι καρποί του είναι ξηροί.
Το άρωμά του οφείλεται στα πολλά αιθέρια έλαια που περιέχει. Οι κοινές ποικιλίες περιέχουν μεγάλες ποσότητες λιναλοόλης και μεθυλοχαβικόλης, και πολλά άλλα σε μικρότερη ποσότητα. Άλλες ποικιλίες είναι υψηλές σ’άλλες ουσίες, όπως π.χ. ο λεμονοβασιλικός είναι υψηλός σε κιτράλη. Η καλλιέργεια αυτού του φυτού είναι πολύ εύκολη, και συνήθως είναι πολύ παραγωγικός. Είναι και καλλωπιστικό, αλλά και χρήσιμο φυτό. Ευδοκιμεί σε ζεστή, ηλιόλουστη θέση με ελαφρύ, υγρό και πλούσιο σε οργανική ύλη έδαφος με καλή αποστράγκιση, και χρειάζεται τακτικό πότισμα και λίπανση κατά την περίοδο ανάπτυξης. Θα πρέπει να ποτίζετε αν η επιφάνεια του χώματος είναι ξηρή. Αν το φυτό φαίνεται μαραμένο και το χώμα είναι στεγνό, θα επανέλθει γρήγορα μ’ένα πότισμα. Αφαιρείτε τις ανθισμένες κορυφές, μιας κι αν ένα κλαδί ανθίσει γίνεται σκληρό και η παραγωγή αιθερίων ελαίων μειώνεται. Αυτό συμβαίνει μόνο στο συγκεκριμένο κλαδί, π.χ. μπορείτε να κρατήσετε ένα κλαδί ν’ανθίσει για να πάρετε σπόρο και να κόβετε όλα τα υπόλοιπα για συνεχιζόμενη παραγωγή φύλλων.
Επειδή εγώ φυτεύω συνήθως ένα βασιλικό κάθε χρόνο, δε χρειάζομαι σπόρο και γι’αυτό κόβω όλα τα άνθη. Και πάλι όμως έχω παρατηρήσει ότι η παραγωγή φύλλων σ’όλο το φυτό είναι κάπως μικρότερη και τα φύλλα σκληρότερα και λιγότερο αρωματικά κατά την περίοδο ανθοφορίας. Οι σπόροι θα πρέπει να φυτευθούν το χειμώνα ή νωρίς την άνοιξη σ’εσωτερικό ή σε καλά προστατευμένο χώρο με πολύ φως, και μόνο όταν έχει περάσει ο κίνδυνος παγωνιάς την άνοιξη μπορούν να φυτευθούν έξω στην οριστική τους θέση. Επίσης πολλαπλασιάζεται και με μοσχεύματα, αφού πρώτα τοποθετηθούν σε νερό για περίπου μια εβδομάδα μέχρι να ριζώσουν. Μερικά σπάνια στείρα υβρίδια πολαπλασιάζονται μόνο έτσι. Εγώ συνήθως αγοράζω ένα φυτό όσο πιο νωρίς γίνεται, συνήθως τον Απρίλιο, και το κρατάω ως τον Οκτώβριο. Λίγες χρονιές έχει τύχει και νά’χω δύο ή και τρία φυτά. Προτιμώ τον κοινό πλατύφυλλο ή αγιορίτικο βασιλικό, επειδή είναι πολύ εύκολος στη συγκομιδή και πιο εύγευστος. Έχω ωστόσο καλλιεργήσει πιο σπάνια κι άλλες ποικιλίες όπως μικρόφυλλο, λεμονοβασιλικό ή μοβ.
Ο βασιλικός δεν προσβάλλεται συχνά από έντομα, αν και μπορεί να προσβληθεί από αφίδες/μελίγκρες ή κάμπιες. Προσβάλλεται όμως από μύκητες , ειδίως σε υγρές και κλειστές συνθήκες ή σε καταστάσεις στρες. Στη δική μου εμπειρία μόνο 2 φορές είχα προβλήματα με ασθένειες, τη μία ένα μικρό πρόβλημα με αφίδες την άνοιξη που καταπολέμησα εύκολα και την άλλη ένα μύκητα το φθινόπωρο ο οποίος τελικά σκότωσε το φυτό. Κίτρινα φύλλα προς τη βάση του φυτού είναι ένδειξη στρες, είτε από υπερβολικό πότισμα, είτε από πολύ ή λίγο λίπασμα. Ο βασιλικός έχει πολλές χρήσεις στη μαγειρική. Χρησιμοποιείται για να δώσει άρωμα και γεύση σε βραστά, σούπες, κοκκινιστά, ψητά, σάλτσες και σαλάτες. Ο αποξηραμένος βασιλικός χάνει πολύ από το άρωμά του. Καλύτερος είναι ο φρέσκος, ο οποίος μπορεί να καταψυχθεί αφού πρώτα έχει ζεματιστεί, για μελλοντική χρήση. Στο ψυγείο διατηρείται για λίγο.
Εγώ τον χρησιμοποιώ φρέσκο στη σαλάτα και σε σάντουιτς. Είναι τροφή πλούσια σε βιταμίνη α, β καροτένιο (προβιταμίνη α), βιταμίνη κ, ασβέστιο, μαγκάνιο και κάλιο. Το σύστημα συγκομιδής φύλλων που χρησιμοποιώ είναι το εξής: Πρώτα όμως ν’αναλύσω το μηχανισμό ανάπτυξης για να γίνει κατανοητό το σύστημα αυτό. Υπάρχουν δύο κύρια συστήματα διακλάδωσης στα φυτά, η μονοποδιακή δηλ. υπάρχει ένας κύριος βλαστός με μικρότερα, μικροσκοπικά ή και καθόλου πλευρικά κλαδιά, και η συμποδιακή δηλ. όλοι οι βλαστοί έχουν παρόμοιο ύψος. Στο βασιλικό όπως και σε πολλά άλλα θαμνώδη φυτά οι κύριοι βλαστοί ξεκινούν απ’τη βάση του φυτού κι έχουν παρόμοιο ύψος (συμποδιακό σύστημα), αλλά ο καθένας διακλαδίζεται μονοποδιακά. Αν η κορυφή κοπεί, τότε η κυριαρχία της θα πάψει για λίγο και τα πλευρικά κλαδιά θ’αναπτυχθούν περισσότερο μέχρι κάποιο, συνήθως το μεγαλύτερο, ν’αναλάβει το ρόλο της κορυφής. Αυτή η γνώση είναι σημαντικη για μια αποτελεσματική μέθοδο συγκομιδής. Εγώ περιμένω λίγες εβδομάδες μετά τη φύτευση του φυτού ώσπου να εγκλιματιστεί και ν’αρχίζει ν’αναπτύσσεται και μετά αρχίζω να συλλέγω τα πρώτα φύλλα. Έπειτα, όσο το φυτό αναπτύσσεται, συνεχίζω να συλλέγω τα μεγάλα φύλλα αφήνοντας άθικτα τα κλαδάκια στις μασχάλες, τα οποία αναπτύσσονται λίγο μετά την αφαίρεση των μεγάλων φύλλων.
Όταν το φυτό έχει γίνει πολύ αραιό κόβω της κορυφές για να ενισχύσω την ανάπτυξη των πλευρικών κλαδιών και πάλι απ’την αρχή. Αυτό μπορεί να μην το κάνω σ’όλο το φυτό, αλλά σε μερικά κλαδιά κάθε φορά. Έτσι έχω φρέσκα φύλλα καθ’όλη την περίοδο ανάπτυξης του φυτού. Εννοείται ότι οι καλλιεργητικές συνθήκες θα πρέπει να είναι πολύ καλές (ήλιος, τακτικό πότισμα και λίπανση) για μεγάλη παραγωγή. Τα φυτά μου ψηλώνουν συνήθως έως τα 40 εκ., σπανιότερα περισσότερο κι έχουν ένα γεμάτο, στενό και ψηλό σχήμα. Το φυτό της φωτογραφίας ακόμα δεν έχει φτάσει το τελικό του ύψος, αλλά έχει μπει στην περίοδο συγκομιδής.
Ο βασιλικός, εκτός από τις μαγειρικές του χρήσεις, έχει και φαρμακευτικές. Οι Αρχαίοι Έλληνες τον χρησιμοποιούσαν ως επίθεμα για να καταπραΰνουν δαγκώματα εντόμων, σκορπιών ή και φιδιών. Έχει επίσης χρησιμοποιηθεί για την καταπράυνση των στομαχόπονων, τον πονοκεφάλων κι ως διουρητικό. Επίσης ο βασιλικός και η ρήγανη περιέχουν την ουσία β-καρυοφυλλίνη σε μεγάλες ποσότητες, μια ουσία με ιδιαίτερο επιστημονικό ενδιαφέρον για τη θεραπεία φλεγμονωδών παθήσεων των εντέρων και της αρθρίτιδας. Η ουσία αυτή είναι η μόνη στη φύση που ενεργοποιεί τον υποδοχέα κανναβινοειδών 2, μπλοκάροντας τα χημικά σήματα που οδηγούν στη φλεγμονή, χωρίς να προκαλεί τα ψυχοτρόπα αποτελέσματα της κάνναβης. Επιπλέον έχει αντιοξειδωτικές, αντιμυκητικές κι εντομοαποθητικές ιδιότητες.
Εγώ τον χρησιμοποιώ φρέσκο στη σαλάτα και σε σάντουιτς. Είναι τροφή πλούσια σε βιταμίνη α, β καροτένιο (προβιταμίνη α), βιταμίνη κ, ασβέστιο, μαγκάνιο και κάλιο. Το σύστημα συγκομιδής φύλλων που χρησιμοποιώ είναι το εξής: Πρώτα όμως ν’αναλύσω το μηχανισμό ανάπτυξης για να γίνει κατανοητό το σύστημα αυτό. Υπάρχουν δύο κύρια συστήματα διακλάδωσης στα φυτά, η μονοποδιακή δηλ. υπάρχει ένας κύριος βλαστός με μικρότερα, μικροσκοπικά ή και καθόλου πλευρικά κλαδιά, και η συμποδιακή δηλ. όλοι οι βλαστοί έχουν παρόμοιο ύψος. Στο βασιλικό όπως και σε πολλά άλλα θαμνώδη φυτά οι κύριοι βλαστοί ξεκινούν απ’τη βάση του φυτού κι έχουν παρόμοιο ύψος (συμποδιακό σύστημα), αλλά ο καθένας διακλαδίζεται μονοποδιακά. Αν η κορυφή κοπεί, τότε η κυριαρχία της θα πάψει για λίγο και τα πλευρικά κλαδιά θ’αναπτυχθούν περισσότερο μέχρι κάποιο, συνήθως το μεγαλύτερο, ν’αναλάβει το ρόλο της κορυφής. Αυτή η γνώση είναι σημαντικη για μια αποτελεσματική μέθοδο συγκομιδής. Εγώ περιμένω λίγες εβδομάδες μετά τη φύτευση του φυτού ώσπου να εγκλιματιστεί και ν’αρχίζει ν’αναπτύσσεται και μετά αρχίζω να συλλέγω τα πρώτα φύλλα. Έπειτα, όσο το φυτό αναπτύσσεται, συνεχίζω να συλλέγω τα μεγάλα φύλλα αφήνοντας άθικτα τα κλαδάκια στις μασχάλες, τα οποία αναπτύσσονται λίγο μετά την αφαίρεση των μεγάλων φύλλων.
Όταν το φυτό έχει γίνει πολύ αραιό κόβω της κορυφές για να ενισχύσω την ανάπτυξη των πλευρικών κλαδιών και πάλι απ’την αρχή. Αυτό μπορεί να μην το κάνω σ’όλο το φυτό, αλλά σε μερικά κλαδιά κάθε φορά. Έτσι έχω φρέσκα φύλλα καθ’όλη την περίοδο ανάπτυξης του φυτού. Εννοείται ότι οι καλλιεργητικές συνθήκες θα πρέπει να είναι πολύ καλές (ήλιος, τακτικό πότισμα και λίπανση) για μεγάλη παραγωγή. Τα φυτά μου ψηλώνουν συνήθως έως τα 40 εκ., σπανιότερα περισσότερο κι έχουν ένα γεμάτο, στενό και ψηλό σχήμα. Το φυτό της φωτογραφίας ακόμα δεν έχει φτάσει το τελικό του ύψος, αλλά έχει μπει στην περίοδο συγκομιδής.
Ο βασιλικός, εκτός από τις μαγειρικές του χρήσεις, έχει και φαρμακευτικές. Οι Αρχαίοι Έλληνες τον χρησιμοποιούσαν ως επίθεμα για να καταπραΰνουν δαγκώματα εντόμων, σκορπιών ή και φιδιών. Έχει επίσης χρησιμοποιηθεί για την καταπράυνση των στομαχόπονων, τον πονοκεφάλων κι ως διουρητικό. Επίσης ο βασιλικός και η ρήγανη περιέχουν την ουσία β-καρυοφυλλίνη σε μεγάλες ποσότητες, μια ουσία με ιδιαίτερο επιστημονικό ενδιαφέρον για τη θεραπεία φλεγμονωδών παθήσεων των εντέρων και της αρθρίτιδας. Η ουσία αυτή είναι η μόνη στη φύση που ενεργοποιεί τον υποδοχέα κανναβινοειδών 2, μπλοκάροντας τα χημικά σήματα που οδηγούν στη φλεγμονή, χωρίς να προκαλεί τα ψυχοτρόπα αποτελέσματα της κάνναβης. Επιπλέον έχει αντιοξειδωτικές, αντιμυκητικές κι εντομοαποθητικές ιδιότητες.